Το πλαίσιο της επόμενης περιόδου, προφανώς προβλέπει τους συμφωνημένους ήδη στόχους της επόμενης τετραετίας, τόσο στο επίπεδο των πλεονασμάτων όσο και σε αυτό της ανάπτυξης, δήλωσε ο πρωθυπουργός στην ομιλία του στο υπουργικό συμβούλιο.



O κ. Τσίπρας παρουσίασε το «ολιστικό σχέδιο» για την επόμενη μέρα της εξόδου από το μνημόνιο. «Η ολοκλήρωση της 4ης αξιολόγησης είναι ένα ακόμη ουσιαστικό βήμα για την έξοδο από τα μνημόνια» είπε, ενώ χαρακτήρισε κομβικές για την επόμενη μέρα της Ελλάδας τις εξελίξεις για την ελάφρυνση του χρέους. Ξεκίνησε την ομιλία του καταδικάζοντας την επίθεση στον Μπουτάρη.

Για το χρέος

«Απομένουν ακόμα ορισμένα βήματα στην τελική ευθεία που ήδη έχουμε μπει», είπε. Σύμφωνα με τον πρωθυπουργό, το πρώτο είναι η συγκεκριμενοποίηση των μέτρων για τη ρύθμιση του ελληνικού χρέους, για την οποία σημείωσε: «Βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη οι σχετικές συζητήσεις, οι οποίες θα παράξουν το αποτέλεσμα, το οποίο θα έρθει για έγκριση στο Eurogroup. Οι συζητήσεις αυτές όμως, δεν γίνονται εν κενώ, ούτε σε tabula rasa. Υπάρχει το πλαίσιο που έχει προσδιορίσει το Eurogroup του περασμένου Ιούνη, το οποίο περιλαμβάνει τόσο το γενικό πλαίσιο ρυθμίσεων σε βραχυπρόθεσμο, μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο επίπεδο, όσο, όμως, και την πολύ σημαντική πρόβλεψη για το ανώτατο ποσό -το 15% του ΑΕΠ- που μπορεί να δεσμεύεται για την εξυπηρέτηση των χρηματοδοτικών υποχρεώσεων της χώρας. Επομένως, εργαζόμαστε εντατικά ώστε να υπάρξει η βέλτιστη δυνατή λύση στο ήδη ευνοϊκό πλαίσιο που έχει περιγραφεί. Καθώς αυτή είναι η τελευταία προϋπόθεση ώστε να απελευθερωθεί ένα μεγάλο μέρος της αναπτυξιακής δυναμικής που, ήδη, καταγράφεται».

Όμως, όπως τόνισε ο κ. Τσίπρας, το κομβικότερο ζήτημα όλων είναι ο σχεδιασμός για την επόμενη μέρα, για τον οποίο υπογράμμισε: «Αν μέχρι σήμερα έχουμε αναφερθεί στο γενικό περίγραμμα και τις αρχές του σχεδίου που οραματιζόμαστε για τη μεταμνημονιακή Ελλάδα, πλέον, έχει έρθει η ώρα αυτό να αποτυπωθεί συγκεκριμένα. Το σχέδιο αυτό θα συζητήσει και θα εγκρίνει το υπουργικό συμβούλιο, θα κοινοποιηθεί σε όλες τις πτέρυγες του Κοινοβουλίου και θα αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης στο ερχόμενο Eurogroup».

«Δεν είναι απλώς ένα σχέδιο στο οποίο απαριθμούνται αναπτυξιακοί στόχοι. Είναι ένα συνολικό πλάνο», εξήγησε, «το οποίο περιλαμβάνει, αφενός τους σκοπούς στους επιμέρους τομείς του κοινωνικού και οικονομικού γίγνεσθαι και αφετέρου τις συγκεκριμένες ενέργειες για την επίτευξη αυτών των σκοπών. Μιλάμε λοιπόν», συνέχισε, «για μια συνεκτική στρατηγική. Η οποία εκκινεί από τα πεπραγμένα της τρέχουσας περιόδου κατά την οποία η χώρα ξεπερνά την ύφεση και την οικονομική καχεξία, και εκτείνεται στο μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο διάστημα».

Και, «το εγχείρημα είναι καινοφανές για μια χώρα, που πορεύθηκε για χρόνια με μια κοντόφθαλμη και απολύτως καταστροφική -όπως αποδείχθηκε- λογική. Για πρώτη φορά, η Ελλάδα είναι σε θέση όχι μόνο να οραματιστεί, σε θεωρητικό επίπεδο. Αλλά να θέσει μια σειρά από συλλογικούς εθνικούς και κοινωνικούς στόχους, για την επόμενή της μέρα μετά από μία πολυετή κρίση», σημείωσε ο κ. Τσίπρας.

«Η Ελλάδα ως μία κανονική χώρα πλέον, ως μία χώρα στον πυρήνα της ΕΕ οφείλει να έχει στρατηγική» είπε ο κ. Τσίπρας και πρόσθεσε ότι «η διαδικασία της εκπόνησης ενός μακρόπνοου σχεδίου αναπτυξιακής στρατηγικής έχει ακολουθηθεί και από άλλες χώρες όπως η Πορτογαλία και η Ιρλανδία και στην πραγματικότητα συνιστά μια πράξη ευθύνης».

«Η Ελλάδα από το 2015 υπεραποδίδει έναντι των στόχων για πρωτογενές πλεόνασμα και το γεγονός αυτό την καθιστά αξιόπιστη» επισήμανε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας και παραδέχθηκε ότι «το σχέδιο της επόμενης τετραετίας περιλαμβάνει τους συμφωνημένους στόχους» ουσιαστικά δηλαδή αποδέχθηκε την υλοποίηση της προ-συμφωνημένης και ήδη νομοθετημένης μείωσης των συντάξεων από 1/12019 και μείωσης του αορολόγητου ορίου από 1/1/2020.

H στρατηγική της χώρας για την επόμενη μέρα

Στη στρατηγική της χώρας για την επόμενη μέρα βρίσκονται η καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας, η επαναφορά των βασικών αρχών των συλλογικών διαπραγματεύσεων και η αύξηση του κατώτατου μισθού, όπως ανέφερε ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης του υπουργικού συμβουλίου.

Για την αδήλωτη εργασία, ο κ. Τσίπρας τόνισε πως έχει ήδη περιοριστεί, μέσα σε μία τριετία, από το 19% στο 13%, στους τομείς υψηλής παραβατικότητας και ο στόχος είναι να περιοριστεί στο 5% το 2021.

Σύμφωνα με τον πρωθυπουργό, η επαναφορά των βασικών αρχών των συλλογικών διαπραγματεύσεων πρέπει να γίνει, διότι η Ελλάδα πρέπει να επιστρέψει στην ευρωπαϊκή κανονικότητα.

Για την αύξηση του κατώτατου μισθού, ο κ. Τσίπρας επισήμανε ότι «πέρα από την ανάγκη να τελειώνουμε με το ανήθικο καθεστώς της υποαμειβόμενης εργασίας, η αύξηση των μισθών είναι βασικό στοιχείο ώστε να αυξηθεί η ιδιωτική κατανάλωση και να διευρυνθεί ο κύκλος της οικονομικής δραστηριότητας».

Όπως σημείωσε, «τα παραπάνω σημεία έρχονται να συμπληρώσουν μία αναπτυξιακή στρατηγική, η οποία στοχεύει όχι απλά στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, αλλά και καλύτερων θέσεων εργασίας».

Καταδίκασε την επίθεση στον Μπουτάρη

Ο πρωθυπουργός ξεκίνησε την ομιλία του καταδικάζοντας το περιστατικό της επίθεσης στον Γιάννη Μπουτάρη το Σάββατο, στη Θεσσαλονίκη.

«Η βάρβαρη επίθεση στον δήμαρχο Θεσσαλονίκης από ακροδεξιούς τραμπούκους, παραπέμπει σε παλιότερες εποχές δόξας της  αιματηρής εθνικοφροσύνης και του παρακράτους», είπε ενώ παράλληλα εξαπέλυσε τα πυρά λέγοντας: «Ποιοι όμως χειροκρότησαν την επίθεση κατά του Γιάννη Μπουτάρη; Ποιοι την προετοίμασαν με βίαιες λεκτικές επιθέσεις εναντίον του; Ποιοι εξαπολύουν διαρκώς, κάθε μέρα, ακραίες κατηγορίες για προδότες, και μειωμένης εθνικής συνειδήσεως Έλληνες; Ποιοι έχουν ανακηρύξει τον εαυτό τους εργολάβο του έθνους, και επικηρύσσουν εκείνους που σκέφτονται και πράττουν διαφορετικά; (…) Εδώ πρόκειται για ένα συμπαγές, σκοτεινό, και ακραίο τμήμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Με έκφραση στα κορυφαία όργανά της».

Ενώ πρόσθεσε: «Ας είναι βέβαιοι, όμως, όσοι στηρίζουν την ακραία μισαλλοδοξία και στρώνουν το χαλί στην άκρα Δεξιά και συναλλάσσονται με τη Χρυσή Αυγή, και προκρίνουν τη βία ως μέσο επιβολής, ότι η Δημοκρατία θα προστατέψει τον εαυτό της και τους πολίτες. Η εποχή των Γκοτζαμάνηδων έχει παρέλθει οριστικά».