Πρέπει να επανεξετάσουμε τα περί πυρηνικής ενέργειας. Αυτό παραδέχτηκαν ειδικοί επιστήμονες που πήραν μέρος σε εκδήλωση με θέμα τη νέα εποχή των NaTech(όπως ονομάζονται οι φυσικές και τεχνολογικές καταστροφές, που προκαλούνται από φυσικά αίτια), και τίτλο «Εμπειρίες και συμπεράσματα από τους πρόσφατους σεισμούς της Ιαπωνίας και της Νέας Ζηλανδίας», που ...>>>διοργάνωσε το Τμήμα Κεντρικής Μακεδονίας του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΤΕΕ/ΤΚΜ).
«Οι φυσικές και τεχνολογικές καταστροφές που προκαλούνται από φυσικά αίτια (NaTech) συνιστούν ένα νέο κίνδυνο που μπορεί να εξελιχθεί σε παγκόσμια περιβαλλοντική κρίση, σε μία τεραστίων διαστάσεων καταστροφή», τόνισε ο καθηγητής Δυναμικής Τεκτονικής Εφαρμοσμένης Γεωλογίας του Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και αντιπρόεδρος του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας, δρ. Ευθύμης Λέκκας.
Όπως εξήγησε, περιγράφοντας τις επιπτώσεις του σεισμού μεγέθους 9.0 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, που εκδηλώθηκε στις 11 Μαρτίου 2011 στη θαλάσσια περιοχή ΒΑ του Tohoku της Ιαπωνίας, ο αριθμός και το μέγεθος των τεχνολογικών ατυχημάτων που προκλήθηκαν και οι συνέπειες από το ατύχημα στο πυρηνικό εργοστάσιο Fukushima Daiichi «δημιουργούν την υποχρέωση για μία καθολική επανεξέταση της χρήσης της πυρηνικής τεχνολογίας, όχι μόνο ως αυτοδύναμου και ανεξάρτητου τεχνολογικού συστήματος, αλλά σε αμεσότατο συνδυασμό με τις εξελισσόμενες γεωδυναμικές διεργασίες και τα φυσικά φαινόμενα». 
 Στους τρεις σεισμούς μεγέθους από 6 έως 7,1 βαθμών, που έπληξαν το τελευταίο 10μηνο την επαρχία Canterbury και κυρίως την πόλη Christchurch της νότιας νήσου της Νέας Ζηλανδίας αναφέρθηκε ο καθηγητής του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου Γεώργιος Γκαζέτας.  «Τα σεισμόγονα ρήγματα των τριών επεισοδίων αποτελούν περίπου το ένα συνέχεια του άλλου», είπε, επισημαίνοντας τη μεγάλη έκπληξη που προκάλεσε η διάρρηξή τους στους ειδικούς, καθώς «όχι μόνον τα ρήγματα αυτά δεν είχαν εντοπισθεί νωρίτερα, αλλά και δεν είχαν καν ενεργοποιηθεί για τουλάχιστον 16.000 έτη». 
Η Θεσσαλονίκη βρίσκεται στο επίκεντρο της ανάπτυξης- πιλοτικής εφαρμογής των πλέον προηγμένων διεθνώς μεθόδων και εργαλείων εκτίμησης της τρωτότητας και διαχείρισης του σεισμικού κινδύνου, τόνισε ο καθηγητής Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών ΑΠΘ Κυριαζής Πιτιλάκης, παρουσιάζοντας τα αποτελέσματα σχετικών ερευνών, οι οποίες αφορούν ιδιαίτερα στα δίκτυα κοινής ωφέλειας, σε υποδομές και σε κρίσιμες εγκαταστάσεις της πόλης.  «Η Θεσσαλονίκη παρουσιάζει έναν όχι αμελητέο βαθμό τρωτότητας, ίσως όμως όχι μεγαλύτερο από άλλες πόλεις στην Ελλάδα και την Ευρώπη, που εκτίθενται σε ίδιου μεγέθους σεισμούς. Το πλεονέκτημά της είναι ότι γνωρίζει καλύτερα από άλλες πόλεις τι την περιμένει και επομένως μπορεί εγκαίρως να λάβει τα κατάλληλα μέτρα», είπε. 
Τους βραχυπρόθεσμους στόχους της Πολιτείας στη διαμόρφωση της αντισεισμικής πολιτικής της χώρας παρουσίασε ο καθηγητής του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών του ΑΠΘ και Πρόεδρος ΟΑΣΠ Κοσμάς Στυλιανίδης. Μεταξύ άλλων αφορούν στον προσεισμικό έλεγχο κτιρίων δημόσιας χρήσης, την οργάνωση επιδοτούμενων προγραμμάτων προσεισμικής ενίσχυσης τρωτών ιδιωτικών κατασκευών, την ενίσχυση προγραμμάτων ενημέρωσης πληθυσμού.