Σοκ έχει προκαλέσει η επίθεση που σημειώθηκε την Τρίτη στο Μανχάταν, η πρώτη που διαπράχθηκε στη Νέα Υόρκη μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001.


Η επίθεση σημειώθηκε λίγο μετά τις 15:00 τοπική ώρα (21:00 ώρα Ελλάδας), κατά μήκος του ποταμού Χάντσον, όπου βρισκόταν πλήθος ανθρώπων. Ένας άνδρας έριξε το φορτηγάκι που οδηγούσε πάνω σε ποδηλάτες και διαβάτες, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους οκτώ άνθρωποι και να τραυματιστούν άλλοι 11.

Η πυροσβεστική υπηρεσία έκανε λόγο για 11 τραυματίες μετά την επίθεση, χαρακτηρίζοντας «σοβαρή», αλλά όχι κρίσιμη την κατάστασή τους. Ανάμεσα στους τραυματίες συγκαταλέγονται τρεις Βέλγοι, σύμφωνα με τις Βρυξέλλες.

Το υπουργείο Εξωτερικών της Αργεντινής γνωστοποίησε πως οι πέντε Αργεντινοί οι οποίοι σκοτώθηκαν κατάγονταν από το Ροσάριο (κεντρική Αργεντινή) και είχαν πάει στη Νέα Υόρκη προκειμένου «να γιορτάσουν την 30ή επέτειο από το τέλος των σπουδών τους».

Η Βελγίδα που έχασε τη ζωή της καταγόταν από την Ρουλέρς της Φλάνδρας και επισκεπτόταν τη Νέα Υόρκη μαζί με την αδελφή και τη μητέρα της, όπως ανέφερε ο Βέλγος υπουργός Εξωτερικών Ντιντιέ Ρέιντερς.

Η ταυτότητα του δράστη δεν δόθηκε στη δημοσιότητα από τις αρχές. Η αστυνομία της Νέας Υόρκης ανέφερε μόνο ότι είναι 29 ετών, ενώ διευκρίνισε πως δεν αναζητεί κανέναν άλλον ύποπτο. Η αστυνομία γνωστοποίησε ότι ο άνδρας τραυματίστηκε από σφαίρες αστυνομικών στην κοιλιακή χώρα και εισήχθη σε νοσοκομείο. Σύμφωνα με πολλά ΜΜΕ, ο ύποπτος χειρουργήθηκε το βράδυ.



Αυτόπτες μάρτυρες κι ένας αστυνομικός που μίλησε υπό τον όρο να μην κατονομαστεί, ανέφεραν πως ο δράστης άφησε χειρόγραφες σημειώσεις στα αραβικά πλάι στο φορτηγάκι.

Σύμφωνα με πολλά αμερικανικά μέσα ενημέρωσης, πρόκειται για τον Σαϊφούλο Σαΐποφ, κάτοικο του Νιού Τζέρσεϊ, όπου είχε νοικιαστεί το φορτηγάκι. Διέθετε άδεια μόνιμης παραμονής στις ΗΠΑ, τη λεγόμενη «πράσινη κάρτα», και δούλευε ως οδηγός φορτηγού και οδηγός για την Uber, σύμφωνα με την εφημερίδα New York Times, η οποία διευκρίνισε πως ο άνδρας βρισκόταν ήδη «στο ραντάρ» της αστυνομίας. Κατά τους ΝΥΤ, τρία στελέχη των διωκτικών αρχών δήλωσαν ότι είχε προσελκύσει την προσοχή τους στο πλαίσιο μιας άσχετης υπόθεσης.

Πολλοί Ευρωπαίοι ηγέτες, ανάμεσά τους ο πρόεδρος της Γαλλίας, Εμανουέλ Μακρόν, και η πρωθυπουργός της Βρετανίας, Τερέζα Μέι, εξέφρασαν την αλληλεγγύη τους στις ΗΠΑ, ενώ ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, εξέφρασε τη «βαθιά θλίψη του» και τα συλλυπητήριά του προς στις οικογένειες των θυμάτων.

Ο δήμαρχος της Νέας Υόρκης Μπιλ ντε Μπλέζιο χαρακτήρισε την επίθεση, η οποία διαπράχθηκε την ημέρα που οι Αμερικανοί γιόρταζαν το Χαλοουίν, μια «θρασύδειλη τρομοκρατική ενέργεια», χωρίς να αναφερθεί σε κάποια τζιχαντιστική οργάνωση.



Σε αναρτήσεις του στο Twitter ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ παρέπεμψε στην οργάνωση Ισλαμικό Κράτος, χωρίς οι αρχές να έχουν δώσει ακόμη στοιχεία, ενώ ο ίδιος διέταξε να ενισχυθούν οι έλεγχοι στους αλλοδαπούς που επιθυμούν να εισέλθουν στις ΗΠΑ.

Aμερικανικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ότι ο άνδρας που οδηγούσε το φορτηγάκι, ένας Ουζμπέκος που είχε μεταναστεύσει στις ΗΠΑ το 2010, κραύγασε «Αλλάχου Άκμπαρ» όταν βγήκε από το αυτοκίνητο.

Το One World Trade Center, ο ουρανοξύστης που υψώνεται στο σημείο όπου βρίσκονταν οι Δίδυμοι πύργοι που κατέρρευσαν την 11η Σεπτεμβρίου 2001, φωτιζόταν όλη τη νύχτα με κόκκινο, λευκό και μπλε φωτισμό, προς τιμή «της ελευθερίας και της δημοκρατίας», ενώ στους ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης πολλοί υπόσχονταν ότι δεν θα υποχωρήσουν έναντι της τρομοκρατίας χρησιμοποιώντας το hashtag #NYCstrong («η Νέα Υόρκη δυνατή»).


Από naftemporiki.gr και ΑΜΠΕ