Γράφει ο Γιάννης Παπαδόπουλος*

Ας αρχίσουμε με μια γενική παραδοχή: Κάθε συνάντηση των ηγετών Ελλάδας και Τουρκίας είναι ένα βήμα για την απομείωση της έντασης. Αυτό το στόχο είχε η επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα. Πάντα θα υπάρχουν αυτοί που θα βλέπουν το ποτήρι μισοάδειο. Θα επιβεβαιώνουν, ωστόσο,  με τη στάση τους ότι, είναι και...μισογεμάτο.
Επί της ουσίας, η συνάντηση κορυφής στην Αθήνα, έστειλε ένα μήνυμα ηρεμίας και ψυχραιμίας προς όλους, στο εσωτερικό των δύο χωρών αλλά , κυρίως, προς τη διεθνή κοινή γνώμη, προς τις πολιτικές ηγεσίες χωρών σ΄Ανατολή και Δύση.
Θεαματικά αποτελέσματα δεν υπήρξαν. 
Καμιά από τις δύο χώρες δεν μετακινήθηκε από τις θέσεις της. Έγινε, όμως, κάτι πολύ σημαντικό: Υπογράφηκαν οκτώ (8) μνημόνια συνεργασίας σε διάφορους τομείς, από την Παιδεία ως την Ενέργεια και συνομολογήθηκαν άλλες επτά κοινές δηλώσεις- διακηρύξεις.
Ασφαλώς δεν είναι η πρώτη φορά, που συμβαίνει κάτι τέτοιο. Ωστόσο, η υπογραφή τους υποδηλώνει τη θέληση των ηγεσιών των δύο χωρών, να βαδίσουν στο δρόμο της συνεργασίας. 
Είναι , όμως, η πρώτη φορά, που η Συνθήκη Σένγκεν, διαφοροποιείται στα 10 ελληνικά νησιά, που θα μπορούν να επισκέπτονται οι Τούρκοι πολίτες. Θα παίρνουν αμέσως βίζα, όλο το χρόνο, όποτε το ζητήσουν. Αυτό γίνεται με την άδεια των Βρυξελλών, που μ΄αυτό τον τρόπο συμβάλλει στη σταδιακή εξομάλυνση των σχέσεων των δύο χωρών.
Η αμοιβαία κατανόηση μεταξύ δύο λαών, που βρίσκονται σε διαρκή επαγρύπνηση τα τελευταία 50 χρόνια τουλάχιστον, περνάει μέσα από τη συνεργασία στο εμπόριο, τον τουρισμό, το συγχρωτισμό των γυμνασιόπαιδων με κοινές μαθησιακές ασκήσεις και συνεργασίες, με την ανταλλαγή πληροφοριών και εμπειριών στον αγροτικό τομέα.
Ευχή όλων είναι να παγιωθεί μια σχέση αμοιβαίας εμπιστοσύνης, τουλάχιστον στα λεγόμενα θέματα "χαμηλής έντασης". 
Οι διαφορές παραμένουν στα μεγάλα, στην υφαλοκρηπίδα, στην αποστρατιωτικοποίηση των νησιών και στην Κύπρο.
Αλλά, προφανώς, μπορούμε να πορευτούμε συζητώντας και αποφεύγοντας τις εντάσεις.




*Ο Γιάννης Παπαδόπουλος είναι δημοσιογράφος