«Βλέποντας τον Κυριάκο Μητσοτάκη στη ΔΕΘ, είδαμε έναν άνθρωπο που είναι έτοιμος, αύριο το πρωί, να γίνει πρωθυπουργός» δήλωσε ο Κώστας Καραμανλής,
προσθέτοντας ότι ο πρόεδρος της ΝΔ «δεν αναλώθηκε να πει τα συνηθισμένα εναντίον της κυβέρνησης, αλλά παρουσίασε με ειλικρίνεια ένα ρεαλιστικό σχέδιο για τη χώρα».
Πιο αναλυτικά η συνέντευξη του βουλευτή Σερρών της ΝΔ που παραχώρησε στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων :

Κύριε Καραμανλή, πώς κρίνετε την ομιλία και την παρουσία του προέδρου της ΝΔ στη ΔΕΘ;

«Βλέποντας τον Κυριάκο Μητσοτάκη στη ΔΕΘ, είδαμε έναν άνθρωπο που είναι έτοιμος, αύριο το πρωί να γίνει πρωθυπουργός. Κι αυτό δεν είναι προσωπικό μου συμπέρασμα, αλλά των περισσότερων πολιτών. Γιατί σε μια τόσο σημαντική περίσταση δεν αναλώθηκε στο να πει «τα συνηθισμένα» εναντίον της κυβέρνησης, αλλά παρουσίασε με ειλικρίνεια ένα ρεαλιστικό σχέδιο για τη χώρα. Και το κυριότερο, έδειξε διαβασμένος, προσγειωμένος, αποφασισμένος να το εφαρμόσει. Μίλησε για το τρίπτυχο: δουλειές για πολλούς, μείωση φόρων, προστασία των αδύναμων. Κι αυτά, ξέρετε, αλληλεξαρτώνται. Με πιο χαμηλή και σταθερή φορολογία, μπορούμε να προσελκύσουμε επενδύσεις. Άρα, να δημιουργήσουμε πολλές νέες θέσεις εργασίας. Και να διασφαλίσουμε το δικαίωμα των πολιτών να κρατήσουν τα περισσότερα από αυτά που κερδίζουν παράγοντας. Κι έτσι, να έχουμε πραγματική και όχι πλασματική ανάπτυξη, ώστε σε σταθερές βάσεις να οικοδομήσουμε ένα κράτος κοινωνικό, που μοιράζει με προσοχή, ευαισθησία και δικαιοσύνη τους πόρους του».

Πιστεύετε ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατέδειξε ένα φιλολαϊκό προφίλ τέτοιο ώστε να απευθύνεται και στα μεσαία και λαϊκά στρώματα;

«Η ΝΔ από το 1974 που ιδρύθηκε μέχρι και σήμερα είναι η μεγάλη πατριωτική, φιλελεύθερη και φιλολαϊκή παράταξη. Είμαστε η παράταξη που πάντα δημιουργούσε το περιβάλλον για να μπορεί η μεσαία και μικρομεσαία τάξη να αναπτυχθεί, να δημιουργήσει και να στηρίξει τη χώρα. Έτσι και τώρα. Είμαστε έτοιμοι να πολεμήσουμε για να ανορθώσουμε όσους έπεσαν κάτω όλα αυτά τα χρόνια, να βοηθήσουμε όσους δημιουργούν, να στηρίξουμε τους συμπολίτες μας που έχουν ανάγκη. Μην ξεχνάμε άλλωστε, κυρία Αδηλίνη, ότι στόχος του φιλελευθερισμού είναι να δίνει ευκαιρίες στους πολλούς να ευημερήσουν. Είναι υπέρ των πολλών, όχι των λίγων».

Με δεδομένο, όμως, ότι ο πρωθυπουργός στη δική του ομιλία έδωσε έμφαση στην επιχειρηματικότητα πιστεύετε ότι μπήκε στο δικό σας χώρο;

«Αλήθεια, τώρα θυμήθηκε την επιχειρηματικότητα ο κ. Τσίπρας; Τόσα χρόνια, το μόνο που έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν να κατηγορεί τον ιδιωτικό τομέα. Τώρα κατάλαβε ότι ο τόπος χρειάζεται επενδύσεις; Τόσα χρόνια, ο ΣΥΡΙΖΑ κυνηγούσε όποιον σκεφτόταν να επενδύσει σε αυτόν τον τόπο. Σήμερα τελικά φτάσαμε να έχουμε κυβέρνηση διχασμένη προσωπικότητα, με το δεξί χέρι δήθεν προσκαλεί τις επενδύσεις και με το αριστερό τις διώχνει. Βλέπετε, μπορεί ο κ. Τσίπρας να μην φοράει γραβάτα, αλλά αλλάζει συνέχεια κοστούμια... Παλαιότερα φορούσε το κοστούμι του δήθεν επαναστάτη. Τελευταία, τον είδαμε να φοράει το κοστούμι του δήθεν νέου Ανδρέα, αλλά και του δήθεν φίλου της ελεύθερης αγοράς. Λυπάμαι που το λέω, αλλά δεν του ταιριάζει κανένα απ΄ όλα. Και όσο περισσότερο βιάζεται να αλλάζει το ένα μετά το άλλο, τόσο περισσότερο δεν πείθει ότι κανένα από αυτά είναι πραγματικά δικό του».

Ωστόσο, ο πρωθυπουργός εξήγγειλε μία σειρά έργων, και μάλιστα ζωτικών για τη Θεσσαλονίκη. Ακούω το επιχείρημα, από τη ΝΔ, ότι θα έργα αυτά ξεκίνησαν επί κυβερνήσεων ΝΔ. Εν τέλει, όμως, υλοποιούνται από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ...

«Να το ξεκαθαρίσουμε αυτό: Τα έργα ανήκουν στους πολίτες, όχι στις κυβερνήσεις. Άλλοι τα οραματίζονται, τα σχεδιάζουν και ξεκινούν την υλοποίησή τους και άλλοι τα εγκαινιάζουν και κόβουν κορδέλες. Η Ολυμπία και η Ιονία, για παράδειγμα, ξεκίνησαν και χρηματοδοτήθηκαν το 2008, με πρωθυπουργό τον Κώστα Καραμανλή. Δεν με πειράζει που ο ΣΥΡΙΖΑ σήμερα τα εγκαινιάζει, άλλωστε δεν μπορεί να τα οικειοποιηθεί. Άλλο είναι αυτό που με στενοχωρεί και με προβληματίζει: Ότι σήμερα οι δημοπρατήσεις έργων βρίσκονται σε χαμηλό 15ετίας. Γι΄αυτό και βασική προτεραιότητα της κυβέρνησής μας πρέπει να είναι η προετοιμασία της επόμενης γενιάς έργων που έχει ανάγκη η χώρα».

Μια που μιλούμε για τη Βόρεια Ελλάδα, πώς σχολιάζετε την πρόθεση των ΗΠΑ να καταστήσουν ενεργειακό κόμβο την Αλεξανδρούπολη και την μεταφορά φυσικού αερίου στην Ευρώπη μέσω Ελλάδας, όπως σημείωσε σε πρόσφατη συνέντευξή του ο Αμερικανός πρέσβης στην Αθήνα Τζέφρι Πάιατ;



«Κάθε προσπάθεια να γίνει η Ελλάδα ενεργειακός κόμβος της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, δικαιώνει το όραμα του Κώστα Καραμανλή. Το σημαντικότερο για εμάς δεν είναι με ποια χώρα θα γίνει σύμπραξη, αλλά να γίνει η πατρίδα μας -μέσω του λιμανιού της Αλεξανδρούπολης- χώρα κατάληξης του φυσικού αερίου, όχι απλώς χώρα διέλευσης.

Μιας και μιλήσατε για τον Κώστα Καραμανλή, θέλω να σας ρωτήσω αν έχετε κάποιο σχόλιο για το πόρισμα της Δικαιοσύνης σχετικά με το «Σχέδιο Πυθία».

«Είναι μία εξαιρετικά σοβαρή υπόθεση, για την οποία δεν θέλω να πω περισσότερα όσο ακόμα ερευνάται από τη Δικαιοσύνη. Επιτρέψτε μου, όμως, να πω τα εξής: Μου έχει κάνει τεράστια εντύπωση η «εκκωφαντική» σιωπή πολλών ΜΜΕ για το συγκεκριμένο θέμα. Είναι πολύ παράξενη αυτή η σιωπή. Συνειδητοποιούμε ότι η Δικαιοσύνη τεκμηριώνει κατηγορίες περί κατασκοπείας και αποσταθεροποίησης της ελληνικής κυβέρνησης; Υπάρχει κάποιος λόγος να αποσιωπηθεί το θέμα; Ή δεν μπορούμε πια να ξεχωρίσουμε τα ασήμαντα από τα σημαντικά σε αυτόν τον τόπο;»

Θεωρείτε εφικτό το στόχο του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης για έξοδο από τα μνημόνια το 2018;

«Μα τι συζητάμε; Η δήθεν έξοδος από τα μνημόνια το 2018 είναι σκέτη κοροϊδία. Αφού έχουν ήδη προνομοθετήσει μέτρα και για μετά τη λήξη του προγράμματος.... Ο ΣΥΡΙΖΑ, βλέπετε, αντί να κάνει τις αγορές να χορεύουν πεντοζάλη, τελικά τα ψήφισε δυο-δυο τα μνημόνια. Σε 2 χρόνια, 2 μνημόνια. Αυτή η κυβέρνηση που αποδείχτηκε η αυτο-διάψευση τής Αριστεράς, έχει κάνει αδίστακτα αυτά που δεν θα τολμούσε ποτέ να κάνει καμία κυβέρνηση της Κεντροδεξιάς: Έχει εκχωρήσει στο Υπερταμείο τα πάντα και σχεδόν για πάντα. Έχει θεσμοθετήσει από τώρα μέτρα για τα επόμενα χρόνια. Έχει εκχωρήσει στους ξένους την απόλυτη αρμοδιότητα να εγκρίνουν έστω και ένα ευρώ από τα δήθεν αντίμετρα. Είναι η κυβέρνηση που έφερε το μνημόνιο χωρίς τέλος».

Αναφορικά με το ΔΝΤ, εν τέλει, πρέπει ή όχι να παραμείνει στο πρόγραμμα;

«Πρώτα απ' όλα να ξεκαθαρίσουμε ότι η συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα είναι πλέον πολύ μικρή. Επίσης, για να τα λέμε όλα, ιδίως κατά τα περασμένα προγράμματα έκανε και σοβαρά λάθη εις βάρος μας. Από εκεί και πέρα, όμως, το θέμα είναι ότι η κυβέρνηση θα έπρεπε να προσπαθεί να κερδίσει το καλύτερο από την κάθε πλευρά. Και όχι να προσπαθεί να φτιάξει κάθε τόσο έναν «εχθρό» για εσωτερική κατανάλωση. Σε διεθνές επίπεδο, πρέπει επιτέλους η Ευρώπη να ανακτήσει την αξιοπιστία της. Το σωστό για όλους μας είναι τα ευρωπαϊκά προβλήματα να έχουν ευρωπαϊκές λύσεις. Κι αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα για την Ευρώπη μετά τις γερμανικές εκλογές».

Να περάσουμε και στις εξελίξεις στο χώρο της Κεντροαριστεράς. Ποιος από τους υποψηφίους θεωρείτε ότι «συμφέρει» τη ΝΔ;

«Θα μου επιτρέψετε να μην διατυπώσω τέτοιες κρίσεις. Κανείς από τη ΝΔ δεν πρέπει να παρέμβει στα εσωτερικά της Κεντροαριστεράς. Είναι ένας άλλος πολιτικός χώρος, τον σεβόμαστε αλλά δεν ανακατευόμαστε. Μακάρι να προκύψει το καλύτερο για τον τόπο».

Θα ήθελα να κλείσουμε με το σχόλιό σας για την περιβαλλοντική μόλυνση του Σαρωνικού που επεκτάθηκε σε όλη την ευρύτερη περιοχή.

«Παρακολουθώντας το θέμα και από την Επιτροπή Περιβάλλοντος της Βουλής, στην οποία μετέχω, έχω να σας πω ότι πρόκειται δυστυχώς για μια περιβαλλοντική καταστροφή για την οποία η κυβέρνηση έχει τεράστιες ευθύνες. Ο κ. Κουρουμπλής δεν απάντησε στα ερωτήματα Μητσοτάκη, ενώ ο κ. Τσίπρας ήταν εξαφανισμένος.

Σε άλλες περιπτώσεις ίσως θυμάστε ότι δεν δίστασα να πω και μπράβο στην κρατική μηχανή, αλλά εδώ θα σας πω ότι το κράτος αποδείχτηκε ανεπαρκέστατο, με ευθύνη 100% της πολιτικής ηγεσίας. Αν θυμάστε, το 2012 είχε συμβεί παρόμοιο ατύχημα στην Ελευσίνα, αλλά τότε η κυβέρνηση αντιμετώπισε το ζήτημα άμεσα και με σοβαρότητα και πρόλαβε το κακό. Αντιθέτως, η σημερινή κυβέρνηση, έδειξε τραγική ολιγωρία. Στην πράξη πήραν για άλλη μια φορά μηδέν στην αντιμετώπιση κρίσης. Η πραγματικότητα απέδειξε, δυστυχώς, ότι τελικά αυτή η κυβέρνηση δεν διέθετε ούτε περιβαλλοντική ευαισθησία».