Ο Δημήτρης Μητροπάνος συμπλήρωσε την Αγία Τριάδα του Ελληνικού τραγουδιού. Πιο γελαστός από τον Καζαντζίδη,νεώτερος. Στα τραγούδια υπήρχαν λέξεις που σε κάρφωναν στη γη, φράσεις που σε πέταγαν από το σανίδι. Το μεγαλείο του ζεϊμπέκικου το βρήκε στην ψυχή των ανθρώπων, την επιλογή στα προσωπικά συναισθήματα, στη μοναξιά, την πίκρα, τον έρωτα, την απόρριψη, το λάθος.
Εκεί έστησε τη δική του μυσταγωγία. Ο Μητροπάνος το τραγούδι του το χόρευε. Και τον χορό του τον τραγουδούσε. Είναι το πιο λιτό ζεϊμπέκικο που έχω δει να χορεύεται. Μια στροφή σπαθάτη, στακάτη, γρήγορη χωρίς ψεγάδι. Όπου δεν περισσεύει τίποτα. Κι ένα πρόσωπο όπου η συγκέντρωση δεν ήταν στη βαθιά φωνή του. Αλλά στα μεγάλα λυπημένα και γλυκά μάτια του. Έτσι τραγουδούσε. Κι έτσι ζούσε. Ότι το καλύτερο έβγαλε το λαϊκό τραγούδι από το 70 και μετά έφυγε. «Ευτυχώς, πρόλαβα να τον δω να τραγουδάει» λέμε εμείς οι πιο νέοι. «Για εμάς που δεν προλάβαμε τον Καζαντζίδη, ήταν ευλογία», λένε οι ακόμη νεότεροι. Οι παλιότεροι που τον έζησαν και τον άκουσαν περισσότεροι, είναι πιο τυχεροί.
"Κλαίει απόψε η γειτονιά μαζί με την καρδιά μου
που εισαι αγάπη μου γλυκιά να δείς τα δάκρυα μου...