Απεβίωσε, σε ηλικία 96 ετών, ο πρώην καγκελάριος της Δυτικής Γερμανίας Χέλμουτ Σμιτ.  Τον περασμένο Απρίλιο, σε συνέντευξή του στο ARD, είχε δηλώσει ότι δεν θέλει να φτάσει 100 ετών . Έβρισκε, όπως είχε πει, ενοχλητικά και αυτά ακόμη τα 96 του χρόνια.


«Όσα ήθελα ακόμη να πω», είναι ο τίτλος του τελευταίου βιβλίου του, που κυκλοφόρησε αρχές του έτους.

Η υγεία του Χέλμουτ Σμιτ είχε επιδεινωθεί τις τελευταίες ημέρες δραματικά. Έπειτα από επέμβαση για θρόμβο στο πόδι, στην οποία υπεβλήθη τον Σεπτέμβριο, επέστρεψε στο σπίτι του, στο Αμβούργο, και αρχικά έδειχνε σημάδια βελτίωσης. Σύντομα, όμως, οι θεράποντες ιατροί του έχασαν κάθε ελπίδα και χθες δήλωσαν ότι έπρεπε «ανά πάσα στιγμή να είμαστε έτοιμοι για όλα». Σύμφωνα με το γραφείο του, «ο πιο διάσημος μανιώδης καπνιστής της Γερμανίας», που δεν αποχωριζόταν το τσιγάρο του ούτε καν στις τηλεοπτικές του εμφανίσεις, κατέληξε στις 14:30 (τοπική ώρα).

Ο Σμιτ εξελέγη καγκελάριος το 1974, αλλά όχι έπειτα από βουλευτικές εκλογές. Ψηφίστηκε από το Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο προκειμένου να αντικαταστήσει τον Βίλι Μπραντ, ο οποίος εξαναγκάστηκε σε παραίτηση λόγω του σκανδάλου με τον κατάσκοπο της ΛΔΓ Γκίντερ Γκιγιόμ. Κέρδισε τις εκλογές το 1976 και το 1980 και συμπλήρωσε οκτώμισι χρόνια στην καγκελαρία, καθώς η κυβέρνησή του κατέρρευσε το 1982, όταν διαλύθηκε ο συνασπισμός του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) με τους Φιλελεύθερους (FDP).

Κατά τη θητεία του αντιμετώπισε μια παγκόσμια οικονομική ύφεση και την ενεργειακή κρίση της δεκαετίας του '70, ενώ εσωτερικά έβαλε την σφραγίδα του στον αγώνα κατά της τρομοκρατίας της οργάνωσης "Φράξια Κόκκινος Στρατός" (RAF). Το 1979 επέβαλε, παρά την αντίσταση που συνάντησε από μεγάλο μέρος των πολιτών, αλλά και του κόμματός του, την εγκατάσταση αμερικανικών πυραύλων μέσου βεληνεκούς στη Δυτική Ευρώπη για την περίπτωση κατά την οποία η Σοβιετική Ένωση δεν απέσυρε τους δικούς της πυραύλους SS20.

Ακόμη και μετά την απομάκρυνσή του από την ενεργό πολιτική, ο Χέλμουτ Σμιτ διατήρησε το δικαίωμά του στις παρεμβάσεις και οι δηλώσεις του προκαλούσαν πάντα δημοσιότητα και σχόλια. Δεν δίσταζε ακόμη και να διαφωνεί με το κόμμα του, π.χ. αντιτιθέμενος στην ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην εγκατάλειψη της πυρηνικής ενέργειας.

Όταν ξέσπασε η κρίση στην Ουκρανία έσπευσε να προειδοποιήσει ότι η κατάσταση θυμίζει το πώς η Ευρώπη οδηγήθηκε στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ούτως ή άλλως, κατά τη διάρκεια της θητείας του συνήθιζε τις αναφορές στην Ιστορία, στην ηθική, στην φιλοσοφία, ακόμη και στην κοινωνιολογία.
«Το πιο σημαντικό σήμερα είναι να μαθαίνεις το πώς να καταλαβαίνεις άλλους λαούς και μάλιστα όχι μόνο τη μουσική τους, αλλά και τη φιλοσοφία τους, τη στάση τους, την συμπεριφορά τους. Μόνο τότε μπορούν τα έθνη να έχουν κατανόηση μεταξύ τους», έγραψε προφητικά σε βιβλίο του το 1996.
Ηγήθηκε της χώρας για οκτώ χρόνια κατά την κορύφωση του Ψυχρού Πολέμου. Ήταν σοσιαλδημοκράτης πολιτικός και διετέλεσε καγκελάριος από το 1974 έως το 1982.

Μέρκελ: «Πολιτικός θεσμός» της Γερμανίας ο Χέλμουντ Σμιτ

«Πολιτικό θεσμό» της Γερμανίας χαρακτήρισε τον πρώην καγκελάριο Χέλμουτ Σμιτ η 'Αγκελα Μέρκελ και εξέφρασε τον βαθύ σεβασμό της για τα επιτεύγματά του.

«Ο Χέλμουτ Σμιτ ήταν ένας πολιτικός θεσμός της δημοκρατίας μας. Και ήταν και για μένα ένας θεσμός. Κάποιος του οποίου την συμβουλή και την άποψη θεωρούσα σημαντικές», δήλωσε η κ. Μέρκελ και αναφέρθηκε ιδιαίτερα στην συμβολή του στην ευρωπαϊκή ιδέα, στον αγώνα κατά της τρομοκρατίας αλλά και στις σημαντικές διεθνείς πρωτοβουλίες του, οι οποίες, όπως είπε, έχουν επίδραση ακόμη και σήμερα. «Υπηρέτησε τη χώρα μας και αυτό δεν θα το ξεχάσουμε ποτέ», δήλωσε η κ. Μέρκελ.

Ολάντ: Έφυγε ένας μεγάλος Ευρωπαίος

Τη βαθύτατη θλίψη του για τον θάνατο του πρώην καγκελαρίου εξέφρασε ο πρόεδρος της Γαλλίας Φρανσουά Ολάντ τονίζοντας ότι «έφυγε ένας μεγάλος Ευρωπαίος».

«Την εποχή που ήταν καγκελάριος (...) προετοίμασε τις επιλογές που έκαναν στη συνέχεια ο Φρανσουά Μιτεράν και ο Χέλμουτ Κολ» σημείωσε ο Γάλλος πρόεδρος, χαιρετίζοντας «έναν μεγάλο πολιτικό», ο οποίος αγωνίστηκε επίσης για να προσδώσει «κοινωνική διάσταση στην οικονομία της αγοράς».