Διαφωνεί, με τον τρόπο χειρισμού της υπόθεσης με τους μετανάστες και το περίφημο έγγραφο υψηλόβαθμου πρώην αξιωματικού της ΕΛΑΣ, η Αγωνιστική Πρωτοβουλία Θεσσαλονίκης.

Σε ανακοίνωσή της, αφού επισημάνει ότι, ενώ ακούστηκε πως το έγγραφο ήταν προϊόν προβοκάτσιας για να τρομοκρατήσει την κοινωνία, «αυτό που πραγματικά φόβισε εμάς ήταν η απολύτως φοβική αντίδραση της κυβέρνησης και ιδιαίτερα του αναπληρωτή υπουργού Δημόσιας Τάξης, ο οποίος βιάστηκε να απαρνηθεί και να καταγγείλει μια τέτοια πολιτική -υπονόησε ότι μέχρι και "αποκυήματα αρρωστημένης φαντασίας" θα μπορούσε να είναι- θεωρώντας ότι θα έσπερνε τρόμο και πανικό στην κοινωνία, ενώ δεν δίστασε να αναφέρει ότι επί Ν.Δ. "εκατοντάδες χιλιάδες παράτυποι μετανάστες σκορπούσαν τον τρόμο στην Ελλάδα χωρίς να ελέγχονται από πουθενά"». 

Η Αγωνιστική Πρωτοβουλία Θεσσαλονίκης τονίζει πως «τα παραπάνω μέτρα δεν είναι "αποκυήματα" καμίας "αρρωστημένης φαντασίας"· αντίθετα, προβλέπονται από την υφιστάμενη νομοθεσία (την οποία μόνο αντιρατσιστική δεν μπορείς να την χαρακτηρίσεις), εφαρμόζονταν ήδη σε μεγάλη κλίμακα ακόμα και από την προηγούμενη κυβέρνηση (αφού όσο ακροδεξιά και αντιμεταναστευτική πολιτική και να ακολουθείς, δεν μπορείς να συλλάβεις τους πάντες), ενώ αποτελούν τα αυτονόητα ελάχιστα μέτρα χαλάρωσης -ή "ανακωχής" για να χρησιμοποιήσουμε την τρέχουσα ορολογία- του πολέμου που το ελληνικό κράτος και η Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν κηρύξει ενάντια στους πρόσφυγες». 

Τα μέλη της Πρωτοβουλίας υπενθυμίζουν στα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ πως ήταν ανυποχώρητα όταν διαμαρτυρόταν μαζί με το αντιρατσιστικό κίνημα έξω από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και χαρακτηρίζουν «κακό σημάδι το να αρκούν δυο-τρία δημοσιεύματα ακροδεξιών φυλλάδων και ένα ποστ του Σαμαρά ώστε να πανικοβάλλουν μια αριστερή κυβέρνηση σε τέτοιο βαθμό που να αποκηρύττει τη δική της πολιτική (αν φυσικά παραμένει δική της) και να υιοθετεί μάλιστα μια τέτοια φοβική και αντιμεταναστευτική ρητορεία». 

Ζητούν, τέλος, «να σταματήσει συνολικά η βάρβαρη, αναποτελεσματική και πανάκριβη πολιτική κράτησης των ανθρώπων χωρίς χαρτιά. Αντί για αυτό, η μόνη πραγματική λύση για το συμφέρον τόσο των προσφύγων όσο και της κοινωνίας, είναι να τους δοθούν άμεσα νομιμοποιητικά και ταξιδιωτικά έγγραφα ώστε όσοι -οι περισσότεροι- θέλουν να συνεχίσουν το ταξίδι τους να μπορούν να το κάνουν νόμιμα και με ασφάλεια και όσοι -οι λιγότεροι- θέλουν να μείνουν να έχουν δικαιώματα και αξιοπρέπεια».