Παρασκευή, 7 Απριλίου 2017._


Πενήντα εννέα πυραύλους Τόμαχοκ εκτόξευσαν οι ΗΠΑ στη Συρία, πλήττοντας αεροπορική βάση του Άσαντ, ως απάντηση στην επίθεση με χημικά, για την οποία η Ουάσιγκτον κατηγορεί τη Δαμασκό.


«Σήμερα το βράδυ, διέταξα ένα στοχευμένο στρατιωτικό πλήγμα κατά της αεροπορικής βάσης στη Συρία από την οποία εξαπολύθηκε η επίθεση με τα χημικά όπλα. Είναι προς το ουσιαστικό εθνικό συμφέρον των ΗΠΑ να δράσουν προληπτικά και να αποτρέψουν την εξάπλωση της χρήσης των θανατηφόρων χημικών όπλων» ανέφερε ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, σε τηλεοπτικό μήνυμά του.

Η αμερικανική πυραυλική επίθεση κατά της αεροπορικής βάσης Σαϊράτ που βρίσκεται στα δυτικά της επαρχίας Χομς πραγματοποιήθηκε στις 04:40 (τοπική ώρα) σύμφωνα με ανακοίνωση του αμερικανικού Πενταγώνου.

Οι 59 πύραυλοι Τόμαχοκ εκτοξεύτηκαν από τα πυραυλοφόρα καταδρομικά πλοία USS Porter και USS Ross που πλέουν ανατολικά της Μεσογείου.

Πεντάγωνο: Ενημερώσαμε εκ των προτέρων τη Ρωσία 

Όπως δήλωσε ο εκπρόσωπος του Πενταγώνου λοχαγός Τζεφ Ντέιβις, ο αμερικανικός στρατός ενημέρωσε στις ρωσικές δυνάμεις ότι πρόκειται να βομβαρδίσει τη συριακή αεροπορική βάση και δεν έπληξε τμήματα της βάσης που θεωρείται ότι βρίσκονταν ρωσικές δυνάμεις.

Από την πλευρά του ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Ρεξ Τίλερσον διευκρίνισε ότι οι ΗΠΑ «δεν ζήτησαν την άδεια Μόσχας» για την πυραυλική επίθεση. Ανέφερε ακόμη ότι οι βομβαρδισμοί δείχνουν ότι ο Τραμπ «είναι έτοιμος να λάβει αποφασιστικά μέτρα δράσης κατά αποτρόπαιων πράξεων».

Ο κυβερνήτης της επαρχίας Χομς δήλωσε πως η αμερικανική επίθεση προκάλεσε θύματα. Ο ίδιος είχε εκφράσει νωρίτερα την εκτίμηση ότι υπάρχουν μόνο υλικές καταστροφές από τα πυραυλικά πλήγματα.

Χαιρετίζει την επίθεση η συριακή αντιπολίτευση

Η Εθνική Συμμαχία της Συρίας, που ανήκει στην αντιπολίτευση, υποδέχθηκε θετικά την πυραυλική επίθεση των ΗΠΑ.

Εκπρόσωπος Τύπου της οργάνωσης εξέφρασε μάλιστα την ελπίδα ότι οι πυραυλικές επιδρομές κατά του καθεστώτος του Άσαντ θα συνεχιστούν, προκειμένου να σταματήσουν οι αεροπορικές επιδρομές της συριακής κυβέρνησης, αλλά και «η χρήση διεθνώς απαγορευμένων όπλων».