Tο 2015 ήταν η πρώτη χρονιά μετά από τρία χρόια, που καταγράφηκε ουσιαστική και αξιόλογη αύξηση με βάση τα στοιχεία που διαβιβάστηκαν στη Βουλή από το ΥΠΟΙΚ και αφορούν στο πλήθος των Βεβαιώσεων Φόρου Μεταβίβασης ανά ΔΟΥ.


Συγκεκριμένα, βάσει των ανωτέρω στοιχείων από τις εννέα ΔΟΥ της Θεσσαλονίκης, το 2015 έγιναν 4.986 μεταβιβάσεις, έναντι των 3.740 πράξεων του 2014, διαφορά που καταγράφει ποσοστιαία άνοδο της τάξης του 33%.

Αυτή η αύξηση είναι η πρώτη που καταγράφεται από το 2011, έτος εκκίνησης στην ανάλυση της αγοράς από τον αρχιτέκτονα μηχανικό και συνεργάτη της ΕΤΕ κ. Αλεξ. Παντούδη, που παρουσιάσθηκε στο πρόσφατο συνέδριο της ΕΛΙΕ.

Το 2011 έγιναν συνολικά 6.306 μεταβιβάσεις. Την επόμενη χρονιά, το 2012, καταγράφηκαν 4.059, το 2013 έγιναν μόλις 3.576, το 2014  καταγράφηκε μία μικρή αύξηση στις 3.740 μεταβιβάσεις, ενώ πέρυσι, το 2015, βεβαιώθηκε φόρος για 4.986 μεταβιβάσεις.

Παρότι η περυσινή χρονιά- με την πολιτική αβεβαιότητα, τα capital controls, τη βαριά φορολογία και την αδράνεια της στεγαστικής πίστης-  ήταν μία πολύ δύσκολη χρονιά για όλη την οικονομία, η αγορά κατοικίας άρχισε να κινείται, σε όλη τη Θεσσαλονίκη. Ωστόσο η μεγαλύτερη κινητικότητα καταγράφηκε στο κέντρο και στην ανατολική Θεσσαλονίκη (π.χ Ντεπώ, από Φάληρο μέχρι Σχολή Τυφλών), αλλά και στους Αμπελοκήπους προς τα δυτικά.

Βεβαίως, η ζήτηση που εκδηλώθηκε για αγορά, συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με τις μειώσεις των τιμών όπου σε αρκετές περιπτώσεις, π.χ. στον Εύοσμο και στη Νικόπολη που είχαν μεγάλα οικιστική ανάπτυξη προ κρίσης, η ελάχιστη ανά τετραγωνικό μέτρο, το 2011, έγινε μέγιστη το 2015. Στο Ωραιόκαστρο, η μέγιστη το 2015 είναι έως και μικρότερη της ελάχιστης το 2011.

Η ίδια τάση καταγράφεται και στα ανατολικά - βορειοανατολικά του πολεοδομικού συγκροτήματος, αλλά με διαφοροποιήσεις. Στην Πυλαία, επί παραδείγματι, οι τιμές έδειξαν να «κρατάνε» κάπως περισσότερο από ό,τι στη Θέρμη, και στην Καλαμαριά να αντιστέκονται περισσότερο από ό,τι στο Πανόραμα.

Αυτό που θα πρέπει να σημειωθεί είναι ότι στις ζητούμενες τιμές τα ποσοστά διαπραγμάτευσης φτάνουν στο 20%-25% ή και παραπάνω.

Για την τρέχουσα χρονιά και με τις συνθήκες που επικρατούν στην οικονομία και την κτηματαγορά, δεν αναμένονται σημαντικές διαφοροποιήσεις καθώς και η αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών δεν αντικατοπτρίζει τις εμπορικές αξίες, απέχοντας πολύ από αυτές.