Τα παιδιά σε Ελλάδα και Σκόπια είναι υπέρβαρα σε σχέση με συνομήλικούς τους, σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Αυτό διαπιστώθηκε με τη χρήση ειδικού προγράμματος για ηλεκτρονικούς υπολογιστές, από την ερευνητική ομάδα του έργου CHILDRENHEALTH του Α.Π.Θ., στο πλαίσιο ευρωπαϊκού προγράμματος διασυνοριακής συνεργασίας.


Τα αποτελέσματα του προγράμματος θα ανακοινωθούν, σήμερα, σε ημερίδα, με θέμα τη χρήση νέων τεχνολογιών στην προάσπιση της υγείας των παιδιών από την παιδική ηλικία, που θα πραγματοποιηθεί από τις 12.30 μ.μ. ως τις 3.15 το απόγευμα, στο Κέντρο Διάδοσης Ερευνητικών Αποτελεσμάτων του Α.Π.Θ.

Η Ημερίδα γίνεται με αφορμή την ολοκλήρωση των δράσεων του έργου CHILDRENHEALTH του Προγράμματος Εδαφικής Συνεργασίας INTERREG Ελλάδα – ΠΓΔΜ. Στο πλαίσιο του προγάμματος διερευνήθηκε η συχνότητα της παιδικής παχυσαρκίας και προσδιορίσθηκαν παράγοντες κινδύνου για τα καρδιαγγειακά νοσήματα στη διασυνοριακή περιοχή και με τη χρήση νέων τεχνολογιών πραγματοποιήθηκε διάχυση της γνώσης πάνω στους παράγοντες αυτούς και στα συμπεράσματα της μελέτης. Οι δράσεις αυτές απευθυνόταν και συνεχίζουν να απευθύνονται σε επαγγελματίες υγείας, εκπαιδευτικούς και στις οικογένειες των παιδιών.

Από την έρευνα προέκυψε ότι τα ποσοστά παχυσαρκίας στην Ελλάδα και τα Σκόπια είναι πολύ υψηλά: Τα ποσοστά των υπέρβαρων παιδιών στις περιοχές των δύο χωρών ήταν 29,9% και 24,9%, αντίστοιχα, ενώ των παχύσαρκων ήταν 16,7% και 18%, αντίστοιχα. Στην Ελλάδα τα ποσοστά αυτά θεωρούνται σημαντικά αυξημένα σε σύγκριση με εκείνα προηγούμενης μελέτης του INTERREG III που διεξήχθη το 2006-2008 σε άλλες διασυνοριακές περιοχές της Β. Ελλάδας, που ήταν υπέρβαρα 27,1% και παχύσαρκα 8,2%.

Τα παιδιά της Ελλάδας έχουν επιπλέον επιβαρυντικούς παράγοντες το θετικό οικογενειακό ιστορικό για καρδιαγγειακά νοσήματα(ΚΑΝ) ή υπερλιπιδαιμία σε πολύ μεγαλύτερο ποσοστό (70,1%) από εκείνα της γειτονικής χώρας (28,5%).

Επιπλέον, στην Ελλάδα, το 49,8% των παιδιών είχαν τιμές χοληστερόλης πάνω από τα ανώτερα φυσιολογικά όρια, ενώ στα Σκόπια μόλις το 33,5%, με σημαντική διαφορά. Επίσης, το 40,6% των παιδιών στη γειτονική χώρα είχε χαμηλά επίπεδα της «καλής» χοληστερόλης (HDL) και άρα χαμηλότερη καρδιοπροστασία, σε αντίθεση με την Ελλάδα, όπου τα περισσότερα παιδιά (85,8%) είχαν φυσιολογικά επίπεδα HDL. Αναφορικά με τη Lp(α), που είναι γενετικά καθοριζόμενη και  αποτελεί ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου για τα καρδιαγγειακά νοσήματα, το 1/4 περίπου των παιδιών (26%) των ελληνικών περιοχών και το 1/5 (20%) των παιδιών των περιοχών των Σκοπίων  είχαν επίπεδα υψηλότερα από τα επιθυμητά.

Επίσης, στα παχύσαρκα παιδιά της  Ελλάδας η λιπιδαιμική ταυτότητα και οι παράγοντες οξείδωσης και φλεγμονής παρουσίαζαν  σημαντική επιδείνωση. Στα παχύσαρκα παιδιά των Σκοπίων διέφεραν σημαντικά μόνο οι τιμές των τριγλυκεριδίων, της HDL και των παραγόντων οξείδωσης και φλεγμονής. Επομένως, και στις δύο χώρες η παχυσαρκία στην παιδική ηλικία επιδεινώνει τα λιπίδια και τους παράγοντες οξείδωσης και φλεγμονής, που αποτελούν παράγοντες κινδύνου για εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων στην ενήλικη ζωή. 

Τέλος, η γενετική ανάλυση στο δείγμα δεν έδωσε στατιστική διαφορά στα υπό-διερεύνηση γονίδια ως προς την επικινδυνότητα εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων(ΚΑΝ) μεταξύ των δυο πληθυσμών.

Όμως, τα παραπάνω αποτελέσματα αναδεικνύουν για μια ακόμη φορά της ανάγκη συνεχών δράσεων ενημέρωσης-αφύπνισης των παιδιών, των οικογενειών τους, των δασκάλων τους και των επαγγελματιών υγείας σχετικά με τους κινδύνους της παχυσαρκίας από την παιδική ηλικία, ιδιαίτερα όταν αυτή συνοδεύεται από θετικό οικογενειακό ιστορικό  για ΚΑΝ.

Με βάση τις νέες τεχνολογίες διαδικτύου αναπτύχθηκαν εργαλεία ηλεκτρονικού φακέλου υγείας αλλά και αναπαραγωγής, μέσω αυτού, δυναμικών χαρτών με τα επιδημιολογικά προφίλ υγείας των παιδιών της περιοχής, καθώς επίσης και πλατφόρμα ηλεκτρονικής εκπαίδευσης στα παραπάνω θέματα. Όλα τα τελευταία εργαλεία κάνουν χρήση νέων τεχνολογιών συνεργατικού διαδικτύου και κοινωνικών μέσων αλλά και σημασιολογικού ιστού και διατίθενται δωρεάν προς χρήση προς όλους τους επαγγελματίες υγείας και τους υπόλοιπους χρήστες με στόχο τη βελτίωση της υγείας πληθυσμού της περιοχής.

Στο έργο συνεργάστηκαν πέντε Φορείς της Διασυνοριακής ζώνης Ελλάδας-ΠΓΔΜ και συγκεκριμένα: το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Νοσοκομείο “Dr. Trifun Panovski” Bitola, Γενικό Νοσοκομείο Πέλλας (ΓΝ Γιαννιτσών, ΓΝ Έδεσσας), Γενικό Νοσοκομείο Φλώρινας «Ελένη Θ. Δημητρίου», Κέντρο Υγείας Health Home Gevgelija».