Γράφει και φωτογραφίζει
ο Νώντας Στυλιανίδης

Σάββατο μεσημέρι στο Καπάνι. Καλοκαιρινό Ιουλιάτικο Σάββατο. Λίγος κόσμος ψωνίζει. Κάτι Ρώσοι τουρίστες και κάτι Ρουμάνοι καλόγεροι. Μέσα στην αντηλιά σα μαύρες καλιακούδες.


Πολλά μαγαζιά κλειστά. Όχι για ευχάριστο διήμερο, αλλά και δυσάρεστο παντοτινό λουκέτο. Δύο - τρία καφενεία στη μικρή πλατεία, ένα σουβλατζίδικο, παλεύουν να δροσίσουν τους λιγοστούς θαμώνες.

Τα Σάββατα συνήθως εδώ μαζεύεται κόσμος. Σταθεροί θαμώνες και πελάτες που προτιμούν για τα βδομαδιάτικα ψώνια την παραδοσιακή αγορά του κέντρου της πόλης, από τα διάφορα σούπερ μάρκετ με τα πλαστικοποιημένα από τη συσκευασία φρούτα και λαχανικά.

Έχει μιαν άλλη ζωή η αγορά Καπάνι. Τα χύδην οπωροκηπευτικά με τα χρώματα και τις μυρωδιές της εποχής, τα κρέατα και τα ψαρικά μπροστά στα μάτια σου και με μουσικό χαλί τις φωνές και τα πειράγματα τον μανάβηδων και των χασάπηδων.

Κάθομαι στο καφενείο συχνά. Και σιγοπίνοντας το διπλό καφέ με κουλουράκι βούτημα, αισθάνομαι ότι είμαι πράγματι μέσα στην καρδιά της πόλης.

Σήμερα ησυχία. Δύο - τρία ζευγάρια τουριστών δοκιμάζουν το ούζο με μεζέ, δυο αρχαίοι φίλοι διαφωνούν για το πού βρίσκονταν κάτι μαγαζιά της παραλίας στη Νέα Κρήνη, σιγοκατεβάζοντας την παγωμένη μπύρα τους. 

Δίπλα έκατσαν δυο κυρίες. Μάνα και κόρη, νύφη και πεθερά, ποιος ξέρει ... Ντύσιμο παλιομοδίτικο. Καλοκαιρινό. Στάση ασφαλείας. 

"Πόσο έχει μια Σουρωτή", ρωτάει η νεότερη;  Κάτι λέει το γκαρσόνι. "Ωραία φέρτε μας μία με δυο ποτήρια. Παγωμένη".

Και ήρθε η παγωμένη. Με δυο ποτήρια και φετούλα λεμόνι. Να παίρνει την κάψα. Και την ήπιαν, με τρόπο αρχοντικό. Μπορεί να τις δέρνει η κρίση και η ανάγκη, όμως κράτησαν το καλύτερο: Την αξιοπρέπεια. Και την ποιότητα. Που κρύβεται μέσα σ' αυτή τη Σουρωτή. Στα δυο.

Και όλα αυτά, ενώ τσίκνα θεϊκή απλωνόταν τριγύρω. Ο φίλος Γιάννης, εκ των συνεταίρων του απέναντι καταστήματος με τις ελιές τα τουρσιά και τα αλίπαστα, είχε προχωρήσει σε προετοιμασία του μεσημεριανού της ομάδας.

Λαβών δυο ρέγγες από τη βιτρίνα, τις έψηνε σε μπαμπάκι με οινόπνευμα, να μαλακώσουν, να γίνουν ο τέλειος μεζές. "Θα τις αφήσω μισή ώρα να κάτσουν", είπε ενώ έβαζε σε δύο καπάκια λίγες ελιές και τουρσάκια από τον πάγκο.



"Φέρε δύο παγωμένες", φώναξε στον καφετζή. 

Μπροστά σε αυτήν την ηδονή της γευστικής απλότητας, το κάλεσμα για δύο μπουκιές ήταν η πρόφαση της αμαρτίας. 

Καλό Σαββατοκύριακο. Στη Θεσσαλονίκη της κρίσης και της αξιοπρέπειας.