Την ώρα που η Ευρώπη «ακροβατεί σε τεντωμένο σχοινί», Γερμανία και Γαλλία «διασταυρώνουν τα ξίφη τους» με σημείο αιχμής τις οικονομικές επιδόσεις και την πολιτική της λιτότητας σε ένα «λεκτικό πόλεμο» ανάμεσα στην Γερμανίδα καγκελάριο, Ανγκελα Μέρκελ και τον Γάλλο πρόεδρο, Φρανσουά Ολάντ για τον τρόπο αντιμετώπισης της κρίσης που δοκιμάζει τις αντοχές του γαλλογερμανικού άξονα. >>>

Η καγκελάριος της Γερμανίας, Ανγκελα Μέρκελ αντέδρασε έντονα μετά τις επικρίσεις, κυρίως της Γαλλίας, για την εμμονή της στην πολιτική της λιτότητας, εκφράζοντας τη λύπη της για την "έλλειψη εμπιστοσύνης ανάμεσα στους παράγοντες" της Ευρωζώνης και προειδοποιώντας κατά της "μετριότητας". Η κρίση στην Ευρωζώνη, κατά την κ. Μέρκελ, δεν μπορεί να επιλυθεί παρά μόνο με την "καταπολέμησή της στη ρίζα της", δηλαδή αντιμετωπίζοντας την "υπερχρέωση και το χάσμα ανταγωνιστικότητας". "Εχει εμφανισθεί μία ψευδοσυζήτηση, που φέρνει σε αντίθεση την ανάπτυξη και τη δημοσιονομική λιτότητα. Αυτά είναι ανοησίες", είπε χαρακτηριστικά.

Αναφερόμενη στην προσεχή σύνοδο κορυφής της Ομάδας των 20 στο Μεξικό, επέμεινε ότι η Γερμανία "δεν θα αφεθεί να υιοθετήσει πρόωρες λύσεις, όπως τα ευρωομόλογα" ή το κοινό ταμείο εγγύησης τραπεζικών καταθέσεων στην Ευρώπη. "Ο κίνδυνος που προέρχεται από τις πρόωρες προτάσεις αμοιβαιοποίησης" του χρέους είναι η απόκρυψη των διαφορών οικονομικής ισχύος ανάμεσα στις χώρες με την ισοπέδωση των επιτοκίων δανεισμού των χωρών, προειδοποίησε. "Οποιος το αποκρύπτει αυτό τείνει προς τη μετριότητα. Και η μετριότητα δεν πρέπει να γίνει ο κανόνας" στην Ευρωζώνη, είπε η Γερμανίδα Καγκελάριος.

Απευθυνόμενη προς τη Γαλλία κάλεσε το Παρίσι να παρακολουθήσει "την εξέλιξη του κόστους εργασίας στη Γαλλία και στη Γερμανία" για να αποτιμήσει τις μεταρρυθμίσεις που έγιναν στον τομέα αυτόν στη Γερμανία και τα πλεονεκτήματα που σημαίνουν ως προς την ανταγωνιστικότητα, ζητώντας από την Ευρώπη να συζητήσει τις διευρυνόμενες οικονομικές αποκλείσεις ανάμεσα στη Γερμανία και στη Γαλλία. "Δεν θα υπάρξει αποτελεσματική οικονομική και νομισματική ένωση χωρίς πολιτική ένωση", συνώνυμο εγκατάλειψης της κυριαρχίας, είπε προσθέτοντας ότι "δεν μπορώ να δεχθώ τα ευρωομόλογα και να αρνηθώ κάθε έλεγχο" επί των εθνικών προϋπολογισμών. Η 'νγκελα Μέρκελ υπενθύμισε ότι τάσσεται υπέρ του αυστηρού δημοσιονομικού ελέγχου στην Ευρωζώνη, που θα επιτρέπει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο να ακυρώνει τους μη ισορροπημένους εθνικούς προϋπολογισμούς, "αλλά αυτό δεν αρέσει σε ορισμένες χώρες", ενώ ζήτησε και μεγαλύτερο ρόλο από την ΕΚΤ ως προς την εποπτεία των τραπεζών. "Το μέλλον της Ευρώπης αποφασίζεται εντός των προσεχών μηνών, αυτήν τη χρονιά", είπε.

Λίγο νωρίτερα, ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ ζήτησε από την Ευρωζώνη να υιοθετήσει νέα τολμηρά μέτρα ικανά να θωρακίσουν τις χώρες μέλη και τα τραπεζικά τους συστήματα από την αναστάτωση των αγορών, όπως η δημιουργία κοινού ταμείου για την αποπληρωμή χρέους, δηλώσεις που τον έφεραν σε απευθείας αντιπαράθεση με το Βερολίνο. Ο κ.Ολάντ ζήτησε επίσης να δοθεί τραπεζική άδεια στο μόνιμο μηχανισμό διάσωσης της Ευρωζώνης, τον ESM, ώστε να δανείζεται χρήματα από την ΕΚΤ και να ενισχύσει έτσι το "οπλοστάσιό" του. Από την πλευρά του, ο Γάλλος πρωθυπουργός Ζαν-Μαρκ Ερό δήλωσε χθες ότι η Γερμανία και η Γαλλία πρέπει να βρουν μαζί μία λύση για την έξοδο της Ευρώπης από την κρίση, αρνούμενος ότι υπάρχει πρόθεση εκ μέρους του Παρισιού για τη δημιουργία συνασπισμού ή ενωμένου μετώπου κατά της Γερμανίδας καγκελαρίου, μετά την επίσκεψη του κ.Ολάντ στη Ρώμη.

Την ίδια στιγμή, ο Γερμανός πρόεδρος, Γιόαχιμ Γκάουκ δήλωσε στη διάρκεια επίσκεψής του στη Ρώμη ότι η κυβέρνηση της χώρας του δεν έχει πρόθεση να διαχωρίσει την Ευρωζώνη σε ισχυρά και πιο αδύναμα μέλη, ενώ ο Ιταλός πρόεδρος Ναπολιτάνο εκτίμησε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση χρειάζεται πιο σταθερή ηγεσία. Επίσης, ο Επίτροπος της Ε.Ε. για Οικονομικές και Νομισματικές Υποθέσεις, Ολι Ρεν διαμήνυσε ότι τα σχέδια για μία τραπεζική και δημοσιονομική ένωση θα τονώσουν την εμπιστοσύνη, όμως χρειάζονται χρόνο για να υλοποιηθούν, ενώ στο θέμα της τραπεζικής ένωσης αναφέρθηκε και ο Γενς Βάιντμαν, μέλος του δ.σ. της ΕΚΤ, υπογραμμίζοντας την ανάγκη διάσπασης των δεσμών μεταξύ κυβερνήσεων και τραπεζών.

Η «διάσωση» της Ισπανίας θα πρέπει να συνοδεύεται από «σημαντικούς» όρους, δήλωσε χθες ο πρόεδρος της Μπούντεσμπανκ, Γενς Βάιντμαν, διαβεβαιώνοντας ότι η Μαδρίτη δεν περιμένει πια ότι θα υποστηριχθεί οικονομικά χωρίς όρους. Οι όροι του δανείου της Ευρωζώνης προς τις ισπανικές τράπεζες, που μπορεί να φτάσει έως και τα 100 δισεκατομμύρια ευρώ, έχει προκαλέσει πολεμική στη χώρα, με την ισπανική αντιπολίτευση να φοβάται ότι θα έχει σοβαρές επιπτώσεις στο λαό, ενώ η κυβέρνηση διαβεβαιώνει ότι μόνο ο χρηματοοικονομικός τομέας θα επηρεαστεί.

«Χαιρετίζω το γεγονός ότι η ισπανική κυβέρνηση δεν ελπίζει πια σε μια οικονομική στήριξη χωρίς όρους. Οι όροι θα πρέπει να είναι στοιχείο-κλειδί κάθε οικονομικής βοήθειας», σημείωσε ο πρόεδρος της Bundesbank σε συνέντευξή του στην ισπανική εφημερίδα El Pai's. «Καθώς οι διάφοροι οικονομικοί τομείς συνδέονται μεταξύ τους, πιστεύω ότι οι όροι θα πρέπει να είναι σημαντικοί» για την Ισπανία, υπογράμμισε ο κ.Βάιντμαν. Σύμφωνα με τον ίδιο, «η εντύπωση ότι αυτή η διάσωση είναι χωρίς όρους εκτός του χρηματοοικονομικού συστήματος επηρεάζει ήδη τις δεσμεύσεις που έχουν γίνει στο πλαίσιο των ήδη υπαρχόντων προγραμμάτων», διευκρινίζοντας ότι «έχει ξεκινήσει μια συζήτηση για χαλάρωση των όρων της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας», αλλά και της Ελλάδας. «Όμως η καθυστέρηση στην αντιμετώπιση των διαρθρωτικών προβλημάτων το μόνο που θα κάνει είναι να παρατείνει την κρίση και η αντίδραση των αγορών αντικατοπτρίζει αυτή την ανησυχία», σημείωσε ο κ.Βάιντμαν. Και ο Γιοαχίμ Νέιγκελ, μέλος του δ.σ. της Μπούντεσμπανκ, δήλωσε χθες ότι η ΕΚΤ δεν θα δώσει στις ισπανικές τράπεζες μεγαλύτερα περιθώρια πρόσβασης στις διαδικασίες διοχέτευσης ρευστότητας, ενώ πιστεύει ότι δεν ήταν αποτελεσματική ούτε και μία περαιτέρω χαλάρωση των απαιτήσεων για τις εγγυήσεις.

Παρά τις προσπάθειές της, η Ισπανία πιθανότατα δεν θα επιτύχει να ανταποκριθεί στο στόχο για έλλειμμα 5,3% του ΑΕΠ το 2012, εκτιμά το ΔΝΤ στην έκθεσή του που δημοσίευσε χθες για την πορεία της ισπανικής οικονομίας. Το ΔΝΤ υποστηρίζει ότι η Ισπανία δεν θα πρέπει να επιδιώξει μια απότομη μείωση του ελλείμματος, σε μια περίοδο μεγάλης οικονομικής εξασθένησης, κρίνοντας ότι "οι μεσοπρόθεσμοι στόχοι είναι σε γενικές γραμμές σωστοί, αλλά μια πιο ήπια προσαρμογή θα ήταν περισσότερο κατάλληλη σε μια περίοδο υπερβολικής αδυναμίας".

Τη διάλυση της Ευρωζώνης θα μπορούσε να προκαλέσουν οι θεωρίες της αγοράς εναντίον της Ιταλίας, σύμφωνα με τον Τζιόρτζιο Σκουίντζι, επικεφαλής της επιχειρηματικής ένωσης Confidustria, ενώ κάλεσε τους Ευρωπαίους ηγέτες να βρουν μια απάντηση στη διάρκεια της διάσκεψης των Βρυξελλών στο διήμερο 28-29/6, προκειμένου να αποφύγουν τη «μόλυνση».

Τη ίδια στιγμή, η Ιταλία ανακοίνωσε τα νέα μέτρα της, με στόχο τη στήριξη της οικονομίας, τα οποία παρουσίασε ο Ιταλός υπουργός Οικονομικής Ανάπτυξης, Κοράντο Πάσερα. Οι επιχειρήσεις του οικοδομικού τομέα δεν θα χρειάζεται να καταβάλλουν τον προβλεπόμενο φόρο ακινήτων για διάστημα τριών ετών μετά την ολοκλήρωση των έργων ανακαίνισης στα γραφεία και στις αποθήκες τους. Ταυτόχρονα, όσοι πολίτες αποφασίζουν να ανακαινίσουν το σπίτι τους μέχρι τον Ιούνιο του 2013, θα μπορούν επίσης να επωφεληθούν της έκπτωσης του 50% του ποσού που θα ξοδέψουν από τη φορολογική τους δήλωση. Για τους κατοίκους με οικονομικά προβλήματα, δημιουργείται ένα ειδικό ταμείο προς χρηματοδότηση της διανομής τροφίμων σε οικογένειες που ζουν σε κατάσταση ένδειας.

Επιπλέον, σύμφωνα με τον πρωθυπουργό της χώρας, Μάριο Μόντι, το ιταλικό Υπουργικό Συμβούλιο ενέκρινε νομοθεσία για την πώληση κρατικού ενεργητικού και τον εξορθολογισμό της δομής και του προσωπικού του υπουργείου Οικονομίας. Αρχικά, οι πωλήσεις των περιουσιακών στοιχείων του κράτους θα αφορούν στην εξοικονόμηση 10 δισ. ευρώ, που θα χρησιμοποιηθούν για την πληρωμή μέρους του δημόσιου χρέους και την εξόφληση εκκρεμών οφειλών του Δημοσίου προς των ιδιωτικό τομέα.

Ταυτόχρονα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο κάλεσε την Ευρώπη να βοηθήσει την Ιρλανδία να αναχρηματοδοτήσει τις τράπεζές της και να εξετάσει τη λήψη μετοχών σε κρατικές τράπεζες, προκειμένου το Δουβλίνο να επιστρέψει στις αγορές ομολόγων μέχρι το 2013 και να αποφευχθεί ένα δεύτερο πρόγραμμα διάσωσης το επόμενο έτος. Τέλος, τα μηνύματα από την Πορτογαλία είναι θετικά, με τα σχέδια λιτότητας να αποφέρουν καρπούς, αυξάνοντας την επενδυτική εμπιστοσύνη, όπως δήλωσε ο πρωθυπουργός της χώρας, Πέντρο Κοέλιο.