Η συντριπτική πλειονότητα των δικηγόρων (και όχι, φυσικά, οι τηλεοπτικοί αστέρες – μεγαλοδικηγόροι, που παραπλανητικά προβάλλουν ως στερεότυπα τα χαλκεία και τα φερέφωνα της παραπληροφόρησης) ευρίσκονται ήδη στα όρια της επιβίωσης και αντιμετωπίζουν ασφυκτικά προβλήματα οικονομικής δυσπραγίας. Ενδεικτικά αναφέρεται, ότι ο συνολικός αριθμός των δικηγόρων σε όλη τη χώρα ανέρχεται σε σαράντα πέντε χιλιάδες (45.000), περίπου, εκ των οποίων είκοσι δύο χιλιάδες (22.000) στην Αθήνα και έξι χιλιάδες τριακόσιοι (6.300) περίπου στη Θεσσαλονίκη.
Αυτό υπογράμμισαν, χθες Μεγάλη Τρίτη 30 Μαρτίου 2010, το μεσημέρι, οι δικηγόροι της Θεσσαλονίκης, σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησαν με αφορμή τη συνεχιζόμενη αποχή, από τα καθήκοντά τους.
Όπως υπογράμμισαν, κατά τρόπο προσχηματικό και ψευδεπίπλαστα πεποιημένο, διασύρεται και διαπομπεύεται βάναυσα ολόκληρος ο κλάδος και το λειτούργημά τους, "για επικοινωνιακούς και μόνο λόγους, δηλαδή προκειμένου να κατασκευαστεί το άλλοθι της δήθεν «φορολογικής δικαιοσύνης», σε ό,τι αφορά τα σκληρά και ανελέητα φορολογικά μέτρα που επιβλήθηκαν πρόσφατα σε όλες τις κοινωνικές και επαγγελματικές τάξεις". Υποστηρίζουν ότι "οι δικηγόροι εμφανίζονται ως δήθεν … «φοροφυγάδες» και ως προνομιούχα … «συντεχνία», κλειστού επαγγέλματος με διασφαλισμένες ελάχιστες αμοιβές και … «σκανδαλώδη προνόμια»! Με τη «λογική» δε αυτή επιβάλλεται και ο Φ.Π.Α. στις υπηρεσίες των δικηγόρων, για να καταδειχθεί, ότι η κυβέρνηση δεν … χαρίζεται στις συντεχνίες και στα «χαϊδεμένα παιδιά» του φορολογικού συστήματος, αλλά, αντίθετα, με πνεύμα «φορολογικής ισότητας και δικαιοσύνης», θα πατάξει την … «φοροδιαφυγή» των δικηγόρων, αίροντας την υποτιθέμενη … «φορολογική τους ασυλία»".
Οι εκπρόσωποι του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης υποστήριξαν ότι όλα αυτά είναι "ασύστολα ψευδής, συκοφαντική και πλασματική, κατά κυριολεξίαν, εικόνα που, συνειδητά, απαξιώνει και διασύρει άδικα το δικηγορικό λειτούργημα στην ελληνική κοινωνία, με πρακτικές αντιδημοκρατικής γενίκευσης και ισοπέδωσης των πάντων, αλλά και αθέμιτης απόκρυψης της αλήθειας και της αντικειμενικής πραγματικότητας. Και αυτό γιατί, όπως πολύ καλά γνωρίζει η Πολιτεία και οι αυτόκλητοι επικοινωνιακοί συνήγοροί της, οι δικηγόροι είναι ο μόνος κλάδος ελεύθερων επαγγελματιών, ο οποίος φορολογείται στην πηγή, με φόρο 15% (Ν. 2753/1999), προεισπρατόμενο αυθημερόν από του ίδιους τους Δικηγορικούς Συλλόγους και αποδιδόμενο άμεσα στη Φορολογική Αρχή, σε μια προσπάθεια να δημιουργηθεί σχέση αξιοπιστίας και εμπιστοσύνης με την Πολιτεία".
Όπως καταγγέλλουν, οι Δικηγορικοί Σύλλογοι "έχουν μετατραπεί σε φοροεισπρακτικούς μηχανισμούς της Πολιτείας και παρακρατούν το φόρο από τους δικηγόρους τη στιγμή ακριβώς που κόβουν παράσταση για να παρασταθούν στα Δικαστήρια".
Κάνουν, επίσης, λόγο για "υπερπληθωρισμένο επάγγελμα", το οποίο "μαστίζεται από τη συνεχή και δραστική μείωση της δικηγορικής ύλης, την ανυπαρξία επαγγελματικού αντικειμένου, τις χαμηλές αμοιβές και την ανεργία".
Στη συνέντευξη, ο πρόεδρος του ΔΣΘ, Μανώλης Λαμτζίδης, υπογράμμισε ότι στη Θεσσαλονίκη, ποσοστό 21,25%, δηλαδή πάνω από χίλιοι τριακόσιοι (1.300) δικηγόροι, δεν έχουν καμία απολύτως παράσταση ετησίως, ενώ ποσοστό 34,72%, δηλαδή πάνω από δύο χιλιάδες εκατόν πενήντα (2.150) δικηγόροι, έχουν από μια (1) έως εννέα (9) παραστάσεις το χρόνο. Από κει και πέρα χίλιοι τριακόσιοι (1.300), περίπου, δικηγόροι, δηλαδή ποσοστό 21,25%, έχει από δέκα (10) έως είκοσι τέσσερις (24) παραστάσεις το χρόνο και οχτακόσιοι δέκα (810) δικηγόροι, δηλαδή ποσοστό 13,17%, έχει εικοσιπέντε (25) έως πενήντα (50) παραστάσεις ετησίως. Ικανοποιητικό επίπεδο επαγγελματικής και κοινωνικής διαβίωσης έχει μόνον το 9,76% δηλαδή, περίπου, εξακόσιοι (600) δικηγόροι, οι οποίοι πραγματοποιούν άνω των πενήντα (50) παραστάσεων ετησίως.
"Είναι, συνεπώς, προφανές" υποστήριξε "ότι το 56%, περίπου, των δικηγόρων της Θεσσαλονίκης, έχει ανύπαρκτο, σχεδόν, αριθμό παραστάσεων (από 0 έως 9), ενώ και το υπόλοιπο 35% έχει μειωμένο αριθμό παραστάσεων, που ευρίσκονται στα όρια της επαγγελματικής και κοινωνικής επιβίωσης. Εναπομένει το 9% που έχει εξασφαλίσει ικανοποιητικό επίπεδο επαγγελματικής και οικονομικής δραστηριότητας και το οποίο, με ταχυδακτυλουργικό τρόπο, επιχειρείται, να εξομοιωθεί με το υπόλοιπο 91%, για να εμφανιστεί η μαγική εικόνα του επαγγελματικού κλάδου, που δεν εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που του αναλογούν και φοροδιαφεύγει. Έτσι αγνοείται σκόπιμα ότι ο υπερπληθωρισμός πλήττει, κυρίως, τους νέους δικηγόρους, δηλαδή τη γενιά του σύγχρονου επιστημονικού προλεταριάτου των 600 – 800 € μηνιαίως, που υποαπασχολείται υπαλληλικά στα μεγάλα δικηγορικά γραφεία, γράφοντας αιτήσεις, αγωγές προτάσεις και υπομνήματα και διεκπεραιώνοντας την καθημερινή ρουτίνα στα γραφεία των Δικαστηρίων και στις λοιπές Υπηρεσίες".
Οι δικηγόροι υποστηρίζουν ότι το κόστος θα μετακυλισθεί στον κόσμο. "Η αύξηση" υποστηρίζουν "σημαίνει ότι ο πολίτης θα καταβάλλει επιπρόσθετα 21% για τις νομικές υπηρεσίες, για την προσφυγή στη Δικαιοσύνη. Δεν είναι, λοιπόν, επιβολή Φ.Π.Α. στους δικηγόρους, όπως ανακριβώς και για λόγους επικοινωνιακούς διαδίδουν, αλλά έμμεσος φόρος στους πολίτες, που προσφεύγουν σε νομικές συμβουλές για υπηρεσίες στα δικαστήρια. Με τον τρόπο αυτό, όμως, παραβιάζεται βάναυσα, αφενός μεν το συνταγματικά (άρθρο 20 παράγραφος 1 του Συντάγματος) κατοχυρωμένο δικαίωμα της δικαστικής προστασίας των πολιτών, δηλαδή της ακώλυτης πρόσβασής τους στα Δικαστήρια και παροχής έννομης προστασίας από αυτά, αφετέρου δε το κατοχυρωμένο από το άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου δικαίωμα της εκπροσώπησης από δικηγόρο".