Τέσσερις πολυαγαπημένες αμερικανικές ταινίες που φιγουράρουν συχνά στις λίστες με τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών παρουσιάζει η Ταινιοθήκη Θεσσαλονίκης από σήμερα, Πέμπτη 14 Μαΐου, έως τις 17 του μήνα.

Το κοινό της Ταινιοθήκης θα έχει την ευκαιρία να απολαύσει ξανά αριστουργήματα όπως Ο πολίτης Κέην του Όρσον Ουέλς, Λεωφορείον ο πόθος του Ελία Καζάν, Μερικοί το προτιμούν καυτό του Μπίλι Ουάιλντερ και Ο πρωτάρης του Μάικ Νίκολς.

Όπως μας θυμίζουν οι διοργανωτές:

Κεντρικός ήρωας στον Πολίτη Κέιν είναι ένας ισχυρός μεγιστάνας του Τύπου, άμεση αναφορά στον Γουίλιαμ Χιρστ, ο οποίος προσπάθησε με κάθε τρόπο να εμποδίσει, χωρίς να τα καταφέρει, τη διανομή της ταινίας.

Το Λεωφορείον ο πόθος του Καζάν είναι η αξεπέραστη διασκευή του βραβευμένου με Πούλιτζερ κλασικού έργου του Τένεσι Ουίλιαμς, που καθιέρωσε τον Ελία Καζάν, έκανε θρύλο τον Μάρλον Μπράντο και χάρισε στη Βίβιαν Λι το δεύτερο Όσκαρ της καριέρας της, μετά από εκείνο για την ερμηνεία της στο ρόλο της Σκάρλετ Ο' Χάρα στο Όσα παίρνει ο άνεμος.  

Το Μερικοί το προτιμούν καυτό αποτελεί έναν φόρο τιμής στις αμερικάνικες κωμωδίες της χρυσής εποχής του Χόλιγουντ (Ερνστ Λιούμπιτς, Φρανκ Κάπρα κ.ά.), αλλά και καυστική κοινωνική σάτιρα με στοιχεία νουάρ.

Στον Πρωτάρη ακούγεται το αξεπέραστο και διαχρονικό τραγούδι των Πωλ Σάιμον και Aρτ Γκαρφάνκελ, «Mrs Robinson», το πρώτο ροκ τραγούδι που κέρδισε βραβείο Γκράμι για τον καλύτερο δίσκο της χρονιάς. 

Πώληση εισιτηρίων: Μουσείο Κινηματογράφου – Ταινιοθήκη Θεσσαλονίκης (Αποθήκη Α΄, Λιμάνι, τηλ. 2310-508.398, cinematheque@filmfestival.gr) 
Τιμή εισιτηρίου: 4 ευρώ (γενική είσοδος), 3 ευρώ (για τα μέλη). 
Κάρτα μέλους: 1 ευρώ. 


Πρόγραμμα προβολών:

14/05 ΠΕΜΠΤΗ
19:00 Ο πρωτάρης
21:30 Ο πολίτης Κέην

15/05 ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
19:00 Λεωφορείον ο πόθος
21:30 Μερικοί το προτιμούν καυτό

16/05 ΣΑΒΒΑΤΟ
19:00 Μερικοί το προτιμούν καυτό
21:30 Λεωφορείον ο πόθος

17/05 ΚΥΡΙΑΚΗ
19:00 Ο πολίτης Κέην
21:30 Ο πρωτάρης


Αναλυτικά οι ταινίες: 

Ο πολίτης Κέην /Citizen Kane του Όρσον Ουέλς, με τους Όρσον Ουέλς, Τζόζεφ Κότεν, Ντόροθι Κάμινγκορ, Ασπρόμαυρη, (119’) ΗΠΑ, 1941, Όσκαρ καλύτερου πρωτότυπου σεναρίου

Ο Κέην, μεγιστάνας του νεουορκέζικου Τύπου ξεψυχά ολομόναχος στο βασίλειό του το «Ξαναντού», προφέροντας τη λέξη Ρόουζμπαντ. Ένας δημοσιογράφος επιχειρεί να ανασυστήσει τη ζωή του αινιγματικού δισεκατομμυριούχου μέσα από τις μαρτυρίες εκείνων που τον γνώριζαν: φίλοι, συνεργάτες, σύζυγοι, υπηρέτες… Όμως το παζλ μένει μέχρι τέλους ανολοκλήρωτο.
Το 1941 ο 25χρονος Όρσον Ουέλς είναι ήδη διάσημος σεξπηρικός ηθοποιός, σκηνοθέτης και επικεφαλής θεατρικού θιάσου. Τρία χρόνια πριν, το 1938 είχε τρομοκρατήσει όλη την Αμερική με μια ραδιοφωνική μεταφορά του Πολέμου των κόσμων του Χ. Τζ Γουέλς, κάνοντας τον κόσμο να πιστέψει ότι επίκειται εισβολή εξωγήινων, γεγονός που έβγαλε πλήθος  αμερικανών στους  δρόμους, με αποτέλεσμα να προκληθεί αναταραχή και πανικός. Θεωρούμενος από όλους -και  δικαίως- ως ιδιοφυία, το 1940 δούλεψε σε απόλυτη μυστικότητα το σενάριο της πρώτης του ταινίας και  ξεκίνησε τα γυρίσματα του Πολίτη Κέην. Η ταινία όταν προβλήθηκε στην Αμερική, είχε μέτρια εμπορική απήχηση και χλιαρή κριτική επιδοκιμασία, αλλά όταν παίχτηκε στην Ευρώπη, με το τέλος του πολέμου, το έργο χαρακτηρίζεται μεγαλοφυές και γρήγορα θα καταστεί μια από τις διασημότερες ταινίες όλων των εποχών και αναμφίβολα μια από τις 10 καλύτερες στην ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου. Δομημένη γύρω από τη νοσταλγία της παιδικής ηλικίας, ανέτρεψε ολοκληρωτικά τους μέχρι τότε αισθητικούς, συντακτικούς και δραματουργικούς κινηματογραφικούς κανόνες και αποτελεί ταυτόχρονα μια πικρόχολη κριτική του αμερικανικού τρόπου ζωής και των αξιών της, καθώς κι ένα σπάνιο ψυχολογικό πορτραίτο μεγάλης διαύγειας και ακρίβειας. Με τον Πολίτη Κέην, ταινία που δικαιώνει απόλυτα την ακραία φραστική διατύπωση «κινηματογραφικό αριστούργημα» η έβδομη τέχνη εισήλθε θριαμβευτικά στην εποχή του μοντερνισμού. 

Λεωφορείον ο πόθος /A Streetcar Named Desire του Ελία Καζάν, με τους Βίβιαν Λι, Μάρλον Μπράντο, Ασπρόμαυρη (122’) HΠΑ, 1951

Η Μπλανς Ντιμπουά, μια μοναχική και νευρωτική δασκάλα, φτάνει στη Νέα Ορλεάνη, στο σπίτι της αδελφής της Στέλλας, που ζει με τον αγροίκο και άξεστο σύζυγό της Στάνλεϊ Κοβάλσκι. Ο Στάνλεϊ είναι Πολωνός μετανάστης και εργάτης, έχει καθυποτάξει την Στέλλα με τον οξύθυμο και επιβλητικό χαρακτήρα του, σε μια σχέση, που κυριαρχείται από το ωμό πάθος, αλλά αντιμετωπίζεται υποτιμητικά και με περιφρόνηση από την Μπλανς. Η υπερευαίσθητη και κάπως υπερβολική Μπλανς, τονίζοντας την ευγενή καταγωγή και την καλή ανατροφή της, μπαίνει στο στόχαστρο του Στάνλεϊ και ενδόμυχα γεννιέται ένας κρυφός πόθος. Όσο περνά ο καιρός, αποκαλύπτονται μυστικά του παρελθόντος της Μπλανς και λόγω της συγκατοίκησης δημιουργούνται εντάσεις και πολλαπλά ξεσπάσματα, με αποτέλεσμα το ολέθριο τέλος.
Αυτή η ιστορία που λαμβάνει χώρα λίγο μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και ξεδιπλώνεται στον περιορισμένο χώρο ενός μικρού διαμερίσματος είναι μια πικρή και σκληρή ιστορία έρωτα, πάθους και αισθησιασμού. Πρόκειται για μια σπουδή πάνω στον εύθραυστο χαρακτήρα της ψυχικής ισορροπίας, το πάθος, την απιστία, τα χαμένα όνειρα, τον ανεκπλήρωτο πόθο, και τη λεπτή γραμμή που χωρίζει τη λογική από την παράνοια.  Ο Καζάν θα διατηρήσει τη γενική μορφή του θεατρικού (το οποίο είχε πρωτοσκηνοθετήσει ο ίδιος με μεγάλη επιτυχία στο Μπροντγουέη), θα ανεβάσει την ένταση στο κόκκινο καθώς η ταινία, γυρισμένη αποκλειστικά σχεδόν σε κλειστούς χώρους, συλλαμβάνει τους πιο μύχιους ψυχικούς κραδασμούς των παγιδευμένων ηρώων, αποσπώντας από όλους τους ηθοποιούς συγκλονιστικές ερμηνείες. Η ταινία προτάθηκε για δώδεκα Όσκαρ, κερδίζοντας συνολικά τέσσερα, εκ των οποίων τα τρία ήταν για τις ερμηνείες των Βίβιαν Λι, (Α’ γυναικείου ρόλου), Καρλ Μάλντεν (Β’ ανδρικού ρόλου) και Κιμ Χάντερ (Β’ γυναικείου ρόλου). Είναι η μοναδική ταινία μέχρι και σήμερα που έχει λάβει τρία ερμηνευτικά βραβεία Όσκαρ. Ο Μάρλον Μπράντο ήταν ο μοναδικός από τους ηθοποιούς της ταινίας που ήταν υποψήφιοι και δεν τιμήθηκε με το βραβείο, το οποίο έχασε από τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ, για την ερμηνεία του τελευταίου στην ταινία Η βασίλισσα της Αφρικής του Τζων Χιούστον. Το 1997 το  Λεωφορείον ο Πόθος έλαβε την 45η θέση ως μια από τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών από το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου. Η ταινία θεωρείται ένα από τα αξεπέραστα κλασικά αριστουργήματα της έβδομης τέχνης, που συγκινεί βαθιά με την ωμότητα, την ειλικρίνεια και την τολμηρότητά του, ενώ η  ερμηνεία και η υποκριτική δεινότητα του 27χρονου Μάρλον Μπράντο προκάλεσε μεγάλη αίσθηση και υπήρξε εξαιρετικά επιδραστική και σημείο αναφοράς για τις επερχόμενες γενιές ηθοποιών.

Μερικοί το προτιμούν καυτό /Some Like It Hot, του Μπίλι Ουάιλντερ, με τους Μέριλιν Μονρόε, Τζακ Λέμον, Τόνι Κέρτις, Ασπρόμαυρη, (120’) ΗΠΑ, 1959

Η ζωή δύο μουσικών στο Σικάγο της δεκαετίας του ’20, θα αναστατωθεί όταν θα γίνουν μάρτυρες μίας βίαιης επίθεσης της μαφίας. Φοβισμένοι θα αναζητήσουν τρόπο και χρήματα για να διαφύγουν στη Φλόριντα. Η λύση θα έρθει από μία γυναικεία ορχήστρα, στην οποία θα πιάσουν δουλειά, μεταμφιεσμένοι όμως, σε γυναίκες. Τα πράγματα θα μπλέξουν ακόμα περισσότερο, όταν θα γνωρίσουν τη Σούγκαρ, ένα μέλος της ορχήστρας και ο έρωτας θα τους χτυπήσει την πόρτα με απρόβλεπτες συνέπειες.
Ο έξι φορές υποψήφιος για Όσκαρ, Μπίλι Ουάιλντερ, γύρισε το 1959 μία από τις καλύτερες κωμωδίες όλων των εποχών. Το Μερικοί το προτιμούν καυτό, αποτέλεσε ένα πρωτοποριακό είδος κωμωδίας για την εποχή του, ασυμβίβαστο και δυναμικό, όσο και οι ήρωές του. Διατηρώντας το ρυθμό του αμείωτο και στα 120 λεπτά του φιλμικού χρόνου, μ’ ένα ξεκαρδιστικό, γεμάτο επινοήσεις σενάριο, γυρισμένο σε ασπρόμαυρο φιλμ και σκηνοθετημένο με μεγάλη δεξιοτεχνία από έναν μαέστρο, είναι μια πραγματικά αστεία ταινία στην οποία το γέλιο πηγάζει από κάθε καρέ. Ο Ουάιλντερ, στήνει μία υποδειγματική κωμωδία καταστάσεων και παρεξηγήσεων, ελέγχοντας την πλοκή και τη ροή της ιστορίας του από την αρχή μέχρι το  τέλος. Έχοντας στη διάθεσή του ένα εκπληκτικό πρωταγωνιστικό δίδυμο (Τζακ Λέμον - Τόνι Κέρτις), σε δαιμονισμένα κέφια, αλλά και το σεξουαλικό ηφαίστειο που ακούει στο όνομα Μέριλιν Μονρόε- ίσως στην καλύτερη ερμηνεία της καριέρας της, το Μερικοί το προτιμούν καυτό διαθέτει μερικές από τις κλασικότερες σκηνές στην ιστορία της αμερικάνικης κωμωδίας. Εκτοξεύοντας τα αιχμηρά βέλη του προς το ίδιο το Χόλιγουντ αλλά και καυτηριάζοντας τον αμερικανικό τρόπο ζωής, o σπουδαίος Αυστριακός δημιουργός κατάφερε να συνδυάσει τον αυτοσαρκασμό με τη σάτιρα και τη φαρσοκωμωδία τόσο έντεχνα, έτσι ώστε η ταινία του να έχει μόνιμη θέση στο Πάνθεον της αμερικανικής κωμωδίας.  

Ο πρωτάρης /The Graduate, του Μάικ Νίκολς, με τους Ντάστιν Χόφμαν, Αν Μπάνκροφτ, Κάθριν Ρος, Έγχρωμη, (106’) ΗΠΑ, 1967, Όσκαρ καλύτερης σκηνοθεσίας

Η ιστορία περιστρέφεται γύρω από την ερωτική σχέση του Μπεν, ενός νεαρού άνδρα και της ώριμης γειτόνισσας κυρίας Ρόμπινσον.  Όταν η κόρη της δεύτερης  θα ερωτευτεί τον Μπεν θα δημιουργηθεί ένα ερωτικό τρίγωνο και τα πράγματα θα πάρουν μια απρόβλεπτη τροπή  με τραγελαφικές συνέπειες.
Βασισμένη στην ομότιτλη νουβέλα του Τσαρλς Γουέμπ η δεύτερη σκηνοθετική απόπειρα του νεαρού, τότε, Mάικ Νίκολς έμελλε να μείνει στην ιστορία του αμερικάνικου κινηματογράφου ως μία από τις καλύτερες κωμωδίες του, και να καθιερώσει τον σκηνοθέτη της ως ένα από τα πιο υποσχόμενα νέα ονόματα του Χόλιγουντ. Με ασταμάτητο ρυθμό, θεατρικά στοιχεία, εντυπωσιακά γκρο-πλαν και ευρηματικές γωνίες λήψης -η σκηνή με τις γάμπες της κυρίας Ρόμπινσον θεωρείται πλέον κλασική- Ο πρωτάρης αποτελεί ένα εξαίρετο δείγμα του σύγχρονου αμερικάνικου σινεμά, στο είδος της ρομαντικής κωμωδίας. Οι ήρωές του είναι πολυδιάστατοι και βγαλμένοι μέσα από τη ζωή, ερμηνευμένοι εξαιρετικά από τον Ντάστιν Χόφμαν, στην πρώτη του κινηματογραφική εμφάνιση, και την Αν Μπάνκροφτ. Από τη μια μεριά η ώριμη κυρία Ρόμπινσον που βλέπει τη ζωή της να περνά και τη σεξουαλικότητά της να ξεθωριάζει, και από την άλλη ο πρωτάρης και ανασφαλής  Μπεν που ξεκινά τη ζωή του, δημιουργούν μία θυελλώδη σχέση, στην οποία αντικατοπτρίζονται -αντίστοιχα- το τέλος και η αρχή της σεξουαλικότητάς τους. Ο πρωτάρης παρά τη δραματική «βάση» της ιστορίας του, αποτελεί μία από τις πιο πετυχημένες και feel good κωμωδίες του αμερικανικού κινηματογράφου. Απέσπασε έξι υποψηφιότητες για Όσκαρ, κερδίζοντας αυτό της καλύτερης σκηνοθεσίας και δικαιωματικά  θεωρείται σήμερα κλασική στο είδος της.