''Απελευθερώστε τον εαυτό σας από την σκλαβιά του νου. Μόνο εμείς μπορούμε να αποδεσμεύσουμε το μυαλό μας'' .Ήταν το ''Redemption Song'' που ο Μπόμπ Μάρλεϊ τραγούδησε τους φημισμένους αυτούς στίχους.>>>Το τραγούδι συμπεριλήφθηκε στο τελευταίο του άλμπουμ το 1980 ένα χρόνο πριν κάνει το χώρο της μουσικής ''φτωχότερο''.

Ο ''θρύλος'' της ρέγκε άφησε μάλλον άδοξα την τελευταία του πνοή 31 χρόνια πριν χτυπημένος από την επάρατο νόσο σε νοσοκομείο του Μαϊάμι της Φλόριντα το πρωί της 11 Μαΐου 1981 σε ηλικία μόλις 36 ετών.
Ο Ρόμπερτ ''Μπομπ'' Νέστα Μάρλεϊ με τραγούδια όπως ''I Shot theSheriff'',''NoWoman,NoCry'',''Three Little Birds'',''Could you be Loved'' και ''Redeption Song'' άφησε πίσω του μια τεράστια κληρονομιά για την ρέγκε μουσική την οποία έκανε ευρέως γνωστή σε ολόκληρο τον πλανήτη.Η μεταθάνατια συλλογή ''Legend'' πούλησε τα περισσότερα αντίτυπα στην ιστορία της ρέγκε,σχεδόν 12.000.000 σε ολόκληρο τον κόσμο.
''Τα δύσκολα παιδικά χρόνια''
Ο Μάρλεϊ γεννήθηκε σε ένα μικρό χωριό της Τζαμάικα από λευκό Τζαμαϊκανό πατέρα αγγλικής καταγωγής  τον Νόρβαλ Σινκλέρ Μάρλεϊ και την Σεντέλα Μπρούκερ μια μαύρη Τζαμαικανή.Ο πατέρας τους παρείχε οικονομική υποστήριξη αλλά λόγω των συνεχών ταξιδιών δεν τους έβλεπε συχνά.Το 1955 ο 10χρονος Μαρλει έχασε τον πατέρα του από καρδιακή προσβολή σε ηλικία 60 ετών.Ο Μαρλει ήταν  θύμα ρατσισμού στην παιδική του ηλικία λόγω της ανάμεικτης καταγωγής του και ήρθε αντιμέτωπος με ερωτήσεις για την φυλετική του ταυτότητα κατά τη διάρκεια της ζωής του. Κάποτε δήλωσε: ''Δεν είμαι προκατειλημμένος απέναντι του. Ο πατέρας μου ήταν λευκός και η μητέρα μου μαύρη. Με φωνάζουν μιγά ή κάπως έτσι. Δεν είμαι σε καμία πλευρά. Ούτε στην μαύρη, ούτε στην λευκή. Είμαι στου Θεού την πλευρά, Αυτού που με έπλασε και με έκανε να προέρχομαι από την μαύρη και την λευκή''.Ο Μαρλει το και η μητέρα του μετακόμισε σε μια φτωχογειτονιά στον Κινγκστον μετά το θάνατο του πατέρα του,όπου έμαθε να υπερασπίζεται τον εαυτό του ενώ παράτησε το σχολείο στα 14 προκειμένου να εργαστεί μαθητευόμενος σε σιδεράδικο.

''Μια λαμπρή καριέρα εξελίσσεται''
Το 1962 ο Μάρλει κάνει την πρώτη του μουσική απόπειρα με   τα πρώτα του δύο singles, "Judge Not" και "One Cup of Coffee", με έναν τοπικό παραγωγό, Leslie Kong. Τα τραγούδια κυκλοφόρησαν από την εταιρία Beverley με το ψευδώνυμο Μπόμπι Μάρτελ, ελκύοντας ελάχιστο ενδιαφέρον. Τα ίδια τραγούδια επανακυκλοφόρησαν σε μια μεταθανάτια συλλογή με την δουλειά του Μάρλεϊ, ''Songs of Freedom''
Το 1963, οι Μάρλεϊ, Λίβινγκστον και Μάκιντος σχημάτισαν ένα γκρουπ, που έπαιζε σκα και ροκστίντι μουσική (πρώιμες μορφές ρέγγε), με την ονομασία The Teenagers. Μετά από συνεχείς αλλαγές, το συγκρότημα κατέληξε στην ονομασία The Wailers. H επιτυχία δεν ήρθε και ο Μάρλεϊ αναγκάσθηκε να μετακομίζει με τη γυναίκα του Ρίτα Άντερσον στο σπίτι της πεθεράς του στο Ντελαγουέρ των ΗΠΑ, όπου δούλεψε ως εργάτης στη χημική βιομηχανία Ντιπόν και την αυτοκινητοβιομηχανία Κράισλερ.
Η μισθωτή εργασία δεν τον ενθουσίασε και το 1967 επέστρεψε στο νησί για να ασχοληθεί και πάλι με τη μουσική. Τότε έγινε μέλος του κινήματος των Ρασταφάρι και υιοθέτησε τα χαρακτηριστικά κοτσιδάκια (dreadlocks), που έγιναν το σήμα κατατεθέν του και αργότερα παγκόσμια μόδα.
Από το 1968 έως το 1972 οι Γουέιλερς ξαναηχογράφησαν κάποια από τα παλιά τους κομμάτια, εμπορικοποίησαν τον ήχο τους και χτύπησαν τις πόρτες των δισκογραφικών εταιρειών. Το 1972 κυκλοφόρησε το πρώτο τους άλμπουμ με τίτλο Catch A Fire (Stir It Up, Kinky Reggae), που κινήθηκε καλά. Ένα χρόνο αργότερα ακολούθησε το Burnin' με τραγούδια όπως τα Get Up, Stand Up και το I shot the Sheriff, που έγινε παγκόσμια επιτυχία στη διασκευή του Έρικ Κλάπτον και βοήθησε στην εκτόξευση της δημοτικότητας του Μπομπ Μάρλεϋ.
Το 1974 οι Γουέιλερς διαλύθηκαν, λόγω διαφωνιών. Οι Λίβινγκστον και Μάκιντος ακολούθησαν σόλο καριέρα, ο πρώτος ως Μπάνι Γουέιλερ και ο δεύτερος ως Πίτερ Τος. Ο Μάρλεϊ κράτησε το όνομα του συγκροτήματος και εμφανιζόταν ως Μπομπ Μάρλεϊ και Γουέιλερς με μουσικούς, όπως οι αδελφοί Κάρλτον και Άστον Μπάρετ στο ρυθμικό τμήμα και οι Τζούνιορ Μάρβιν και Αλ Άντερσον στις κιθάρες. Τους συνόδευε πάντα στα φωνητικά το γυναικείο τρίο I Threes, που το αποτελούσαν η γυναίκα του Μάρλεϊ, Ρίτα, η Μάρσια Γκρίφιθς και η Τζούντι Μόουατ

Η παγκόσμια αναγνώριση και η διάγνωση του καρκίνου
Το 1975 σημειώνει την πρώτη παγκόσμια επιτυχία του με το ''θρυλικό'' πλέον ''Νo Woman,No Cry'',τον επόμενο χρόνο το ''Rastaman Vibration'' γνωρίζει τεράστια επιτυχία στις Η.Π.Α και παραμένει για τέσσερις εβδομάδες στην κορυφή του αμερικάνικου πίνακα επιτυχιών.Η ρέγκε γίνεται παγκόσμια μουσική γλώσσα και επηρεάζει πολλούς καλλιτέχνες σε κάθε σημείο του πλανήτη.
Το 1976 ο Μαρλει επιστρέφει στην Τζαμάικα με δόξα και τιμές για να εκτονώσει τις πολιτικές συγκρούσεις με αποτέλεσμα να χάσει παραλίγο τη ζωή του από δολοφονική απόπειρα εναντίον του.
Την ίδια χρονιά κυκλοφορεί το διπλό «ζωντανό» άλμπουμ Babylon by Bus και το πολιτικά φορτισμένο Survival, με τραγούδια όπως τα Zimbabwe, Africa Unite, Wake Up and Live και Survival. Το 1980, το Uprising είναι το πιο θρησκευτικό του άλμπουμ, που έμελλε να είναι το κύκνειο άσμα του. Περιείχε τραγούδια όπως τα ''Redemption Song'' και ''Forever Loving Jah''
Τον Ιούλιο του 1977, ο Μάρλεϊ ένοιωσε ενοχλήσεις στο μεγάλο δάχτυλο του δεξιού του ποδιού. Υποβλήθηκε σε εξετάσεις και οι γιατροί διέγνωσαν κακοήθες μελάνωμα. Του ζήτησαν να προχωρήσουν σε ακρωτηριασμό του δαχτύλου του για να σώσουν τη ζωή του, αλλά αυτός αρνήθηκε, επειδή του το απαγόρευαν οι πεποιθήσεις του ως Ρασταφάρι. Επιπροσθέτως, αρνήθηκε να συντάξει διαθήκη για να διευθετήσει τα περίπλοκα περιουσιακά του, καθότι είχε αποκτήσει 12 παιδιά από 8 διαφορετικές γυναίκες. Το απαγόρευε και αυτό ο Ρασταφαριανισμός.

To Τέλος ενός μεγάλου καλλιτέχνη
Ο καρκίνος γρήγορα εξαπλωνόταν γρήγορα.Ο Μάρλεϊ έδωσε την τελευταία του συναυλία το 1980 στο Πιτσμπουργκ.Στην κυριολεξία ένα βήμα πριν πεθάνει κάλεσε ένα διάσημο Γερμανό γιατρό προκειμένου να τον θεραπεύσει.Μάταια ο καρκίνος βρισκόταν στο τελικό στάδιο και ο Ο Μπόμπ Μάρλεϊ πέρασε στην Αιωνιότητα 11 Μαΐου 1981.Η ημερομηνία γέννησης του τιμάται ως εθνική εορτή στη Τζαμάικα.