Ανοίγει ο δρόμος για επιστροφή χιλιάδων ευρώ σε όσους πήραν στεγαστικό δάνειο με κυμαινόμενο επιτόκιο τα προηγούμενα χρόνια, εφόσον οι τράπεζες δεν μετέφεραν στις δόσεις τη μείωση των ευρωπαϊκών επιτοκίων. Δύο αποφάσεις του Ειρηνοδικείου Αθηνών προβλέπουν επιστροφές 3.100 και 7.800 ευρώ σε δύο δανειολήπτες, ενώ σε μια τρίτη περίπτωση η τράπεζα αποδέχθηκε την αγωγή του δανειολήπτη και του επέστρεψε, χωρίς δίκη, 11.900 ευρώ.
Οι αποφάσεις του Ειρηνοδικείου στηρίζονται σε προηγούμενες αποφάσεις του Αρείου Πάγου από το 2001, με τις οποίες κρίθηκε παράνομος ο όρος των συμβάσεων στεγαστικών δανείων κυμαινόμενου επιτοκίου, που προέβλεπε ότι: η τράπεζα είχε το δικαίωμα να προσαρμόζει μονομερώς το επιτόκιο, χωρίς να αναφέρονται στη σύμβαση συγκεκριμένα και εύλογα κριτήρια με βάση τα οποία γίνονταν οι αυξομειώσεις.
Πρακτικά, οι τράπεζες έκαναν μεν μειώσεις επιτοκίων, αλλά με βραδύτερο ρυθμό και μικρότερες από εκείνες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Δυνατότητα να διεκδικήσουν επιστροφή τόκων έχουν όσοι έχουν πάρει στεγαστικό δάνειο με κυμαινόμενο επιτόκιο την τελευταία εικοσαετία (αυτή είναι η προθεσμία παραγραφής για το αδίκημα του αδικαιολόγητου πλουτισμού) και διαπιστώνουν ότι η τράπεζά τους δεν μετέφερε σωστά τις μειώσεις των ευρωπαϊκών επιτοκίων. Πρακτικά, το θέμα ενδιαφέρει κατά κύριο λόγο όσους πλήρωναν στεγαστικό δάνειο κυμαινόμενου επιτοκίου στο διάστημα 2001 – 2003, όταν τα στεγαστικά δάνεια αυξάνονταν αλματωδώς και τα επιτόκια έπεφταν.
Τα ίδια ισχύουν και για τα καταναλωτικά δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου, στα οποία όμως η διαφορά των τόκων, άρα και η επιστροφή που μπορεί να διεκδικήσει ο καταναλωτής, είναι κατά τεκμήριο μικρότερη.