Για δυο διαφορετικούς κόσμους, που θα συγκρουστούν στις επόμενες εκλογές, κάνει λόγο ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δημήτρης Τζανακόπουλος, σε συνέντευή του στην εφημερίδα «Έθνος της Κυριακής».



Μιλά για αντιπαράθεση «δύο διαφορετικών κόσμων» αναφορικά με τα προγράμματα της κυβέρνησης και της ΝΔ, λέγοντας ότι «από τη μια μεριά το πρόγραμμα της σημερινής κυβέρνησης που θέτει στο επίκεντρο την μισθωτή εργασία, την δίκαιη ανάπτυξη, την καταπολέμηση της διαφθοράς, την οικοδόμηση ενός νέου και αποτελεσματικού κράτους, τη στήριξη των αυτοαπασχολούμενων και των μικρών επιχειρήσεων, την προώθηση της καινοτομίας».


Από την άλλη, σημειώνει, η ΝΔ «θεωρεί ότι προϋπόθεση για την ανάπτυξη είναι η συντριβή της εργασίας, η παράδοση των κρατικών λειτουργιών και της κοινωνικής ασφάλισης στους ιδιώτες, η μείωση της φορολόγησης επί των κερδών - πρόκειται εδώ για προτάσεις κοινωνικά επιζήμιες αλλά και οικονομικά αναποτελεσματικές που μοναδικό στόχο έχουν να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα των οικονομικών ελίτ που στηρίζουν τον κ. Μητσοτάκη».


Φέρνει δε ως «αποκαλυπτικό» παράδειγμα την επαναφορά των αρχών των συλλογικών διαπραγματεύσεων «που οδηγούν σε αυξήσεις μισθών χιλιάδων εργαζομένων», προσθέτοντας ότι ο Κυρ. Μητσοτάκης χαρακτήριζε την κίνηση αυτή ως ιδεοληπτική εμμονή της Αριστεράς.


«Άρα λοιπόν πρόκειται εδώ για προγράμματα που αντιστοιχούν σε συμφέροντα διαφορετικών κοινωνικών δυνάμεων, δύο διαφορετικών κόσμων» τονίζει.


Ο Δ. Τζανακόπουλος αναφέρει ότι η ΝΔ, με την ηγεσία Μητσοτάκη έχει εξελιχθεί «σε ένα υβρίδιο ακροδεξιάς και νεοφιλελευθερισμού» και σημειώνει «η σημερινή κυβέρνηση συσπειρώνει δυνάμεις και πρόσωπα που δεν ανέχονται ούτε την ακροδεξιά στροφή του κυρίου Μητσοτάκη, ούτε φυσικά την πολιτική του οριστικά μεταλλαγμένου ΚΙΝΑΛ, την πολιτική της ταύτισης με τη ΝΔ και επιλέγουν να συστρατευτούν σε μια προσπάθεια για την ανασυγκρότηση της ελληνικής οικονομίας και την στήριξη της κοινωνίας».


Όπως τονίζει, «το δίλημμα σήμερα είναι: στήριξη στην ΝΔ του κ. Μητσοτάκη του κατεξοχήν εκπροσώπου του διεφθαρμένου παλιού πολιτικού συστήματος ή στην σημερινή κυβέρνηση που βάζει σε πρώτη προτεραιότητα τις ανάγκες της κοινωνικής πλειοψηφίας;»


Δίνει, τέλος, υποσχέσεις παίζοντας με τις πιθανότητες να μην εφαρμοστεί το μέτρο της περικοπής των συντάξεων, αλλά και για τη μείωση του αφορολόγητου: «Ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 3,5% μπορεί να επιτευχθεί τα επόμενα χρόνια χωρίς να είναι αναγκαία οποιαδήποτε περαιτέρω μέτρα» λέει.