ompreles_20131130_01Γέμισαν οι ιστοσελίδες με φωτογραφίες και σχόλια (όλα υπερθεμάτιζαν) για μια δράση που έγινε, σήμερα το μεσημέρι, στη Θεσσαλονίκη, μετά την προβολή της ταινίας “Οι Ομπρέλες του Χερβούργου”, του Ζακ Ντεμί.

 

Είχα την ατυχία να δω την ταινία από μια κόπια πριν τον επιχρωματισμό χάρη στην πρόβλεψη του σκηνοθέτη να κρατήσει τα αυθεντικά αρνητικά, που έδωσαν την ευκαιρία στην, επίσης, σκηνοθέτη σύζυγό του, Ανιές Βαρντά. Η επανάληψη της θέασης από dvd, μου έδωσε την ευκαιρία να χαρώ το χρώμα, ασυνήθιστο για την εποχή της νουβέλ βαγκ, όταν γυρίστηκε. Δε με ενθουσίασε η ταινία, που είναι ένα δραματάκι της σειράς, με υπέροχα, πάντως, τραγούδια, για την οποία επιλέχθηκε η Κατρίν Ντενέβ, η οποία, για να παίξει, ντουμπλαρίστηκε από τραγουδίστρια.

Το θέμα μας, όμως, δεν είναι αυτό. Είναι το χάπενιγκ που ακολούθησε –κι όχι τόσο το χάπενιγκ, αλλά η προβολή που πήρε αυτό, μέσα από τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης: Μετά την προβολή, οι οργανωτές μοίρασαν ομπρέλες στους θεατές και είχαν στολίσει δυο κομμάτια σε Προξένου Κορομηλά και Λασσάνη, με ομπρέλες. Χαριτωμένη σκέψη, αλλά χωρίς ουσία.

Παρόλα αυτά, μια χαριτωμενιά μεγεθύνθηκε μέσα από τις Ιστοσελίδες Κοινωνικής Δικτύωσης και μετατράπηκε σε… δράση. Ήταν τότε που, λέξεις και πράξεις, έχασαν τη σημασία τους.

Το χαρωπό προμόσιον ενός γλυκερού μιούζικαλ του 1963, δεν αποτελεί, φυσικά, δράση. Όμως, στην εποχή του απίστευτου τίποτα και της θλιβερής επανάληψης παλαιών συνταγών που αναβαπτίζονται στο Facebook και το Twitter, ως σύγχρονες δράσεις μιας ανοικτής κοινωνίας (που ζει μόνον για να ανεβάσει ένα στάτους λίγων χαρακτήρων, ζωής λίγων λεπτών) δεν πρέπει να περιμένουμε και πολλά.

Την ίδια στιγμή, σε παγκάκι της γειτονικής πλατείας Αριστοτέλους, μια άστεγη περίμενε την απογευματινή βροχή κι ένας κύριος άνω των 60 της έδινε πληροφορίες για να βρει καταφύγιο στο Υπνωτήριο του δήμου. Και της πρόσφερε την ομπρέλα που είχαν μοιράσει οι οργανωτές. Ναι. Αυτό, ήταν δράση. Που παράγει αντίδραση.

Δ.Ι.Ασ.