Το 53ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσ/νίκης παρά τις κινητοποιήσεις στην πόλη συνεχίζει τις προβολές του με γεμάτες τις αίθουσες.

Το «Red City» παρά τον αγγλικό του τίτλο είναι ελληνική ταινία. Σκηνοθέτης είναι ο Μάνος Τσίζεκ ο οποίος υπογράφει και το σενάριο και τη διεύθυνση φωτογραφίας. Η ταινία στα φανερά αποτίνει φόρο τιμής στην ποίηση του Ντίνου Χριστιανόπουλου και της Μαρίας Ταταράκη. Ο Moby επίσης είναι τιμώμενο πρόσωπο, καθώς πολλά αγαπημένα του τραγούδια ντύνουν τις εικόνες του Τσίζεκ. Τέλος, το «Blade Runner» αποτελεί βασική πηγή έμπνευσης για τον δημιουργό της ταινίας, καθώς ουσιαστικό ρόλο στην πλοκή της ταινίας παίζουν τα ανδροειδή και η συναισθηματική τους νοημοσύνη.

Όμως, η ταινία δεν είναι «κανονική». Μεγάλο μέρος της καταναλώνει η απαγγελία ποίησης, κάτι εντελώς αντικινηματογραφικό. Επίσης, οι διάλογοι του σκιασμένου Θανάσουλα με τον συνομιλητή του, που υποτίθεται ελαφραίνουν το βάρος της ταινίας, δεν συνάδουν με το υπόλοιπο φιλμικό σώμα. Οι εικόνες καταστολής από μια Αθήνα του μέλλοντος μαζί με ηχητικά αποσπάσματα από ομιλίες του Χίτλερ κάνουν φανερό το μήνυμα του φιλμ. Γενικά, ο Τσίζεκ ξέρει να στήνει πλάνα, να τοποθετεί σωστά την κάμερά του, να πείθει οπτικά. Όταν κατορθώσει να έχει κι ένα σενάριο της προκοπής τα πράγματα θα είναι καλύτερα. Ελπίζουμε αυτό να συμβεί στην επόμενη ταινία του.

Η «Εποχή του ρινόκερου» (Rhino Season) προβλήθηκε στο πλαίσιο του αφιερώματος στον Μπαχμάν Γκομπαντί. Βασισμένος σε πραγματικά γεγονότα ο κουρδικής καταγωγής Ιρανός σκηνοθέτης αφηγείται την ιστορία ενός ποιητή, ο οποίος φυλακίστηκε για 30 χρόνια όταν στην εξουσία του Ιράν ανέβηκαν οι ισλαμιστές του Χομεϊνί, και της συζύγου του, η οποία φυλακίστηκε επίσης και μετά την αποφυλάκισή της, επί 20 χρόνια, πίστευε ότι ο άντρας της ήταν νεκρός – αυτό της είπαν οι αρχές, μέχρι και τάφο της παρουσίασαν! Όταν εκείνος αποφυλακίζεται προσπαθεί να βρει τα ίχνη της, ενώ στο δράμα τους υπάρχει κι ένα τρίτο πρόσωπο που έπαιξε κι αυτό βασικότατο ρόλο στην κατάσταση των πραγμάτων. Με αναφορές σε προηγούμενες ταινίες του όπως το «Μεθυσμένα άλογα» και το «Και οι χελώνες πετάνε» ο Γκομπαντί δημιουργεί μια καλοφτιαγμένη ταινία που όμως δεν φτάνει στο ύψος των προηγούμενων προσπαθειών του. Η Μόνικα Μπελούτσι στον βασικό ρόλο είναι υπέροχη, το «Ο Μάρτιν Σκορσέζε παρουσιάζει» από τους τίτλους της αρχής, όμως, φαίνεται βαρύ φορτίο που κουβαλάει ασθμαίνοντας τούτο το ψηφιακά γυρισμένο φιλμ. Κάποια συνάφεια με το «Μέσα στις φλόγες» είναι ορατή, τούτη η τραγωδία, όμως, δεν φτάνει να πλησιάζει τις αρχαίες ελληνικές όπως η καναδέζικη παραγωγή.