Ήταν 1987. Ο Σπύρος Παγιατάκης πέρασε την πόρτα της Βραδυνής (στην Τσιμισκή 17) και, μετά από μία κουβέντα με τον Γιώργο Αδάμ, γύρισε και μου είπε: Ανοίγει ο Αντέννα. Θα ΄ρθεις να κάνεις ένα δοκιμαστικό;


Ο Σπύρος ήταν ο δεύτερος άνθρωπος που μου άνοιγε μία πόρτα. Μία πόρτα που θα γινόταν δεύτερο σπίτι μου, αφού, στα επόμενα χρόνια, από συντάκτης και εκφωνητής ειδήσεων, έφθασα να παρουσιάζω το κεντρικό δελτίο ειδήσεων και να "μοιράζω" ρεπορτάζ σε πολλούς, νέους συναδέλφους.

Αγαπούσε τους νέους, ο Σπύρος. Από την πρώτη στιγμή, είχε ζητήσει να τον αποκαλώ με το μικρό του όνομα. Μου έδειξε απεριόριστη εμπιστοσύνη, με στήριξε και θα τον ευγνωμονώ γι αυτό.

Τον ζήλευα τον Σπύρο. Είχε την άνεση να πάει στο γραφείο του Κυριακού και να πει: Πάω στον Περσικό! Βρέθηκε σε κάθε άκρη του πλανήτη. Η Ευρώπη ήταν... κοντινός προορισμός γι αυτόν. Θυμάμαι ακόμη τις ανταποκρίσεις που έστελνε από ένα αμερικανικό αεροπλανοφόρο, στον πρώτο πόλεμο του Κόλπου.  Όλες είχαν για επίκεντρο έναν άνθρωπο. Γιατί ο Σπύρος αγαπούσε τους ανθρώπους.

Τον ζήλευα για τις γνώσεις του στην κλασική μουσική. Ήμουν φανατικός της εκπομπής που έκανε στον Αντέννα 97,5 -κι ομολογώ ότι έμαθα αρκετά. Ένα μεσημέρι στο σπίτι του, στην παραλιακή λεωφόρο Νίκης, είχε ανασύρει έναν δίσκο, τον έβαλε στο πικάπ και γέμισε το δωμάτιο Σοπέν. Ο Θερμαϊκός αντανακλούσε τον ήλιο της Θεσσαλονίκης στους τοίχους κι είχα την εντύπωση πως ταξίδευα σ' ένα καράβι...

Ένα καράβι πήρε, σήμερα, ο Σπύρος. Ξεκίνησε το τελευταίο του ταξίδι, στο οποίο, αύριο, στις 2 μ.μ., στο Κοιμητήριο Ζωγράφου θα τον συνοδεύσουν συγγενείς και φίλοι. Δυστυχώς, δε θα μπορώ να είμαι εκεί. Θα τον θυμάμαι, όμως, πάντα με αγάπη, όπως όλοι οι συνάδελφοι που πέρασαν από τον Αντέννα 97,5. Γιατί εκεί πήραν την πρώτη τους ευκαιρία. Κι ο Σπύρος είχε δώσει, είναι η αλήθεια, πολλές ευκαιρίες...

Για την ιστορία αναφέρω τα εξής:

Ο Σπύρος Παγιατάκης γεννήθηκε το 1939 στη Θεσσαλονίκη. Αποφοίτησε από το Αμερικανικό Κολλέγιο «Ανατόλια» και ακολούθως σπούδασε αρχιτεκτονική και θεατρικές επιστήμες στο Πολυτεχνείο και στο.. Πανεπιστήμιο του Δυτ. Βερολίνου.

Από το 1961 εργάστηκε ως βοηθός σκηνοθέτη στο θέατρο «Μπερλίνερ Ανσάμπλ» και συγχρόνως άρχισε δημοσιογραφική συνεργασία με διάφορα καλλιτεχνικά περιοδικά στην Ευρώπη και στην Αμερική, πάνω σε θέματα κυρίως κινηματογράφου και θεάτρου.

Από το 1964 και μέχρι το 1974 συνεργάστηκε με «ΤΑ ΝΕΑ» και με τον «ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ». Επίσης, από το 1964 έως το 1968 ήταν μόνιμος ανταποκριτής της ελληνικής εκπομπής της “Deutsche Welle” στο Δυτικό Βερολίνο. Από το 1968 έως το 1974 εγκαταστάθηκε στη Ρώμη, όπου και πραγματοποίησε σειρές ντοκιμαντέρ και τηλεοπτικών εκπομπών για την “RAI” και την γερμανική τηλεόραση.

Το 1974 επέστρεψε στην Ελλάδα και ασχολήθηκε με την οργάνωση του «Διεθνούς Κινηματογραφικού Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης».

Σκηνοθέτησε πολλά θεατρικά έργα για τα κρατικά Θέατρα Βρέμης και Ελσίνσι και είχε πραγματοποιήσει πολλές θεατρικές μεταφράσεις.

Διετέλεσε υπεύθυνος των μορφωτικών προγραμμάτων της τηλεόρασης ΕΙΡΤ μέχρι τον Νοέμβριο του 1974, οπότε υπέβαλε την παραίτησή του. Το Φεβρουάριο 1975 επανήλθε στην ΕΙΡΤ ως Διευθυντής Προγράμματος Τηλεόρασης μέχρι το Νοέμβριο του ίδιου χρόνου.

Από το 1974 έως το 1977 διετέλεσε καθηγητής της δραματικής σχολής του Εθνικού Θεάτρου και παράλληλα ανέλαβε τη στήλη της θεατρικής κριτικής στην εφημερίδα «ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ».

Στην εφημερίδα «ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ» εργάστηκε έως το 1987, ως συντάκτης – columnist και ως κριτικός θεάτρου και κινηματογράφου. Το διάστημα 1976-1977 ανέλαβε παράλληλα την οργάνωση των έγχρωμων «Ελληνικών Επικαίρων» της Γ.Γ.Τ.Π. για 14 μήνες.

Το 1987 συντέλεσε στο «στήσιμο» του ραδιοφώνου του «Antenna» Θεσσαλονίκης και εν συνεχεία διετέλεσε διευθυντής του και μέλος του Δ.Σ. του «Antenna».

Το 1988 εργάστηκε στην εφημερίδα «Βραδυνή» και από το 1989 ως συντάκτης – κριτικός θεάτρου της εφημερίδας «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ».