Της ΝΑΝΑΣ ΜΠΟΤΣΟΓΛΟΥ


Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ψηφίστηκε ως κόμμα εξουσίας από τον ελληνικό λαό. Ψηφίστηκε ως λύση απελπισίας στο τέλμα που τον έφεραν τα δύο κόμματα εξουσίας, τα οποία επί δεκαετίες κυβέρνησαν εναλλασσόμενα την χώρα. 


Κατά συνέπεια η θέση του ΣΥΡΙΖΑ -με ποσοστό χαμηλό που σε πολλές εκλογικές παρελθοντικές αναμετρήσεις ήταν αμφίβολο, σχεδόν «θρίλερ» η είσοδός του στη Βουλή - είναι η θέση του μειονοτικού που ως τέτοιος αντιδρά και λειτουργεί. 

Τί άλλο να σκεφτεί κανείς όταν μετά από 6 χρόνια εξανδραποδισμού των κατοικούντων την χώρα ταύτη, ένα κόμμα φτάνει στην διακυβέρνηση της χώρας ενώ ούτε το ίδιο δεν είχε την ευφάνταστη προνοητικότητα ότι κατακτώντας την πρωτιά πρέπει να κυβερνήσει επί της ουσίας. Έτσι ο θρίαμβος του μειονοτικού που φτάνει από έσχατος να γίνεται πρώτος γιόμισε τα μυαλά των νικητών με αέρα. Πήραν μάλιστα τόσο αέρα που η ημιθανής αξιοπρέπεια του λαού αντί να αναστηθεί οδηγήθηκε στην πλήρη διασωλήνωση και όπου νάναι θα υποκύψει στα τραύματά της.

Τούτος ο λαός, αυτό το ανώριμο ή ώριμο εκλογικό σώμα, ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ για έναν και μόνον λόγο: Γιατί δεν είχε τι άλλο να προσδοκά από τους παγιωμένους επηρμένους στην εξουσία σχηματισμούς. Ήθελε να τιμωρήσει όσους τον παρέδωσαν με φτιασιδωμένα στοιχεία και τον κατέστησαν βορά στα νύχια των επιτήδειων απρόσωπων ισχυρών συμφερόντων του ΔΝΤ, της ΕΥΡΩΠΗΣ και της Παγκόσμιας σκακιέρας. Ήθελε να δει να διώκονται στα αλήθεια, στην πράξη, όσοι κρίνονταν ως καταχραστές δημοσίου χρήματος και κρατικής υποθηκευμένης περιουσίας. Ήθελε να ξορκίσει το φόβο προκειμένου να γλυτώσει από τον μάγγανο που οι προηγούμενοι τον έζεψαν σαν υποζύγιο να γυρίζει για να ανέβει ο κουβάς με το ελάχιστο νερό του πηγαδιού. Ήθελε μια σταλιά δροσερό νερό, ούτε καν ποτήρι, για να ξεδιψάσει το περί δικαίου αίσθημα. Μια σταλιά. Και ας ήταν η κατάργηση μόνο του ΕΝΦΙΑ. Ήθελε μεταρρύθμιση για το σήμερα και το αύριο. Κι ας ήταν μόνο μια: Να σταματήσει η σπατάλη πόρων, η σπατάλη κράτους, η κραιπάλη των ημετέρων, η νωθρότητα των βολεμένων, η σπατάλη δυνάμεων η σπατάλη η σπατάλη η σπατάλη…. Ήθελε να μη του μιλάει κανείς για πολύφερτη ανάπτυξη αλλά να βρει τρόπο να ισοφαρίσει ισάξια την ασύδοτη διασπάθιση κονδυλίων δεκαετιών και να ανοίξει πόρτες, έστω φεγγίτες παραγωγικής μεταρρύθμισης.

Η μεγαλύτερη «αλλαγή» που γνωρίζει η Ελλάδα ως τώρα είναι ότι σε λιγότερο από ένα χρόνο ο ΣΥΡΙΖΑ έβαλε και την ταφόπλακα  - ταφόπλακα, που έλειπε από τους προηγούμενους - σε κάθε έννοια πολιτικής αξιοπρέπειας που δίδαξαν αριστεροί και δεξιοί πολιτικοί της ευρωπαϊκής σκηνής των προηγούμενων δεκαετιών. Έφερε τα πάνω κάτω και κινήθηκε από τα αριστερά στα δεξιά με ταχύτητα ιλιγγιώδη και στην ξέφρενη πορεία γκρεμοτσάκισε το όχημα με τους επιβάτες. Ο αριθμός αυτών ανέρχεται σε χιλιάδες. Η μόνη ορατή «μεταρρύθμιση» είναι η «κατάπαυση του πυρός», πώς το πετύχατε άραγε, της δράσης των δήθεν κουκουλοφόρων να δίνουν τυφλά κτυπήματα να καταστρέφουν το μικρομάγαζο του βιοπαλαιστή, να ρίχνουν αυτοσχέδιες μολότωφ στα αυτοκίνητα του κοσμάκη. 

Καμία αριστερά δεν κυβέρνησε και δεν κυβερνάει τον τόπο τούτο. Καμία. Η μόνη αριστερά είναι αυτή που βλέπουν οι κυβερνώντες όταν κοιτούν το φανταστικό είδωλό του στον καθρέφτη. Γιατί τη δεξιά τους χείρα βλέπουν ως αριστερά. Σε λιγότερο από ένα χρόνο εξαϋλώθηκε το λαλίστατο διακύβευμα της κυβέρνησης, η περιβόητη αξιοπρέπεια, με ταχύτητα που θα ζήλευε και το φως. Ο μη αξιοπρεπής δεν μπορεί να υποστηρίζει τον αξιοπρεπή. Του είναι αδύνατον, αφύσικο και ασύμβατο. 

Μ’ ένα δημοψήφισμα που δεν ξέρατε ως κυβέρνηση ούτε γιατί ούτε τί να κάνετε το αποτέλεσμά του συμβάλλατε σε περισσότερη αναξιοπρέπεια. 

Το αξιοθρήνητο είναι ότι, στο όνομα της συστημικής μακρόσυρτης διαπραγμάτευσης, διαπραγματευτήκατε συνταξιούχους γέροντες που δούλεψαν σκληρά στη μεταπολεμική Ελλάδα, για να μη λείψει το ψωμί που οι ίδιοι στερήθηκαν ως παιδιά, που ξενιτεύτηκαν και μάτωσαν στη δουλειά, που δεν φοροδιέφυγαν για να χτιστούν σχολειά ώστε να μάθουν γράμματα τα παιδιά τους∙ γέροντες που στα μικράτα τους «τάπαρναν τα κολυβογράμματα» αλλά ο πόλεμος, η φτώχεια, το σχολειό κλειστό και οι ανύπαρκτοι δάσκαλοι τους έριξαν στον αγώνα της επιβίωσης∙ γέροντες που πλήρωσαν πανάκριβα στα ταμεία τους τη σύνταξη που δια νόμου παρανόμου τους αρπάζετε σήμερα. 
Παιδιά σημερινά, μικρά μαθητούδια κι έφηβοι, που τους λείπουν τα στοιχειώδη υγιούς διατροφής και ένας κυρ-δάσκαλος για να τους μάθει γράμματα στην ώρα τους σε μια ζεστή αίθουσα∙ νέους εξαιρετικούς επιστήμονες που φεύγουν χωρίς δεύτερη σκέψη να βρούν τύχη στην επιστημοσύνη τους σε αλλότρια εδάφη. Πετύχατε ως κυβερνώντες άλλη μία διαπραγμάτευση εξόδου από τις εστίες τους σε εργαζόμενους εργατικότατους και αποδοτικότατους μισθωτούς, βιοτέχνες, καινοτόμους παραγωγούς των οποίων η αξία επιβραβεύεται εκτός χώρας και τιμωρείται με αιφνίδιο θάνατο «δια νόμου» εντός χώρας.

Είναι αξιολύπητη η αριστερά που δεν γνωρίζει τί ποιεί η δεξιά της. Δεξιά που έχει και μια πείρα, στο κάτω κάτω της γραφής, να ρεγουλάρει πού στο περίπου να σταματήσει∙ πώς να ακολουθήσει το δεξί ρεύμα κυκλοφορίας κι όχι το αριστερό μεν, αλλά δεξιό δε, στην αντικανονική προσπέραση. Αφήστε τα 10% μειωμένα προνόμιά σας και πιάστε δουλειά με το μισθό ενός εργάτη. Κάντε μισή μεταρρύθμιση και να φύγει η τρόικα. Δεν χρειάζεται αστυνόμευση ο νόμιμος κι ο εργατικός. 

Φτιάξτε τον λοιπόν αυτόν τον κρατικό κορβανά που βαρέθηκε κι ο ίδιος τα πολλά χέρια που τον πασπατεύουν. Κάντε μεταρρυθμίσεις ρηξικέλευθες. Αν δεν ξέρετε ποιές και πώς πείτε στον εαυτό σας: έν οίδα ότι ουδέν οίδα. Είναι μια αρχή. Και ρωτήστε.  Ρωτήστε έναν εργάτη, έναν άνεργο, έναν ιδ. υπάλληλο που περιμένει να αμειφτεί από λεφτά που χρωστάει το κράτος στην εταιρία που εργάζεται. Ρωτήστε μια εταιρία που παράγει έργο το οποίο και το εμποδίζετε με στείρα γραφειοκρατία και το σαμποτάρετε οικονομικά. Ρωτήστε έναν συνταξιούχο του ΤΕΒΕ του ΟΓΑ του ΙΚΑ. Ρωτήστε έναν ασθενή καρκινοπαθή στο νοσοκομείο. Ρωτήστε έναν αγρότη που τον οδηγήσαν στην αντιπαραγωγή. Ρωτήστε έναν Έλληνα επιστήμονα ή ελεύθερο επαγγελματία του εξωτερικού πώς δουλεύει εκεί έξω το σύστημα. Ρωτήστε έναν πολίτη που ταλαιπωρείται στα δικαστήρια για να πάρει τα λεφτά που του χρωστά το ίδιο το κράτος για εργασία δεδουλευμένη. Ρωτήστε έναν επαγγελματία να σας πεί πώς γίνονται οι επενδύσεις με σταθερό φορολογικό σύστημα. Ρωτήστε. Οι μεταρρυθμίσεις θα βγούν από τα στόματά τους. Θα είναι απλές, άμεσες και αποτελεσματικές.

Δυστυχώς, όμως, δεν το κάνετε. Αυτό σημαίνει ότι κάτι έχετε να υπηρετήσετε και να εξυπηρετήσετε. Το μετονομάζετε εκβιασμό, πίεση, και φιμώνετε την αλήθεια. Κλείστε λοιπόν μέσα στην αλήθεια την γελοιοποιημένη αναξιοπρέπεια ενός κράτους και πάψτε να πλασάρεστε για ξερόλες.