elastografia_01Για πρώτη φορά, επιστήμονες στις ΗΠΑ κατάφεραν με γονιδιακή θεραπεία, αξιοποιώντας το ίδιο το ανοσοποιητικό σύστημα του ασθενούς, να καταστρέψουν καρκινικούς όγκους σε ασθενείς που βρίσκονταν σε προχωρημένο στάδιο λευχαιμίας, ένα …

επίτευγμα που απαίτησε 20 χρόνια προσπαθειών. Στους ασθενείς που δοκιμάστηκε, δεν ανιχνεύεται πλέον κανένα ίχνος λευχαιμίας στο αίμα τους. Η νέα θεραπεία εμφανίζεται ασφαλής και χωρίς παρενέργειες.

Οι ερευνητές της Ιατρικής Σχολής Πέρελμαν του πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια, με επικεφαλής τον καθηγητή Μάικλ Καλός και τον καθηγητή Καρλ Τζουν, που παρουσίασαν τη σχετική εργασία ταυτόχρονα στα ιατρικά περιοδικά New England Journal of Medicine και Science Translational Medicine, σύμφωνα με το γαλλικό πρακτορείο ειδήσεων και το Reuters, τροποποίησαν γενετικά τα κύτταρα-Τ του ανοσοποιητικού συστήματος προκειμένου να καταστρέψουν ένα συγκεκριμένο μόριο πρωτεΐνης (CD-19) που βρίσκεται στην επιφάνεια των λευχαιμικών κυττάρων. Τα τροποποιημένα κύτταρα-Τ αναπτύχθηκαν έξω από τον οργανισμό των ασθενών και στη συνέχεια, με τη βοήθεια ενός ιού ως «οχήματος», εισήχθησαν σε άτομα που έπασχαν από προχωρημένη χρόνια λεμφοκυτταρική λευχαιμία.

Μετά τη θεραπεία σε δύο ασθενείς με μικρό προσδόκιμο ζωής, αυτοί παρουσιάζουν πλέον πλήρη ύφεση της πάθησης εδώ και ένα χρόνο περίπου, δηλ. δεν ανιχνεύεται κανένα ίχνος λευχαιμίας στο αίμα τους, ενώ και σε ένα τρίτο ασθενή ο όγκος παραμένει υπό έλεγχο. Οι ερευνητές σχεδιάζουν πιλοτικές θεραπείες σε τέσσερις ακόμα ασθενείς, πριν προχωρήσουν στην επόμενη «φάση 2» των κλινικών δοκιμών σε μεγαλύτερο δείγμα ασθενών.

Η νέα μέθοδος διαφέρει από άλλες θεραπείες του καρκίνου, οι οποίες επίσης αποσκοπούν στην αξιοποίηση του ίδιου του ανοσοποιητικού συστήματος του ασθενούς. Η νέα θεραπεία εμφανίζεται ασφαλής, χωρίς παρενέργειες όπως σε άλλες μεθόδους, αν και θα χρειαστούν περαιτέρω έρευνες.

Ένα από τα μεγάλα ερωτήματα είναι κατά πόσο τα τροποποιημένα κύτταρα-Τ που απομένουν στο σώμα, θα συνεχίζουν να δρουν προστατευτικά και να εμποδίζουν την επαναδημιουργία του όγκου. Μόνο οι περαιτέρω δοκιμές θα δείξουν αν όντως έχει γίνει μια σημαντική πρόοδος στην μακροπρόθεσμη θεραπεία της λευχαιμίας, με απτά κλινικά αποτελέσματα.