Με ναυλωμένο τρένο πήγαν, από τη Θεσσαλονίκη στην Κοζάνη, οι Οικολόγοι Πράσινοι. Διαμαρτυρήθηκαν, με αυτόν τον τρόπο, για τη μόλυνση του περιβάλλοντος στην περιοχή και έκαναν επαφές με τοπικούς φορείς, ενώ μοίρασαν και ενημερωτικό υλικό.
Ενδιάμεσους σταθμούς είχαν την Αλεξάνδρεια, τη Σκύδρα, την Έδεσσα, τη Φλώρινα και την Πτολεμαΐδα. Διάλεξαν, δε, το τρένο, για να αναδείξουν την ανάγκη για ριζικές αλλαγές στον τομέα των μεταφορών και την ενίσχυση του σιδηροδρόμου, καθώς και τη θλιβερή πρωτιά της ευρύτερης περιοχής της Κοζάνης ως της περιοχής που εκπέμπει το περισσότερο CO2 στην Ευρώπη.
Για τη σημασία του σιδηροδρόμου, ο Χρήστος Ιωάννου εκπρόσωπος της πρωτοβουλίας, θύμισε: «Το έτος 1891, επί Οθωμανικής αυτοκρατορίας, ξεκίνησε η κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής Θεσσαλονίκης - Μοναστηρίου, μήκους 219 χιλιομέτρων και παρά τα μεγάλα τεχνικά προβλήματα το έργο παραδόθηκε μέσα σε τρία χρόνια. Σήμερα, 120 περίπου χρόνια μετά, το τρένο φτάνει από την Έδεσσα στη Θεσσαλονίκη, αφού διανύσει ένα τόξο μήκους 112 χιλιομέτρων μέσω Βέροιας και Πλατέος. Το πιο παραγωγικό και πυκνοκατοικημένο τμήμα του Ν. Πέλλας, ο κάμπος του νομού και η πόλη των Γιαννιτσών, βρίσκονται εκτός σιδηροδρομικού δικτύου. Το αίτημα της νέας σιδηροδρομικής χάραξης Θεσσαλονίκη, Γέφυρα, Γιαννιτσά, Έδεσσα με προέκταση στην Αριδαία προβάλλει σήμερα επιτακτικότερο από ποτέ».
Στο σταθμό της Φλώρινας επιβιβάστηκε ο συντονιστής της γραμματείας Μ. Πετράκος, ο οποίος δήλωσε: «Η Δυτική Μακεδονία παράγει φτηνό και αξιόπιστο ρεύμα που καταναλώνεται σπάταλα σε όλη τη χώρα βάζοντας υποθήκη το μέλλον και την υγεία των παιδιών της. Υπάρχει δυνατότητα να συνδυάσουμε την απασχόληση με την ποιότητα ζωής, αν στραφούμε στις πράσινες θέσεις εργασίας».
Στάση έγινε και στο σταθμό του εγκαταλειμμένου πλέον χωριού Κομμανός όπου ο εκπρόσωπος του «Συλλόγου Μαύρη Πηγή για μετεγκατάσταση Μαυροπηγής» Τάσος Εμμανουήλ είχε ολιγόλεπτη συνάντηση με στελέχη των Οικολόγων Πράσινων.
Σύμφωνα με τον Τάσο Κρομμύδα, συντονιστή της καμπάνιας "Το κλίμα μας καίει Δεσμεύσεις Τώρα!" «η Ελλάδα πρέπει να αναπροσαρμόσει ριζικά το μοντέλο παραγωγής και κατανάλωσης ενέργειας, διότι είναι εξαιρετικά ρυπογόνο και σπάταλο. Παράλληλα επιβαρύνει την οικονομία, συμβάλει στην καταστροφή του κλίματος, δημιουργεί σημαντικά προβλήματα υγείας και ποιότητας ζωής στις τοπικές κοινωνίες , ενώ προκαλεί και σοβαρές παρενέργειες στους φυσικούς πόρους (νερά- εδάφη).
Η λύση είναι η σταδιακή απεξάρτηση από το λιγνίτη, η γενναία στήριξη στις ΑΠΕ και η εξοικονόμηση στα κτίρια , στις μεταφορές στη γεωργία και στη βιομηχανία. Η κυβέρνηση θα πρέπει σύντομα να αποσαφηνίσει την ενεργειακή της στρατηγική και να απαντήσει σε κρίσιμα διλήμματα. Πράσινη ανάπτυξη με ρυπογόνες πολιτικές δεν γίνεται».