Γράφει ο Γιάννης Χατζηιωαννίδης

Το 1991 αποτελεί μέχρι σήμερα ορόσημο για τη McLaren, καθώς ήταν η τελευταία φορά – πριν από τη φετινή σεζόν – που η ιστορική ομάδα κατάφερε να πανηγυρίσει δύο συνεχόμενα πρωταθλήματα κατασκευαστών στη Formula 1. Εκείνη η χρονιά σηματοδότησε το τέλος της μακροβιότερης περιόδου απόλυτης κυριαρχίας στην ιστορία της. Σήμερα, περισσότερο από τρεις δεκαετίες αργότερα, το ερώτημα που πλανάται πάνω από το Ουόκινγκ είναι αν η McLaren μπορεί να επαναλάβει ένα τέτοιο σερί επιτυχιών εν μέσω της νέας αγωνιστικής πραγματικότητας που έρχεται το 2026. Όπως και τότε, έτσι και τώρα, η απάντηση κρύβεται στην καρδιά του μονοθεσίου: στη φιλοσοφία της κατασκευής και στον τρόπο που η μονάδα ισχύος συνδυάζεται με το σασί και την αεροδυναμική.
Παρότι υπήρξαν περίοδοι όπου η McLaren διεκδίκησε σημαντικές διακρίσεις – όπως μεταξύ 1998 και 2008, ή ακόμη και στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’70 καμία από αυτές δεν μπορεί να συγκριθεί με την «χρυσή οκταετία» 1984-1991. Σε εκείνο το διάστημα, η ομάδα σάρωσε το άθλημα με τρεις διαφορετικούς θρύλους του σπορ: τον Νίκι Λάουντα, τον Αλέν Προστ και τον Άιρτον Σένα. Επτά πρωταθλήματα οδηγών και έξι κατασκευαστών σε οκτώ χρόνια συνθέτουν μια εποχή ανεπανάληπτης υπεροχής.
Μετά τη νίκη του Λάντο Νόρις στο Μαϊάμι το 2024, τον τίτλο των κατασκευαστών την ίδια χρονιά, και τον τίτλο στους οδηγού για πρώτη φορά μετά το 2008, πολλοί αναρωτιούνται αν η McLaren ζει την απαρχή μιας νέας δυναστείας. Μπορεί να γίνει η επόμενη ομάδα, μετά τις Williams (1992-1997), Ferrari (1999-2004) και Mercedes (2014-2021), που θα χτίσει μια σταθερή αυτοκρατορία;
Η απάντηση θα φανεί με τους νέους τεχνικούς κανονισμούς του 2026, που επαναφέρουν τον κινητήρα στο επίκεντρο της εξέλιξης, όπως συνέβη το 2014 αλλά και τη δεκαετία του 1980, τότε που η επανάσταση των Turbo άλλαξε τη μορφή της F1.

Η εποχή των Turbo και το θεμέλιο της κυριαρχίας

Από το 1977, όταν η Renault εισήγαγε τους υπερτροφοδοτούμενους κινητήρες, το άθλημα εισήλθε σε μια φάση τεχνολογικής έκρηξης. Η McLaren προσάρμοσε σχετικά αργά τη φιλοσοφία της, αλλά όταν το έκανε συστηματικά υπό τον Ρον Ντένις, η πρόοδος ήταν καταιγιστική. Το καθοριστικό βήμα ήρθε με τη McLaren MP4/2 του Τζον Μπάρναρντ και τη συνεργασία με την Porsche, που οδήγησε στη δημιουργία του περίφημου TAG Turbo V8. O συνδυασμός του νέου μονοκόκ από ανθρακονήματα, της πρωτοποριακής αεροδυναμικής και της αυξημένης ισχύος έθεσαν νέα στάνταρ. Το 1984, η McLaren βρέθηκε σε άλλο επίπεδο. Ο Λάουντα στέφθηκε πρωταθλητής με διαφορά… μισού βαθμού από τον Προστ, αλλά η υπεροχή της ομάδας ήταν αδιαμφισβήτητη. Η συνέχεια ήταν εξίσου εντυπωσιακή. Με τις εκδόσεις B και C της MP4/2, η McLaren συνέχισε να πρωταγωνιστεί και να κερδίζει τίτλους, παρά τους περιορισμούς στους κανονισμούς και τις αλλαγές στα ελαστικά. Ο Προστ κέρδισε δύο σερί πρωταθλήματα (1985-1986), ενώ το 1987 η κυριαρχία περιορίστηκε, αλλά δεν εξαφανίστηκε.

Η μετάβαση στο απόλυτο: Senna – Honda – MP4/4

Με την αποχώρηση του Μπάρναρντ το 1986, ξεκίνησε μια νέα εποχή που αποδείχθηκε ακόμη πιο εντυπωσιακή. Η συνεργασία με τη Honda και η έλευση του Άιρτον Σένα μεταμόρφωσαν τη McLaren. Το 1988 παρουσιάστηκε το μονοθέσιο  θρύλος MP4/4, το οποίο σχεδίασε ο Γκόρντον Μάρεϊ. Με 15 νίκες σε 16 αγώνες, έγινε συνώνυμο της τελειότητας. Η McLaren κατέκτησε το πρωτάθλημα με υπερδιπλάσιους βαθμούς από τους αντιπάλους της, ενώ ο Σένα στέφθηκε για πρώτη φορά παγκόσμιος πρωταθλητής, με τον Προστ μόλις λίγους βαθμούς πίσω του. Με την απαγόρευση των Turbo το 1989, η McLaren απλώς προσαρμόστηκε και συνέχισε. Οι V10 και στη συνέχεια οι V12 κινητήρες της Honda συνδυάστηκαν με νέα μονοθέσια (MP4/5, MP4/5B και MP4/6), που διατήρησαν τον αέρα υπεροχής. Ο Σένα κυριάρχησε, ενώ η Williams άρχισε να ανεβαίνει επικίνδυνα. Παρ’ όλα αυτά, η McLaren κατάφερε να κρατήσει τον τίτλο μέχρι το 1991.

Ο χρυσός κανόνας: απόλυτη σύμπλευση κινητήρα – σασί

Το μεγαλύτερο μάθημα από αυτή την περίοδο είναι ξεκάθαρο: η επιτυχία γεννιέται όταν ο κινητήρας και η αεροδυναμική σχεδιάζονται ως ενιαίο σύνολο. Όταν το μονοθέσιο «χτίζεται» γύρω από τη μονάδα ισχύος και η μονάδα ισχύος «χτίζεται» γύρω από τις ανάγκες του μονοθεσίου. Ακριβώς αυτό το πλεονέκτημα είχε η McLaren τότε χάρη στην αποκλειστική συνεργασία με την Honda. Οι Ιάπωνες μηχανικοί δούλευαν με μοναδικό στόχο τις απαιτήσεις των Σένα, Προστ και του σχεδιαστικού επιτελείου.

Το μεγάλο στοίχημα του 2026

Η σημερινή McLaren δεν έχει αυτό το προνόμιο. Από το 2026 θα συνεχίσει να χρησιμοποιεί κινητήρες Mercedes, αλλά ως πελατειακή ομάδα. Αυτό σημαίνει πως η μονάδα ισχύος της θα σχεδιαστεί πρωτίστως για τις ανάγκες της εργοστασιακής ομάδας Mercedes – και όχι για το αεροδυναμικό concept που θα επιθυμούσε το Ουόκινγκ. Η νέα γενιά κινητήρων περιλαμβάνει:
λιγότερους ηλεκτροκινητήρες,
πολύ μεγαλύτερη μπαταρία,
διαφορετική ανάκτηση ενέργειας,
νέα ισορροπία μεταξύ ισχύος και συνολικού packaging.

Όλα αυτά επηρεάζουν τις αναρτήσεις, τις μπαταρίες, τις χωροταξικές επιλογές και κυρίως την αεροδυναμική φόρτιση του πίσω άξονα. Η McLaren καλείται να σχεδιάσει ένα ολοκαίνουριο μονοθέσιο με παραμέτρους που δεν μπορεί να ελέγξει πλήρως. Αυτό κάνει την πρόκληση πιο δύσκολη σε σύγκριση με την περίοδο της απόλυτης συνεργασίας Honda–McLaren. Τότε όλα λειτουργούσαν ως ένα αδιαίρετο σύνολο. Σήμερα, το παζλ έχει περισσότερα κομμάτια, και όχι όλα στα χέρια της ομάδας.

Μπορεί να ξαναχτίσει μια αυτοκρατορία;

Ο Αντρέα Στέλλα και το επιτελείο του έχουν δείξει ότι διαθέτουν το ταλέντο και την τεχνική ικανότητα για να φέρουν τη McLaren στην κορυφή. Αν καταφέρουν να αφομοιώσουν άριστα τη μονάδα ισχύος της Mercedes στο νέο σασί, να λύσουν τον αεροδυναμικό γρίφο και να εκμεταλλευτούν το οδηγικό δίδυμο Νόρις–Πιάστρι, τότε η McLaren μπορεί πραγματικά να εισέλθει σε μια νέα εποχή σταθερής κυριαρχίας. Μόνο τότε θα μπορεί να σταθεί ξανά δίπλα στα μεγαθήρια των ’80s και στους θρύλους Σένα–Προστ, συγκρίνοντας το παρελθόν με το παρόν όχι μόνο συναισθηματικά, αλλά και αγωνιστικά.