Ήταν, λέει, γεμάτα τα μπουζούκια. Και δημοσίευσαν και φωτογραφίες γι αυτό. Για να αποδείξουν ότι ο Έλληνας δεν το βάζει κάτω και γλεντά και στα δύσκολα. Ήταν, όμως, έτσι; >>>

 

Να που οι αριθμοί δε δείχνουν την πραγματικότητα: “Είχαμε τους… μόνιμους πελάτες μας. Τους γόνους οικογενειών εμπόρων και ελεύθερων επαγγελματιών. Τους ίδιους, όμως, τους χάσαμε. Τα παιδιά τους ‘γέμιζαν’ τα μαγαζιά μας τα Σαββατοκύριακα και τις γιορτές. Οι ίδιοι, έρχονταν τις καθημερινές. Πλέον, οι καθημερινές δεν υπάρχουν. Ούτε καν ανοίγουμε. Κι η Παραμονή των Χριστουγέννων, δε σώζει τα νυχτερινά μαγαζιά. Για ανήμερα τα Χριστούγεννα η πληρότητα ήταν στο 80% και τη Δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων πολλοί δεν άνοιξαν, με τη δικαιολογία ότι η επόμενη μέρα είναι εργάσιμη. Κι όσο για κατανάλωση, ας μη μιλήσουμε καλύτερα. Τα νέα παιδιά παίρνουν ένα – δυο ποτά και ξεμπερδεύουν. Οι εποχές που έμεναν κάβα τα 12άρια ουίσκι, πέρασαν ανεπιστρεπτί”, μας λέει ο Γ. Φ., ιδιοκτήτης γνωστού νυκτερινού κέντρου.

Αλλά και οι μουσικοί και οι τραγουδιστές (όχι τα πρώτα ονόματα της μαρκίζας, αλλά οι υπόλοιποι) δε φαίνονται ιδιαίτερα ευχαριστημένοι: “Τα νυχτοκάματα έχουν πέσει στο μισό. Παλιά, μια δεύτερη φωνή έπαιρνε και 200 ευρώ τη βραδιά και δούλευε πέντε νύχτες τη βδομάδα. Τώρα, όποια βρει 100 ευρώ νυχτοκάματο είναι τυχερή. Και τα μαγαζιά δουλεύουν –το πολύ- Πέμπτη, Παρασκευή και Σάββατο”, είπε η Λ.Μ., με “πείρα” δέκα χρόνων στα νυκτερινά μαγαζιά της Θεσσαλονίκης, αλλά και του Βόλου και της Λάρισας.