samaras_ko_nd_20121104_01Στην κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματός του μιλούσε, σήμερα το μεσημέρι, ο πρωθυπουργός και πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, Αντώνης Σαμαράς. Φαίνεται, όμως, ότι όσα έλεγε ήθελε να τα ακούσουν στην κοινοβουλευτική ομάδα της… Δημοκρατικής Αριστεράς. >>>

 

Σαφή πρόσκληση στη ΔΗΜΑΡ «να προχωρήσουμε όλοι μαζί ως το τέλος» απηύθυνε από το βήμα της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Νέας Δημοκρατίας ο Πρωθυπουργός κ. Αντώνης Σαμαράς, λίγα 24ώρα πριν από τις κρίσιμες συνεδριάσεις της Τετάρτης για το πολυνομοσχέδιο επί των διαρθρωτικών και της Κυριακής για τον προϋπολογισμό του 2013.

Την ίδια στιγμή που οι ζυμώσεις στο εσωτερικό των τριών κομμάτων που στηρίζουν την κυβέρνηση κορυφώνονται, ο κ. Σαμαράς επιχείρησε άνοιγμα προς την πλευρά της Δημοκρατικής Αριστεράς, καλώντας να ψηφίσει τα μέτρα. «Καταλαβαίνω ότι κάποιοι απ’ αυτούς που προχωράμε μαζί, διστάζουν… Καταλαβαίνω ότι είναι μεγάλα και δύσκολά τα επόμενα κρίσιμα βήματα, όμως αξίζουν τον κόπο», επεσήμανε ο Πρωθυπουργός προσθέτοντας «κάνω έκκληση να προχωρήσουμε όλοι μαζί ως το τέλος».

«Πώς θα μπορούσαμε να κάνουμε πίσω τώρα που όλοι καταλαβαίνουν ότι πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στην ανάπτυξη; Πώς θα μπορούσαμε να κάνουμε πίσω τώρα που αρχίζουν να δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για να βγούμε από την κρίση», αναρωτήθηκε ο Πρωθυπουργός.

Ο κ. Σαμαράς, επιχειρώντας πάντοτε να διασκεδάσει τις αντιδράσεις της ΔΗΜΑΡ αλλά και τις ενστάσεις των βουλευτών του, επεσήμανε ότι ισχύουν στο ακέραιο όλες οι προεκλογικές δεσμεύσεις της τρικομματικής κυβέρνησης – σε βάθος τετραετίας – ενώ έκανε λόγο για «ρήτρα αναπλήρωσης», δεσμευόμενος ότι με την εξάλειψη των ελλειμμάτων το σημαντικότερο τμήμα των επιπλέον εσόδων του προϋπολογισμού θα διατίθεται για την αποκατάσταση των αδικιών.

«Ευρώπη εναντίον άκρων»

Στην ομιλία του κ. Σαμαρά κυριάρχησε ο διλληματικός λόγος όχι μόνον αναφορικά με τα μέτρα («το πρόβλημα δεν είναι αν θα περάσει το ένα ή άλλο μέτρο αλλά τι θα συνέβαινε αν δεν περνούσαν καθόλου τα μέτρα, αν δεν έκλεινε η συμφωνία», είπε) αλλά και για τις πολιτικές δυνάμεις που αντιπαρατίθενται. Ο πρωθυπουργός συγκρότησε ένα δίπολο, στη μία πλευρά του οποίου τοποθέτησε τις δυνάμεις με ευρωπαϊκό προσανατολισμό, δηλαδή τη Ν.Δ. και χωρίς να κατονομάσει ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ, και από την άλλη «τα άκρα όλων των αποχρώσεων. Για κάποιους η αναφορά αυτή του πρωθυπουργού αποτελεί «φωτογραφία» για τη σταδιακή συγκρότηση μίας «ευρωπαϊκής» παράταξης πάνω από τα όρια των σημερινών κομμάτων. «Μαζί μας είναι και άλλες πολιτικές δυνάμεις, που παρά τις μεγάλες διαφορές μας στο παρελθόν και τις τριβές που υπάρχουν πότε – πότε ανάμεσά μας, παλεύουν κι αυτοί για να γίνει η μεγάλη ανατροπή, να αρχίσει η αναγέννηση του τόπου».

Είναι οι τελευταίες περικοπές

Για τις «τελευταίες περικοπές» έκανε λόγο ο πρωθυπουργός. «Δεν είναι ώρα να μιλήσουμε για όσα έγιναν χθες. Υπάρχει η αγωνία για τ ον τόπο και το μέλλον των παιδιών μας. Κορυφαίο στοιχείο που υπαγορεύει τις υποχρεώσεις των πολιτικών σε ώρες κρίσιμες είναι να μιλήσουμε με ειλικρίνεια στο λαό και να δείξουμε αποφασιστικότητα. Αυτή η κυβέρνηση δεν είχε την παραμικρή περίοδο χάριτος. Δημιουργήθηκε ένα μέτωπο δυνάμεων στην Ε.Ε. που ήθελαν να θυσιάσουν την Ελλάδα, ως Ιφιγένεια για να επιβάλλουν στα υπόλοιπα μέλη δημοσιονομική πειθαρχία. Η Ελλάδα θα είχε καταστραφεί. Ως χώρα τα τελευταία δύο χρόνια χάσαμε το 35% του βιωτικού μας επιπέδου, μία τεράστια καθίζηση μέσα σε ελάχιστο χρόνο. Αν βγαίναμε από το ευρώ, θα χάναμε τουλάχιστον το διπλάσιο ποσοστό. Θα διέλυε την κοινωνία, θα ισοπέδωνε την κοινωνία και θα εγκυμονούσε τεράστιους κινδύνους στα εθνικά μέτωπα. Μόνο το 10% της δόσης θα πάει στους δανειστές μας. Αυτήν τη στιγμή παλεύω για ένα ποσό μεγαλύτερο από τα 31 δισ.

Η Ελλάδα έμοιαζε να έχει μπει σε μία καραντίνα αξιοπιστίας. Μετά τις δύο κρίσιμες ψηφοφορίες των επομένων ημέρων, αυτά τελειώνουν οριστικά και αμετάκλητα. Μένουν ακόμη να γίνουν πολλά, αλλά τουλάχιστον έχει αλλάξει ο τρόπος που μας βλέπουν και έχει βελτιωθεί η διαπραγματευτική μας αξιοπιστία. Αρχίσαμε μία αληθινή εκστρατεία για το χτύπημα της λαθρομετανάστευσης. Η ανακατάληψη των πόλεων μας που είχαμε υποσχεθεί, έχει αρχίσει. Κάναμε εκείνο που ήταν αυτονόητο σε κάθε δημοκρατία, εφαρμόσαμε το νόμο, απέναντι σε ομάδες που ήθελαν να πάρουν το νόμο στα χέρια τους. Πάνω απ’ όλα εφαρμόσαμε τους νόμους στους εαυτούς μας».