Στα μέσα του 2029 αναμένεται να ολοκληρωθεί το έργο επέκτασης της 6ης προβλήτας του λιμανιού της Θεσσαλονίκης, μια επένδυση στρατηγικής σημασίας που, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, θα αναβαθμίσει ουσιαστικά τον ρόλο του ΟΛΘ στο διεθνές εμπορικό και γεωπολιτικό πεδίο. 
Την ίδια περίοδο –ή το αργότερο έως το 2030– προβλέπεται να έχουν τελειώσει και τα έργα σύνδεσης με το οδικό και σιδηροδρομικό δίκτυο, τα οποία θεωρούνται κρίσιμα για τη λειτουργική ολοκλήρωση του λιμανιού. Η επένδυση στο καθαρά λιμενικό κομμάτι ανέρχεται σε 200 εκατ. ευρώ, ενώ συνολικά το κόστος μπορεί να φτάσει τα 270 εκατ. ευρώ, συμπεριλαμβανομένου του μηχανολογικού εξοπλισμού που υπολογίζεται μεταξύ 50 και 70 εκατ., ανάλογα με το επίπεδο αυτοματοποίησης που θα επιλεγεί.
Ο διευθύνων σύμβουλος του ΟΛΘ, δρ Ιωάννης Τσάρας, μιλώντας στο 2ο Thessaloniki Investment Forum, υπογράμμισε με έμφαση ότι η επένδυση «θα είναι τζάμπα» αν δεν υπάρξει πλήρης σιδηροδρομική διασύνδεση του λιμανιού με το κεντρικό δίκτυο της χώρας. Όπως είπε, η λειτουργικότητα και η ανταγωνιστικότητα του ΟΛΘ εξαρτώνται απόλυτα από την ταχεία και ασφαλή έξοδο των φορτίων προς την ενδοχώρα.
Ο δρ Τσάρας αναφέρθηκε επίσης στις δύο εταιρείες που ανέλαβαν το έργο της επέκτασης, τη ΜΕΤΚΑ ΑΤΕ και την ΤΕΚΑΛ Α.Ε., σημειώνοντας ότι πρόκειται για σχήματα υψηλής αξιοπιστίας, τα οποία εγγυώνται την ομαλή εξέλιξη του πρότζεκτ, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα προκύψουν απρόβλεπτες δυσκολίες.
Σε τεχνικό επίπεδο, τα έργα πολιτικού μηχανικού αναμένεται να ολοκληρωθούν εντός περίπου 40 μηνών. Η 6η προβλήτα θα αποκτήσει επιπλέον 500 μέτρα κρηπιδώματος και πλάτος αυξημένο κατά 300 μέτρα, ενώ το βάθος θα επιτρέπει την εξυπηρέτηση των μεγαλύτερων πλοίων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων, έως 14.000 TEUs. Παράλληλα, θα δημιουργηθεί νέα χερσαία ζώνη 160.000-170.000 τ.μ., η οποία θεωρείται αναγκαία, καθώς ο σταθμός εμπορευματοκιβωτίων έχει ήδη φτάσει το 90% των δυνατοτήτων του, διαχειριζόμενος 600.000 TEUs ετησίως. Στόχος, όπως είπε ο δρ Τσάρας, είναι ο υπερδιπλασιασμός της δυναμικότητας, ώστε σε βάθος δεκαετίας να αγγίξει τα 1,4-1,5 εκατ. TEUs.
Κρίσιμος άξονας του συνολικού σχεδιασμού αποτελεί η σιδηροδρομική σύνδεση, για την οποία εκτιμάται ότι ο ανάδοχος θα εγκατασταθεί τον Απρίλιο. Το έργο θα γίνει μέσω υπερυψωμένης γέφυρας μήκους περίπου 1,1 χλμ. και αναμένεται να ολοκληρωθεί σε τρία χρόνια από την έναρξη των εργασιών. «Σήμερα η σιδηροδρομική έξοδος σχεδόν κόβει την πόλη στα δύο», σημείωσε ο κ. Τσάρας, αναφερόμενος στη διέλευση από την οδό 26ης Οκτωβρίου. Γι’ αυτόν τον λόγο, όπως είπε, ζητήθηκε –και έγινε δεκτό από το κράτος– να δημιουργηθεί διπλή υπερυψωμένη γραμμή.
Ανοιχτό παραμένει και το ζήτημα της οδικής σύνδεσης με την ΠΑΘΕ μέσω Καλοχωρίου, έργο που πρέπει να επαναπροκηρυχθεί μετά την παύση της προηγούμενης εργολαβίας λόγω καθυστερήσεων στις απαλλοτριώσεις. Το εναπομείναν τμήμα, προϋπολογισμού 30-40 εκατ. ευρώ, εκτιμάται ότι μπορεί να ολοκληρωθεί ταυτόχρονα με την επέκταση της προβλήτας και το σιδηροδρομικό έργο, εφόσον υπάρξει άμεση προκήρυξη.
Ο κ. Τσάρας αναφέρθηκε και στον διεθνή ανταγωνισμό, κυρίως από τα λιμάνια του Κόπερ και της Ριέκα, που έχουν κερδίσει σημαντικό μέρος του transit φορτίου των Βαλκανίων. «Αργήσαμε πολύ», είπε, εκφράζοντας όμως την πεποίθηση ότι η καλύτερη οργάνωση, ο νέος εξοπλισμός και η υψηλή ασφάλεια του ΟΛΘ μπορούν να φέρουν πίσω το χαμένο μερίδιο.