Στους 1.200 ανέρχονται οι ασθενείς που αναμένουν μόσχευμα, για να υποβληθούν σε μεταμόσχευση νεφρού στην Ελλάδα. Αυτό επισημάνθηκε στη διάσκεψη 58 διοικητών νοσοκομείων, καθηγητών του ΑΠΘ, διευθυντών κλινικών και εργαστηρίων του Ε.Σ.Υ., στελεχών δημόσιων υπηρεσιών και εκπροσώπων φορέων και οργανώσεων που εμπλέκονται άμεσα ή έμμεσα με τις μεταμοσχεύσεις στη Θεσσαλονίκη.



Η διάσκεψη πραγματοποιήθηκε την Τρίτη 12 Ιουνίου 2018, με πρωτοβουλία της Κοσμητείας της Σχολής Επιστημών Υγείας του ΑΠΘ.


Όπως επισημαίνουν, οι μεταμοσχεύσεις συμπαγών οργάνων και ιστών στην Ελλάδα δεν έχουν προσεγγίσει ακόμα τα αριθμητικά επίπεδα των προηγμένων χωρών, κυρίως λόγω έλλειψης μοσχευμάτων. Ενδεικτικά, αναφέρονται η αναλογία δωρητών οργάνων ανά εκατομμύριο πληθυσμού ανέρχεται στην Ισπανία σε 35,7, στην Κροατία σε 35,1, στην Πολωνία σε 15,5, ενώ στην Ελλάδα ανέρχεται μόλις σε 3,7 δωρητές ιστών και οργάνων ανά εκατομμύριο πληθυσμού.


Οι συμμετέχοντες υπογράμμισαν ότι οι εν αναμονή ασθενείς για νεφρικό μόσχευμα στην Ελλάδα ανέρχονται σε 1.200 άτομα, ενώ σε 11.000 περίπου υπολογίζεται ο αριθμός των ασθενών που βρίσκονται υπό αιμοκάθαρση με τεχνητό νεφρό, με μέση δαπάνη νοσηλείας ανά έτος και ανά ασθενή να αγγίζει τις 40.000 ευρώ. Επίσης, οι εν αναμονή ασθενείς στην Ελλάδα για άλλα μοσχεύματα υπολογίζονται περίπου σε 150 για ηπατικό μόσχευμα, σε 40 για καρδιακό μόσχευμα και σε 600 για μόσχευμα κερατοειδούς χιτώνα.


Όπως επισήμαναν, τα προβλήματα και οι υστερήσεις οφείλονται στο γεγονός ότι ποτέ στη χώρα μας δεν διαμορφώθηκε συνολική πολιτική ανάπτυξης των μεταμοσχεύσεων από τις Κυβερνήσεις, μόνο αποσπασματικά μέτρα λαμβάνονται κατά καιρούς. Πόσες Μονάδες μεταμοσχεύσεων χρειαζόμαστε ανά όργανο και ιστό στη χώρα μας και ποια η γεωγραφική έδρα τους; Ποια πρέπει να είναι η στελέχωσή τους, καθώς και των εργαστηρίων ιστοσυμβατότητας και των ΜΕΘ; Είναι σημαντική η έλλειψη επαρκούς προσωπικού διαχρονικά. Ο ΕΟΜ κάνει ό,τι μπορεί, όμως είναι υποστελεχωμένος και δεν διαθέτει τις εξειδικεύσεις των στελεχών που απαιτούν οι καιροί και οι ανάγκες. Επίσης δεν διαθέτει Γενικό Διευθυντή, βασίζεται κατά πολύ στις δυνατότητες, υποκειμενικές και αντικειμενικές, του Προέδρου, ο οποίος ασκεί ταυτοχρόνως και τα ιατρικά του καθήκοντα στο χώρο εργασίας του.


Μάλιστα, κατατέθηκαν οι εξής προτάσεις:



1.
Να διαμορφωθεί από το Υπουργείο Υγείας, σε συνεργασία με τον ΕΟΜ, τα μεταμοσχευτικά κέντρα και τους φορείς επιστημόνων και ασθενών, ολοκληρωμένη πολιτική ανάπτυξης των Μεταμοσχεύσεων που να περιλαμβάνει:

α) Στόχους, τρόπους, μεθόδους και μέσα αύξησης των μεταμοσχεύσεων και κάλυψης των Ελλήνων ασθενών. Ιεράρχηση των βημάτων.

β) Δημιουργία κατάλληλης Οργανωτικής δομής και επαρκούς υποδομής και εξοπλισμού πανελλαδικά, ενίσχυση ΕΟΜ και όλων των περιφερικών δομών του και των ιατρικών τμημάτων που εμπλέκονται στις μεταμοσχεύσεις. Αξιοκρατική επιλογή του κατάλληλου προσωπικού.

γ) Σταθερούς και συγκυριακούς στοχευμένους τρόπους διάδοσης της σημασίας των μεταμοσχεύσεων και της δωρεάς οργάνων και ιστών, προς το υγειονομικό προσωπικό, τα παιδιά, τους χώρους εργασίας, κ.ο.κ.

2. Ο θεσμός της δωρεάς οργάνων πρέπει να υιοθετηθεί πρωτίστως από το ιατρονοσηλευτικό σώμα, το οποίο στη συνέχεια πρέπει να αναλάβει την ευθύνη της διάδοσής του, με τη συνδρομή Οργανώσεων και Συλλόγων και υπό τον συντονισμό της αρμόδιας κρατικής υπηρεσίας.

Στη συγκεκριμένη προσπάθεια καθοριστικός είναι ο ρόλος των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης με την προβολή εύστοχων κοινωνικών μηνυμάτων, την οργάνωση ενημερωτικής εκστρατείας για το συγκεκριμένο θέμα, καθώς και τη συμμετοχή σε ενημερωτικές ή/και ψυχαγωγικές εκπομπές.

Σε κάθε περίπτωση, ο ρόλος των δημοσιογράφων είναι καταλυτικός για την επιτυχή έκβαση των παραπάνω δράσεων στον τομέα της ενημέρωσης και γι αυτό προτείνεται η προσέγγισή τους για τη διοχέτευση και διαχείριση της ιατρικής πληροφορίας.

3. Ενίσχυση σε προσωπικό και υποδομές του «Κέντρου Μεταμοσχεύσεων Βορείου Ελλάδος» του Ιπποκράτειου Νοσοκομείου, της «Μονάδας Μεταμοσχεύσεων Αιμοποιητικών Κυττάρων» και της Δημόσιας Τράπεζας Ομφαλιοπλακουντικού Αίματος του νοσοκομείου Γ. Παπανικολάου, και της Τράπεζας Οφθαλμών του νοσοκομείουΑΧΕΠΑ και του Εργαστηρίου Ιστοσυμβατότητας του Ιπποκράτειου Νοσοκομείου.

4. Ολοκλήρωση του θεσμικού πλαισίου των μεταμοσχεύσεων για την κάλυψη κενών που μπορεί να δημιουργούν προβλήματα δεοντολογικής φύσης. Έμφαση στην ιχνηλασιμότητα και την εποπτεία από τις αρμόδιες αρχές. Ο ΕΟΠΥΥ να καλύπτει οικονομικά το κόστος εισαγωγής όλων των ιστών προς μεταμόσχευση.

5. Αναδιοργάνωση, επαρκής στελέχωση και λειτουργία με νομική υπόσταση και οργανόγραμμα του «Γραφείου Συντονισμού Μεταμοσχεύσεων Βορείου Ελλάδος».