Γράφει ο Γιάννης Χατζηιωαννίδης

Τα τελευταία χρόνια το ΝΒΑ βιώνει μια ιστορική μεταμόρφωση: ποτέ άλλοτε δεν είχαν αλλάξει χέρια τόσες ομάδες σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα. Από το 2020 μέχρι σήμερα σχεδόν το 25% των franchises πέρασε σε νέους ιδιοκτήτες, ενώ μόνο μέσα στο 2024 ανακοινώθηκαν τρεις τεράστιες συμφωνίες — από Σέλτικς, Λέικερς και Μπλέιζερς — με συνολικό τίμημα που υπερβαίνει τα 20 δισεκατομμύρια ευρώ.

Από σπάνιο φαινόμενο σε κανονικότητα

Σε αντίθεση με τις προηγούμενες δεκαετίες, όπου οι πωλήσεις ήταν μετρημένες στα δάχτυλα, σήμερα έχουν γίνει σχεδόν ετήσια εξέλιξη. Τη δεκαετία του ’90, ομάδες όπως οι Μάτζικ ή οι Τίμπεργουλβς άλλαζαν χέρια για ποσά που δεν ξεπερνούσαν τα 90 εκατομμύρια ευρώ — ποσό που σήμερα φαντάζει ασήμαντο μπροστά στις σύγχρονες τιμές των franchises. Η πραγματικότητα είναι πως η συνολική αξία της λίγκας έχει εκτοξευθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε ακόμα και σύλλογοι με περιορισμένη εμπορική ακτινοβολία κοστολογούνται πλέον σε εντυπωσιακά νούμερα.

Οι λόγοι πίσω από την έκρηξη

Αν και κάθε πώληση έχει τη δική της ιστορία, ορισμένες τάσεις είναι καθοριστικές:
Σκάνδαλα και διοικητικές κρίσεις, όπως στην περίπτωση του Ρόμπερτ Σάρβερ στους Σανς, μπορούν να ωθήσουν σε άμεση αλλαγή ιδιοκτησίας.
Εκπλήρωση διαθηκών και οικογενειακών αποφάσεων, όπως με την πώληση των Μπλέιζερς, προκαλούν μεταβολές που αλλιώς θα καθυστερούσαν.
Το πανίσχυρο οικονομικό περιβάλλον του ΝΒΑ, που κάνει τη στιγμή ευνοϊκή για όσους θέλουν να «εξαργυρώσουν» δεκαετίες επενδύσεων.

Η γενιά των 60+ που αποχωρεί

Ο Μαρκ Κιούμπαν το είπε ξεκάθαρα: η γενιά των παραδοσιακών ιδιοκτητών έχει μεγαλώσει. Πολλοί έχουν περάσει τα 60 και αναζητούν έναν πιο ήρεμο τρόπο ζωής – ή απλώς θέλουν να διαχειριστούν διαφορετικά την περιουσία τους σε σχέση με την επόμενη γενιά.

Παραδείγματα:

Τζίνι Μπας (Λέικερς) – 64
Γουίκ Γκόισμπεκ (Σέλτικς) – 64
Τζόντι Άλεν (Μπλέιζερς) – 66
Τη θέση τους παίρνουν νεότεροι επενδυτές, συχνά με προφίλ τεχνολογίας ή venture capital, όπως ο Μαρκ Λορ, ο Άλεξ Ροντρίγκεζ ή ο νέος κύριος μέτοχος των Σέλτικς, Μπιλ Τσιζόλμ. Με τις αποτιμήσεις των ομάδων στο υψηλότερο σημείο όλων των εποχών, πολλοί άνθρωποι αυτής της γενιάς θεωρούν πως δεν έχει νόημα να περιμένουν άλλο. Το «κλείδωμα» των κερδών τώρα μοιάζει σχεδόν αυτονόητο.

Ο Μαρκ Κιούμπαν ως χαρακτηριστική περίπτωση

Ο Κιούμπαν, μια από τις πιο αναγνωρίσιμες φιγούρες της αμερικανικής επιχειρηματικότητας, αγόρασε τους Ντάλας Μάβερικς το 2000 και τους μετέτρεψε σε έναν από τους πιο σταθερούς και επιτυχημένους οργανισμούς του ΝΒΑ. Παρά το πάθος του, επέλεξε να πουλήσει τον έλεγχο της ομάδας το 2023, στα 67 του. Παρέμεινε μειοψηφικός μέτοχος και εξακολουθεί να έχει λόγο στη λειτουργία της ομάδας, αλλά ξεκαθάρισε ότι το ΝΒΑ έχει μπει σε μια νέα εποχή όπου η ιδιοκτησία ομάδας απαιτεί πολύ περισσότερα από αγάπη για το άθλημα.

Το ΝΒΑ ως real estate project

Κατά τον Κιούμπαν, το μοντέλο του ΝΒΑ έχει μετατραπεί σε κάτι τελείως διαφορετικό: οι ομάδες οφείλουν πλέον να λειτουργούν σαν εταιρείες ακινήτων. Οι αρένες και οι γύρω περιοχές εξελίσσονται σε τεράστια εμπορικά projects, με εστιατόρια, ψυχαγωγία και οικιστικές αναπτύξεις. Το αγωνιστικό προϊόν είναι πλέον μόνο ένα κομμάτι της εξίσωσης. Από το 2021, τα private equity funds μπορούν να αγοράζουν μειοψηφικά πακέτα μετοχών. Έτσι:
η Sixth Street έχει επενδύσει σε Σέλτικς και Σπερς,
η Dyal σε Χοκς και Τίμπεργουλβς,
η Arctos σε Γουόριορς, Τζαζ και Κινγκς.
Αυτή η εισροή θεσμικού κεφαλαίου δίνει στους παλιούς ιδιοκτήτες πρόσθετη ρευστότητα και καθιστά τα franchises πιο ελκυστικά από ποτέ.

Το τηλεοπτικό υπερ-συμβόλαιο που άλλαξε τα δεδομένα

Το νέο πακέτο τηλεοπτικών δικαιωμάτων με ESPN, NBC και Amazon — συνολικής αξίας 77 δισ. δολαρίων — αποτελεί σημείο καμπής. Η αύξηση κατά 220% σε σχέση με την προηγούμενη συμφωνία εκτόξευσε την αξία της λίγκας και των ομάδων. Με τέτοια προβλεψιμότητα εσόδων, ειδικά σε μια περίοδο εργασιακής ηρεμίας μεταξύ παικτών και λίγκας, τα franchises του ΝΒΑ θεωρούνται πλέον από τα πιο ασφαλή επενδυτικά assets στις ΗΠΑ.

Το μέλλον

Όλα δείχνουν ότι το κύμα πωλήσεων δεν αποτελεί πρόσκαιρη συγκυρία αλλά την αρχή μιας νέας εποχής. Η άνοδος στις αποτιμήσεις, η είσοδος των επενδυτικών funds, τα τεράστια τηλεοπτικά συμβόλαια και η σταδιακή απόσυρση της παλαιότερης γενιάς ιδιοκτητών δημιουργούν το τέλειο περιβάλλον για τη μεγαλύτερη ανακατάταξη ιδιοκτησίας στην ιστορία του ΝΒΑ. Σε αυτή τη νέα πραγματικότητα, η πώληση μιας ομάδας δεν είναι σημάδι παραίτησης — είναι, για πολλούς, η μεγαλύτερη επιχειρηματική ευκαιρία της ζωής τους.