«Δεν είμαι αρκετά γενναία για να παίρνω ρίσκα. Το να κάνω ταινίες με τον Μίκαελ Χάνεκε ή τον Πολ Βερχόφεν δεν είναι ρίσκο· είναι το εντελώς αντίθετο. Είναι το πιο ασφαλές πράγμα στον κόσμο». Με αυτή τη φράση, που συνόψισε τη φιλοσοφία της απέναντι στην τέχνη και τη ζωή, άνοιξε η Ιζαμπέλ Ιπέρ τη συνέντευξη Τύπου στο πλαίσιο του 66ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, όπου ήταν η κεντρική προσκεκλημένη.
Στην ασφυκτικά γεμάτη αίθουσα «Τζον Κασσαβέτης» στο Λιμάνι, η σπουδαία Γαλλίδα ηθοποιός μίλησε με αφοπλιστική ειλικρίνεια για τις επιλογές της, τη θέση της γυναίκας στο σύγχρονο σινεμά, την πολιτική διάσταση της τέχνης, αλλά και για τη διαχρονική σχέση εμπιστοσύνης ανάμεσα στον ηθοποιό και τον σκηνοθέτη.
Αναφερόμενη στο αφιέρωμα του φεστιβάλ, που περιλαμβάνει δεκαπέντε ταινίες της από διαφορετικές περιόδους της καριέρας της, η Ιπέρ χαμογέλασε: «Βασικά, μου αρέσουν όλες οι ταινίες μου. Μπορούσα να επιλέξω κι άλλες». Εξήγησε πως η επιλογή περιλαμβάνει έργα όχι μόνο από τη Γαλλία, αλλά και από το εξωτερικό, «με διαφορετικούς δημιουργούς, οι οποίοι, με τον δικό τους τρόπο, επαναλαμβάνουν τις επιλογές μου».
Ο Τσιμίνο και ο Χίτσκοκ...
Για τη συνεργασία της με μεγάλους σκηνοθέτες τόνισε ότι η εμπιστοσύνη είναι το κλειδί. «Το πραγματικά δύσκολο είναι να συνεργάζεσαι με ανθρώπους που δεν καταλαβαίνεις, που δεν εμπιστεύεσαι» είπε, υπογραμμίζοντας πως η ασφάλεια και η ειλικρίνεια στη δημιουργία είναι πιο σημαντικές από την “τόλμη” που συχνά ζητά η βιομηχανία.
Η ηθοποιός αναφέρθηκε και στην εμπειρία της από την ταινία Heaven’s Gate του Μάικλ Τσιμίνο, που τότε θεωρήθηκε αποτυχία αλλά αναγνωρίστηκε αργότερα ως αριστούργημα. «Ήμουν επτά μήνες στη Μοντάνα και φυσικά, τώρα η ταινία είναι γνωστή τόσο για την αποτυχία της όσο και για την επιτυχία της. Η επιτυχία όμως ήρθε μετά από χρόνια» είπε, τονίζοντας ότι για εκείνη η δημιουργία έχει μεγαλύτερη αξία από την αποδοχή. «Δεν κάνουμε ταινίες για να μένουν κλεισμένες σε ένα δωμάτιο· κάνουμε ταινίες για να είναι ανοιχτές όσο γίνεται».
Όταν ρωτήθηκε αν θεωρεί δύσκολη την υποκριτική, απάντησε με χαρακτηριστική απλότητα: «Δεν ξέρω αν κάνω την υποκριτική να μοιάζει εύκολη. Το κάνω εύκολα, γιατί μου αρέσει. Δεν θεωρώ τους ρόλους μου κάποια πρόκληση, είναι εμπειρίες που περνούν και μένουν στο παρελθόν». Και συμπλήρωσε: «Το ενδιαφέρον για αυτούς τους ρόλους είναι ότι τα όρια μεταξύ καλού και κακού είναι ανοιχτά».
Η Ιπέρ παραδέχτηκε πως δεν την ενδιαφέρει αν ένας χαρακτήρας είναι “συμπαθητικός”. «Παλιότερα στο σινεμά υπήρχαν οι “καλοί” και οι “κακοί”. Τώρα τα όρια είναι πιο θολά, και αυτό το κάνει πιο ανθρώπινο» είπε, εξηγώντας ότι προτιμά ρόλους που αμφισβητούν, που σπάνε τη γραμμή του ηθικού και φωτίζουν την ανθρώπινη σκιά.
Σε ερώτηση για το αν υπήρξε ποτέ ρόλος που θα ήθελε να έχει παίξει, η Ιπέρ απάντησε με χιούμορ και νοσταλγία: «Αν μπορούσα, θα ήθελα να δουλέψω με τον Άλφρεντ Χίτσκοκ, στο Δεσμώτη του Ιλίγγου. Στην πραγματικότητα, σε όλες του τις ταινίες. Δεν ξέρω αν θα ήμουν αρκετά ξανθιά γι’ αυτόν» είπε, προκαλώντας χαμόγελα στο ακροατήριο.
Δεν είναι αρκετές όσες φωνές κι αν ακουστούν για όσους υποφέρουν
Στη συνέχεια αναφέρθηκε με πάθος στη θέση της γυναίκας στο σινεμά: «Πάντα προσπαθούσα να κάνω ταινίες όπου η γυναίκα είναι στο κέντρο. Είναι ο καλύτερος τρόπος για να μιλήσω για έναν χαρακτήρα χωρίς να είμαι πίσω από έναν άντρα. Υπάρχουν περισσότερες γυναίκες δημιουργοί στην Ευρώπη και στον κόσμο — κι αυτά είναι τα καλά νέα. Αλλά πρέπει να το βελτιώσουμε κι άλλο».
Τέλος, όταν ρωτήθηκε για το Παλαιστινιακό, η Ιπέρ μίλησε με καθαρή πολιτική συνείδηση: «Ποτέ δεν είναι αρκετές όσες φωνές και να ακουστούν, ό,τι κι αν γίνει, για όσους υποφέρουν στον πλανήτη».

Σχόλια
Τα σχόλια ελέγχονται πριν από τη δημοσίευση. Απαντάμε σε επώνυμα σχόλια. Διαγράφουμε υβριστικά σχόλια, που μπορεί να προκαλέσουν εισαγγελική παρέμβαση.
Με τη λέξη επαλήθευσης που ζητάμε, προσπαθούμε να αποφύγουμε τα spam και τυχόν ιούς, που θα βλάψουν και το δικό σας υπολογιστή.