Στο χρονικό των συλλήψεων των 12 κατηγορούμενων, τις πρώτες τους αντιδράσεις και τις θέσεις που μετέφεραν στους αστυνομικούς ως προς τον βαθμό εμπλοκής τους στην άγρια οπαδική επίθεση, αλλά και όσα προηγήθηκαν αυτής, αναφέρθηκε αστυνομικός του Τμήματος Εγκλημάτων Κατά Ζωής, με την εξέταση του οποίου συνεχίζεται για 10η μέρα στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Θεσσαλονίκης η δίκη για τη δολοφονία του 19χρονου Άλκη Καμπανού και τον τραυματισμό των δύο φίλων του.

Στηρίζοντας σε μεγάλο βαθμό την κατάθεσή του στην εκδοχή που μετέφερε στην Υπηρεσία του ο τρίτος κατηγορούμενος, ο μάρτυρας ανέφερε ότι η επίθεση εκδηλώθηκε ως «αντίποινα» σε προγενέστερο οπαδικό επεισόδιο που είχε διαδραματιστεί στην περιοχή του Ωραιοκάστρου, όταν «οπαδοί του Άρη κυνήγησαν οπαδούς του ΠΑΟΚ». Κατά την ίδια εκδοχή, η απόφαση να μεταβούν στη Χαριλάου ελήφθη από τον πρώτο κατηγορούμενο (σ.σ. που συνελήφθη χρονικά πρώτος), για τον οποίο τονίστηκε ότι ήταν εκ των ηγετικών στελεχών κεντρικού συνδέσμου οπαδών του ΠΑΟΚ, όπου «έκανε κουμάντο στις μικρότερες ηλικίες». Από τον συγκεκριμένο σύνδεσμο ξεκίνησε, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, η διαδρομή των κατηγορουμένων προς τη Χαριλάου.

«Άρχισαν να παίρνουν τηλέφωνα και να συγκεντρώνονται στον σύνδεσμο. Η απόφαση να διαπράξουν το έγκλημα πάρθηκε από όλους», είπε ο αστυνομικός και αναφέρθηκε στις θέσεις που έλαβαν μέσα στα τρία οχήματα, διάταξη που -όπως πρόσθεσε- ήταν προϊόν των σχέσεών τους, δηλαδή «ποιος ήταν περισσότερο γνωστός με τον άλλον».

«Μετέβησαν όλοι μαζί. Έκαναν βόλτες στην περιοχή, απέφυγαν να κινηθούν μπροστά από το γήπεδο του Άρη», συνέχισε την κατάθεσή του ο αστυνομικός και αναφέρθηκε στην ερώτηση που απηύθυναν οι δράστες για το τι ομάδα είναι οι παθόντες. Όταν έλαβαν την απάντηση ότι είναι Άρης «κινήθηκαν σχεδόν όλοι μαζί», είπε ο μάρτυρας, προσδιορίζοντας το τρίτο αυτοκίνητο ως το όχημα που ήταν πιο κοντά στα σκαλοπάτια της οικοδομής επί της οδού Γαζή, όπου εκδηλώθηκε η επίθεση.

Ο ίδιος κατονόμασε αυτούς που κρατούσαν το δρεπάνι, το κάραμπιτ και το ξύλινο στειλιάρι, όπλα τα οποία εντοπίστηκαν, ενώ κατονόμασε και το πρόσωπο που κρατούσε μαχαίρι, το οποίο όμως δεν βρέθηκε κατά τις έρευνες. Επιπλέον, κατονόμασε -με βάση τα βίντεο που επισκοπήθηκαν από την Υπηρεσία του- τα τέσσερα άτομα που «έφυγαν τελευταία πάνω από τον Άλκη» και προέρχονταν από τα δύο πρώτα οχήματα.

«Πήγαν για να βλάψουν...», ανέφερε σε σχετική ερώτηση της πολιτικής αγωγής, ενώ αναφορικά με τη θέση που διατύπωσαν οι κατηγορούμενοι ως προς τα θανατηφόρα χτυπήματα του 19χρονου ανέφερε: «Όσοι παραδέχθηκαν ότι χτύπησαν, είπαν ότι χτύπησαν τον κολλητό του».

«Ο Άλκης προσπάθησε να αμυνθεί» 

Αναφερόμενος σε γενετικό υλικό (αίμα) του 'Αλκη που εντοπίστηκε στο δρεπάνι και συγκεκριμένα στο «κομβίο» αναδίπλωσής του, ο μάρτυρας είπε ότι ο 19χρονος «προσπάθησε να αμυνθεί». Για τον φίλο του 'Αλκη που τραυματίστηκε πιο σοβαρά σε σχέση με τον δεύτερο τραυματία νεαρό, κατέθεσε ότι επέζησε χάρη στην άμεση ανταπόκριση του ΕΚΑΒ, «διαφορετικά ενδεχομένως να είχε κι αυτός μοιραία κατάληξη».

Ο ίδιος μάρτυρας διέψευσε τον ισχυρισμό τού 4ου κατηγορούμενου ότι κυνήγησε τους δύο φίλους του 'Αλκη και μετά επέστρεψε στο αυτοκίνητο, επισημαίνοντας - βάσει του βιντεοληπτικού υλικού - ότι μετά το κυνηγητό γύρισε στο σημείο της δολοφονίας και ακολούθως κινήθηκε προς το όχημα.

Κληθείς δε, να αναφερθεί στις δύο μανσέτες (μεγάλα μαχαίρια) που εντοπίστηκαν κοντά στο σημείο του φονικού επεισοδίου και δεν προέκυψε να συνδέονται με τους δράστες, κατέθεσε ότι ανήκαν στα άτομα που μόλις αντιλήφθηκαν το συμβάν κινήθηκαν προς το σημείο της επίθεσης, αναγκάζοντας τους κατηγορούμενους να τραπούν σε φυγή (όπως φάνηκε και σε βίντεο). «Ενδεχομένως να είχαμε θύματα κι από τις δύο πλευρές» είπε ο αστυνομικός αναφερόμενος στο ενδεχόμενο να ακολουθούσε μεταξύ τους συμπλοκή.
 
Το περιστατικό στα κρατητήρια 

Σε ερώτηση για το εάν οι κατηγορούμενοι έδειξαν μεταμέλεια ο αστυνομικός απάντησε ως εξής: «Κανένας δεν με έπεισε ότι έδειξε μεταμέλεια. Είπαν κάποια λόγια, για να τα πούνε», ενώ μετέφερε στο δικαστήριο περιστατικό που έγινε είκοσι μέρες μετά τη δολοφονία κατά την κράτησή τους στα κρατητήρια της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Θεσσαλονίκης. 

Όπως ανέφερε ο μάρτυρας, φίλος κατηγορούμενου είχε φέρει κάποια ρούχα και κατά την αποχώρηση του φώναξε "κρατάτε γερά". «Τότε οι κατηγορούμενοι ξεκίνησαν να φωνάζουν συνθήματα του ΠΑΟΚ. Επικράτησε οχλαγωγία για περίπου δέκα λεπτά μέχρι να σταματήσουν», ανέφερε ο αστυνομικός περιγράφοντας το περιστατικό. 

Η δίκη διεκόπη λόγω παρέλευσης ωραρίου και θα επαναληφθεί στις 2/3 με την κατάθεση του ίδιου μάρτυρα. Στη συνέχεια, είναι προγραμματισμένο να εξεταστούν διασώστες και γιατρός του ΕΚΑΒ που κλήθηκαν να μεταβούν στον τόπο τέλεσης του εγκλήματος.