Πέντε βιβλία που πρέπει να διαβάσετε και τα οποία θα σας κρατήσουν το ενδιαφέρον απο την πρώτη τους σελίδα.

“Περί της εαυτού ψυχής”

Στα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Μανουήλ Α΄ Κομνηνού σε μια ερημική ακτή της Προποντίδας ο Σταυράκιος Κλαδάς αναθυμάται τη μακρόχρονη ζωή του. Νοτάριος και αντιγραφέας ο ίδιος όλα του τα χρόνια, έχοντας αντιγράψει εκατοντάδες συγγράμματα αγίων και ελλόγιμων ανδρών, αποφασίζει, ελεύθερος πια, να συντάξει τη δική του χρονογραφία. Η γραφίδα του αφηγείται τη ζωή του, μια ιστορία εφηβικής μοναξιάς και χειρογράφων. μια περιδίνηση σε διανοητικά διλλήματα, διωγμούς, έρωτες και αγωνίες στην αυγή της δυναστείας των Κομνηνών στα τέλη του 11ου αιώνα. Η ζωή των απλών ανθρώπων κατά τη βασιλεία των Ρωμαίων, ο πολιτισμός του λόγου και της εικόνας, μα πάνω απ’ όλα η αφή της μνήμης. Όλη η αγωνία του ανθρώπου σε ένα βιβλίο, που δεν αφηγείται μόνο την αναζήτηση της ουράνιας βασιλείας, αλλά μνημονεύει την επίγεια ζωή και τη χοϊκή ψυχή. Μέσα από τις σελίδες του κατοπτρίζεται η βυζαντινή αυτοκρατορία την εποχή που πληθαίνουν οι απειλητικές σκιές από Ανατολή και Δύση.

«Ζάρια με τον θάνατο»

«Θέλω να είμαι πολύ ειλικρινής μαζί σας. Για αυτό θα σας εκμυστηρευτώ κάτι. Έγραψα μια ιστορία. Είναι αρκετά σκληρή και δεν έχει καλό τέλος. Βασικά δεν έχει καθόλου τέλος. Είναι μια ιστορία για την ιερή ανδρική φιλία και για τις υποσχέσεις που δεν τηρήθηκαν. Μια ιστορία γεμάτη στυλ, συμπεριφορά, σεβασμό, αφοσίωση, όραμα, μπίζνες, και κυρίως μαθήματα για φίλους και εχθρούς.
Μια ιστορία με διαχρονικής σημασίας ζητήματα, όπως η δύναμη του χρήματος, η αγάπη για την οικογένεια, η δίψα για εκδίκηση, η προδοσία, η διαφθορά, οι πιο σκοτεινές πλευρές του ανθρώπου. Μια ιστορία βγαλμένη κατευθείαν από έναν κόσμο βουτηγμένο στο αίμα, στην ασυδοσία, στην προδοσία και στην απληστία. Αλλά ο ίδιος αυτός κόσμος, είναι ένας κόσμος κανόνων και αφοσίωσης στις αρχές της «familias». Μια αφοσίωση που αδυνατεί να κατανοήσει ο περισσότερος κόσμος. Προτιμώ να μην αναζητήσει κανείς σας τυχόν ομοιότητες με πρόσωπα μέσα από την ιστορία μου. Γιατί απλά τίποτε από όσα θα διαβάσετε δεν συνέβη ποτέ. Τα γεγονότα και οι χαρακτήρες της ιστορίας μου ανήκουν στην σφαίρα της μυθοπλασίας. Όσο και αν μοιάζει τόσο αληθινή.»

“Ένας τζέντλεμαν στη Μόσχα”

Μόσχα, Ιούνιος 1922: Ο κόμης Ροστόφ καταδικάζεται σε εγκλεισμό δια βίου στο ξενοδοχείο Μετροπόλ. Μια πανδαισία εικόνων, αρωμάτων και αισθήσεων αναμειγνύονται με τις πιο επεισοδιακές δεκαετίες της ρωσικής και παγκόσμιας Ιστορίας, σε ένα μυθιστόρημα ευφυές, διορατικό και πρωτότυπο. Ένα κορίτσι, ένα πασπαρτού, ένας αξιωματικός του Κόκκινου Στρατού, λίγο σαφράνι και ένας ρωσικός μπλε γάτος θα μεταμορφώσουν τον μικρόκοσμο του κόμη Ροστόφ.
Τη στιγμή που ο Αλεξάντρ Ίλιτς Ροστόφ περνούσε φρουρούμενος τις πύλες του Κρεμλίνου και έβγαινε στην Κόκκινη Πλατεία, ο καιρός ήταν αίθριος και δρoσερός. Οι αξιωματούχοι του τωρινού καθεστώτος αποφάνθηκαν ότι η ποινή που αρμόζει σε έναν αριστοκράτη που τόλμησε να γράψει ποίηση είναι ο εγκλεισμός του στο ξενοδοχείο Μετροπόλ.
Ήταν Ιούνιος του 1922 στη Μόσχα, όταν ο λοχαγός οδήγησε τον κόμη και τη συνοδεία του στην είσοδο του μεγαλόπρεπου αρ νουβό ξενοδοχείου κι από εκεί σε ένα κακοφωτισμένο κλιμακοστάσιο που κατέληγε σε μια σοφίτα.
Ανάμεσα στα λιγοστά έπιπλα που του επέτρεψαν να κρατήσει, ο κόμης διάλεξε ένα πορσελάνινο σερβίτσιο, το πορτρέτο της νεκρής αδελφής του και όλα τα βιβλία του. Μέσα σ’ αυτό το δωμάτιο ο πρώην αριστοκράτης θα μπορούσε ν’ ακούσει τις σκέψεις του για τα επόμενα τριάντα χρόνια, καθώς έξω εκτυλίσσονταν μερικές από τις πιο επεισοδιακές δεκαετίες της ρωσικής και παγκόσμιας Ιστορίας, η άνοδος του Στάλιν και η Μεγάλη Εκκαθάριση, η κατάρρευση του μετώπου το καλοκαίρι του ’41, η απαρχή του Ψυχρού Πολέμου…

“Άγια Λευτεριά”

Συναγμένοι πίσω απ’ το τείχος, καρτερούν με το όπλο στο χέρι, με την ψυχή στο στόμα. Άντρες και γυναίκες όμοια ντυμένοι με φουστανέλες και σελαχλίκια, τα παιδιά λαιμαριές κρεμασμένες απάνω στα κορμιά τους σαν τάματα σε εικονίσματα, ναρκωμένα απ’ το αφιόνι.
Μόλις το φεγγάρι χάνεται στα διαβατάρικα σύγνεφα, το πρόσταγμα των καπεταναίων ακούγεται σ’ όλη τη φάλαγγα σαν πνιχτικό ψιθύρισμα. Αγωνιστές και γυναικόπαιδα κινούν για τη μεγάλη Έξοδο διαβαίνοντας σιωπηρά την πύλη. Κάποιοι γέρνουν και φιλούν το χιλιοτρυπημένο απ’ τα βόλια τείχος, κάποιοι άλλοι το ανασκαμμένο απ’ τις μπόμπες χώμα. Τα ραίνουν, τα ποτίζουν με τα σεβαστικά τους δάκρυα. «Αχ, Μισολόγγι, που σ’ αφήνουμε… Αχ, αίματα που σε ποτίσαμε άδικα…»

“Στέλιος Καζαντζίδης”. «ΑΝΗΜΕΡΟ ΘΗΡΙΟ»

Για πρώτη φορά μιλάει για τη φήμη, το χρήμα, το αναγκαίο της ζωής, τα δώρα του Θεού, για τον πολλαπλασιαστή της αντοχής του βασανισμένου ανθρώπου, για την καταγωγή του θυμού του, για το κόστος της ειλικρίνειας, τα λάθη, τις εμμονές, τα κουσούρια, για τους ανθρώπους που αδίκησε και γι’ αυτούς που τον αδίκησαν, για τα κοροϊδιλίκια των ανθρώπων της νύχτας, για τους ανθρώπους που χτίζουν θεόρατα σπίτια για να ζήσει μέσα ο «κύριος Κανένας», για τον εθισμό της συνήθειας, για τη μεγάλη φωνή που έχει ανάγκη την ψυχή, για τον μετρονόμο της ευτυχίας, τη Ζωή, τη σεναριογράφο της ζωής, για την πείνα, το «ξύλο χωρίς όρια», τα ναρκωτικά, τον τζόγο. Κλείνει τη διαμάχη με τον Χρήστο Νικολόπουλο και ο Χρήστος δίνει στη δημοσιότητα για πρώτη φορά ένα από τα γράμματα που του έστελνε ο Στέλιος από την Αμερική. Μιλούν για τον Στέλιο: Α. Πάνου, Μαρινέλλα, Μ. Χατζιδάκις, Σ. Μάλαμας, Γ. Νταλάρας, Γ. Μπιθικώτσης, Ε. Βιτάλη, Δ. Σαββόπουλος, Στ. Κουγιουμτζής, Χ. Αλεξίου, Β. Καζαντζίδη, Σ. Χανούμ, Χρ. Νικολόπουλος και ο Λευτέρης Παπαδόπουλος.