Το ποδόσφαιρο λένε πολλοί είναι μια παρομοίωση του πολέμου, που μπορεί μερικές φορές να εξελιχθεί σε πραγματικό πόλεμο. Και τότε ο «ξαφνικός θάνατος» δεν είναι μόνο μεταφορικός χαρακτηρισμός του δραματικού τρόπου που τελειώνουν οι ισόπαλοι αγώνες στην παράταση. Στην εποχή μας ο ποδοσφαιρικός φανατισμός έχει καταλάβει το χώρο που στο παρελθόν ήταν αποκλειστικότητα της θρησκευτικής θέρμης, της πατριωτικής φλόγας και του πολιτικού πάθους.
Όπως συμβαίνει με την θρησκεία, την πατρίδα και την πολιτική, πλήθος αγριοτήτων διαπράττονται στο όνομα του ποδοσφαίρου και πλήθος εντάσεων εκδηλώνονται μέσω αυτού. Αρκετοί πιστεύουν ότι οι δαιμονισμένοι της μπάλας βγάζουν αφρούς από το στόμα και ομολογουμένως η περιγραφή αυτή ανταποκρίνεται στην εικόνα πολλών τρελαμένων οπαδών. Αλά ακόμη και οι πιο εξοργισμένοι εισαγγελείς είναι υποχρεωμένοι είναι υποχρεωμένοι να παραδεχτούν ότι στην πλειονότητα των περιστατικών η βία που εκδηλώνεται στο ποδόσφαιρο δεν είναι συστατικό στοιχείο του ποδοσφαίρου, όπως ακριβώς και τα δάκρυα δεν βγαίνουν από το μαντήλι. Το 1969 για παράδειγμα ξέσπασε πόλεμος μεταξύ της Ονδούρας και του Ελ Σαλβαδορ δυο μικρών και πάμφτωχων χωρών της κεντρικής Αμερικής που για διάστημα μεγαλύτερο του ενός αιώνα συσσώρευσαν αμοιβαία εχθρότητα. Ο καθένας από τους δυο είχε χρησιμέψει πάντα ως μαγική εξήγηση των δεινών του άλλου. Ο καθένας από τους δυο λαούς πίστευε ότι ο εχθρός είναι ο γείτονας . Μάλιστα οι ηγέτες και των δυο χωρών έκαναν ότι περνούσε από το χέρι τους για να διαιωνίσουν αυτή την κατάσταση. Ο πόλεμος αυτός είχε ονομαστεί πόλεμος του ποδοσφαίρου γιατί οι σπίθες που άναψαν ξεπήδησαν από τα γήπεδα του Σαν Σαλβαδορ και της Τεγκουσιπάλκα. Οι συγκρούσεις άρχισαν στα προκριματικά του Μουντιάλ του 1970. Έγιναν φασαρίες, υπήρξαν και μερικοί νεκροί και αρκετοί τραυματίες. Την ίδια εβδομάδα οι δυο χώρες είχαν διακόψει τις διπλωματικές τους σχέσεις. Η Ονδούρα απέλυσε 100 χιλιάδες Σλβαδορένιους εργάτες γης, οι όποιοι εργάζονταν από παλιά στις φυτείες της χώρας, και τα θωρακισμένα του Ελ Σαλβαδόρ πέρασαν τα σύνορα. Ο πόλεμος διήρκησε μία εβδομάδα και σκότωσε τέσσερις χιλιάδες ανθρώπους. Οι δυο κυβερνήσεις στρατιωτικές δικτατορίες, κατασκευασμένες στην Αμερικανική σχολή, τροφοδοτούσαν την φωτιά του αμοιβαίου μίσους. Οι γαιοκτήμονες και οι πολέμαρχοι δεν έχυσαν ούτε μια σταγόνα αιμα, ενώ οι λαοί, ξυπόλητοι, πιστές εικόνες της δυστυχίας τους, αλληλοεξοντώνονταν με πατριωτικό ενθουσιασμό.