Αβέβαιο μοιάζει το μέλλον της μετακινούμενης κτηνοτροφίας. Από τους 15.000 μετακινούμενους κτηνοτρόφους της δεκαετίας του ’60, σήμερα απέμειναν λιγότεροι από 3.000. 
Ως πριν λίγα χρόνια ήταν η έλλειψη στήριξης, η γραφειοκρατία και το υψηλό κόστος που απειλούσαν να «σβήσουν» μια παράδοση που δεν είναι απλώς οικονομική δραστηριότητα, αλλά άυλη πολιτιστική κληρονομιά. Σε αυτά τα προβλήματα προστέθηκαν, εφέτος, τα αυστηρά μέτρα για την ευλογιά των προβάτων.
Ο 49χρονος Αργύρης Μπαϊρακτάρης, κτηνοτρόφος που κάθε χρόνο περπατά οδηγώντας τα ζώα του από τον Αυγερινό Κοζάνης ως τον Τύρναβο, μια διαδρομή που διαρκεί 12 ημέρες και αποτελεί αναβίωση μιας αρχέγονης τελετουργίας, όπου άνθρωπος και φύση πορεύονται μαζί, μίλησε στο Αθηναϊκό - Μακεδονικό πρακτορείο ειδήσεων τονίζοντας ότι η μετακινούμενη κτηνοτροφία, πέρα από επάγγελμα, αποτελεί οικοσύστημα σε κίνηση. Τα κοπάδια καθαρίζουν το τοπίο, ανανεώνουν τη βλάστηση και προστατεύουν τη φύση από πυρκαγιές. «Όταν χαθεί το κοπάδι, χάνεται και η ισορροπία του τόπου» τονίζει ο Αργύρης, συνδέοντας τη μοίρα των ζώων με εκείνη των μελισσών, που ανθίζουν μόνο σε ζωντανή φύση.
Στη Δυτική Μακεδονία, σε χωριά όπως η Σαμαρίνα, η Βλάστη και το Μεσολούρι, η μετακινούμενη κτηνοτροφία υπήρξε για αιώνες ο σφυγμός της ζωής. Όμως τα τελευταία χρόνια οι ζωονόσοι και οι αυστηροί κανονισμοί έχουν αλλάξει ριζικά τις συνθήκες. Οι μετακινήσεις γίνονται, πλέον, με φορτηγά σε ελεγχόμενες ζώνες, κι έτσι οι παλιές «Βλαχόστρατες» έπαψαν να γεμίζουν με κουδούνια και βήματα. 
Για τον 49χρονο κτηνοτρόφο η ζωή χωρίζεται σε δύο πατρίδες —το βουνό και το χειμαδιό. Σε δύο κόσμους που συμπληρώνουν ο ένας τον άλλον. Στον Τύρναβο περνά τον χειμώνα, στον Αυγερινό το καλοκαίρι. «Δύο σπίτια, δύο στάβλοι, δύο αρμεχτήρια» λέει χαρακτηριστικά, τονίζοντας πως πλέον η μετακίνηση είναι οικογενειακή υπόθεση: Οι γυναίκες μαγειρεύουν και αρμέγουν, οι άντρες οδηγούν και οργανώνουν, ενώ τα παιδιά πηγαίνουν σχολείο στη Λάρισα επιστρέφοντας το καλοκαίρι για να ξαναπιάσουν τον παλιό ρυθμό.
Αυτός ο ρυθμός, ωστόσο, έχει διαταραχθεί. Τα ζώα, όπως εξηγεί ο Μπαϊρακτάρης, θυμούνται τα μονοπάτια και τα κονάκια τους και η καθυστέρηση της μετακίνησης τα αποδιοργανώνει. «Το σώμα τους θυμάται, ακόμα κι όταν το μυαλό ξεχνά» σημειώνει. Κάπως έτσι και οι κτηνοτρόφοι αισθάνονται αποκομμένοι από έναν τρόπο ζωής που έδινε ισορροπία και νόημα.
«Η μετακινούμενη κτηνοτροφία δεν είναι παρελθόν» καταλήγει ο κ. Μπαϊρακτάρης. «Είναι η μνήμη σε κίνηση, ο τρόπος που ο άνθρωπος έμαθε να ζει με τη φύση — όχι εναντίον της».