astegos_01.jpg
Έλληνες είναι στην πλειοψηφία τους τα θύματα της οικονομικής κρίσης, άνεργοι και άστεγοι, που απευθύνονται στις οκτώ κοινωνικές δομές του δήμου Θεσσαλονίκης.

 

Αυτό ανακοινώθηκε, σήμερα, σε συνέντευξη τύπου της αρμόδιας αντιδημαρχίας του δήμου Θεσσαλονίκης, κατά τη διάρκεια της οποίας παρουσιάστηκαν τα στοιχεία που έχει συγκεντρώσει η ΜΚΟ Praksis.

Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, το δίκτυο των οκτώ δομών του δήμου Θεσσαλονίκης βοήθησε, συνολικά, 2.216 άτομα -από τον Ιούλιο του 2013 έως το Μάιο του 2014- στο πλαίσιο του προγράμματος «Κοινωνικές δομές αντιμετώπισης της φτώχειας», που συντονίζουν οι ΜΚΟ Αρσις και Praksis.

Στο Κέντρο Ημερήσιας Υποδοχής Αστέγων, που λειτουργεί μόλις δυο μήνες, από τα 182 άτομα που εξυπηρετήθηκαν, τα 125 είναι Έλληνες και οι υπόλοιποι από Βουλγαρία, Αλβανία, Αφγανιστάν, Γεωργία καθώς και από άλλες χώρες. Οι άντρες είναι περισσότεροι (162) και οι ηλικίες τους στην πλειοψηφία είναι μεταξύ 25 – 45 ετών. Από τα συνολικά 182 άτομα, που ζήτησαν βοήθεια από το Κέντρο, οι 91 ζουν στο δρόμο, οι 50 σε ξενώνες και οι 22 σε ακατάλληλα καταλύματα.

Το 61% των ατόμων που απευθύνθηκαν στο Κέντρο Υποδοχής Αστέγων είναι άγαμοι, το 26,17% διαζευγμένοι και το 7,8% έγγαμοι. Από αυτούς το 41,12% έχουν παιδιά, ωστόσο, όμως δεν έχουν επαφές μαζί τους, κυρίως λόγω της ντροπής που νοιώθουν για την κατάστασή τους. Αναφορικά με την εκπαίδευσή τους, το 92,52% έχουν τελειώσει έως και το λύκειο, ενώ το 5,61% έχουν πανεπιστημιακή μόρφωση.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Praksis, οι περισσότεροι άστεγοι στη Θεσσαλονίκη ζουν στο δρόμο από ένα έως και τρία χρόνια. Οι νεοάστεγοι είναι κυρίως αυτοί που έχασαν την δουλειά τους και δεν μπορούν να βρουν άλλη για να καλυτερέψουν τις συνθήκες ζωής τους και να βγουν από αυτό το αδιέξοδο.

Πάνω από τρία χρόνια χωρίς στέγη είναι περίπου το 20% και είναι κυρίως γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας.

Καθημερινά αυτούς τους δυο μήνες, πάντως, στην κοινωνική υπηρεσία του Κέντρου απευθύνονται 4-5 άτομα. Τα κυριότερα αιτήματα σχετίζονται με την ανεύρεση στέγης, την παροχή ρουχισμού και τροφίμων, την ιατρική παρακολούθηση, την εργασιακή συμβουλευτική, την ψυχολογική στήριξη καθώς και τη νομική συμβουλευτική.