Της ΕΥΔΟΞΙΑΣ ΖΑΦΕΙΡΙΔΟΥ

Μία από τις απορρέουσες συνέπειες της δυσχερούς οικονομικής κατάστασης που αντιμετωπίζει η χώρα μας τα τελευταία χρόνια είναι και η μετανάστευση. Η αλματώδης ανεργία, η ανασφάλεια και οι δύσκολες συνθήκες στρέφουν ολοένα και περισσότερους Έλληνες >>>

στο εξωτερικό για την αναζήτηση μιας καλύτερης τύχης. Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat τέσσερις στους δέκα Έλληνες δηλώνουν έτοιμοι να εγκαταλείψουν τον τόπο διαμονής τους προκειμένου να εργαστούν σε μία ξένη χώρα, ενώ πολλοί έχουν ήδη καταφύγει στο εξωτερικό δημιουργώντας τις λεγόμενες «παροικίες».

       Τούτο το κοινωνικό φαινόμενο δεν είναι πρόσφατο. Στην νεότερη ιστορία της Ελλάδας υπήρξαν αρκετοί περίοδοι κατά τις οποίες οι Έλληνες επέλεγαν το δρόμο της ξενιτιάς, αναζητώντας μια καλύτερη τύχη στο εξωτερικό, με αποκορύφωμα την περίοδο 1950-1970. Τα χρόνια εκείνα μίσευαν νέοι, κυρίως ανειδίκευτοι εργάτες με λίγες ή καθόλου γραμματικές γνώσεις. Σήμερα, γινόμαστε μάρτυρες μιας νέας ροής μετανάστευσης. Οι σύγχρονοι μετανάστες είναι κάτοχοι πτυχίων και μεταπτυχιακών σπουδών, και γνώστες ξένων γλωσσών, προσδίδοντας μία διαφορετική βαρύτητα στο ζήτημα.

         Το πρώτο και κύριο έναυσμα για την φυγή στο εξωτερικό αποτελεί αναμφίβολα η μη εξεύρεση εργασίας. Η ελληνική αγορά καθίσταται ανεπαρκής να συντηρήσει πολλά επαγγέλματα, και δη αυτά που γνωρίζουν τον κορεσμό, καθώς και ορισμένα επαγγέλματα τα οποία ένεκα της εξειδικεύσεως που παρουσιάζουν απευθύνονται αναπόφευκτα σε μία εκτενέστερη αγορά. Επίσης, η διαφορετική ποιότητα ζωής, αποτελεί ένα σπουδαίο κίνητρο, που οδηγεί πολλούς Έλληνες στον εκπατρισμό. Όσοι παίρνουν την απόφαση να εγκαταλείψουν την Ελλάδα δεν ευελπιστούν μόνο σε μία θέση εργασίας, αλλά γενικότερα σε αναβαθμισμένους όρους ζωής, ενώ μία άλλη μερίδα με το βλέμμα στο μέλλον φρονεί ότι ένα τέτοιο περιβάλλον είναι ιδανικό για την δημιουργία οικογένειας και την ανατροφή των παιδιών, αφού εγγυάται καλύτερους όρους διαβίωσης και παροχής υπηρεσιών.

         Από την άλλη πλευρά, δέον να επισημανθεί ότι είναι λάθος να εξιδανικεύεται η ζωή στο εξωτερικό και να υπερτονίζονται τα πλεονεκτήματά της, καθώς μία τέτοια απόφαση απαιτεί και πολλές θυσίες. Το άτομο που επιλέγει να αποδημήσει, οφείλει να γνωρίζει ότι θα αφήσει πίσω στην πατρίδα του ένα κομμάτι της ζωής του, το οικογενειακό και φιλικό του περιβάλλον, τις αναμνήσεις, τα βιώματά του, τον τρόπο ζωής του και θα πρέπει να χτίσει ένα καινούριο κόσμο στον νέο τόπο διαμονής του με ό, τι αυτό συνεπάγεται. Επίσης, θα πρέπει να συνυπολογίσει το χρόνο και το συναισθηματικό κόστος προσαρμογής, όχι μόνο σε ένα νέο και διαφορετικό τρόπο ζωής, αλλά και σε μία νέα νοοτροπία, προκειμένου να ενσωματωθεί στο κοινωνικό σύνολο. Μπορεί να ακούγεται πολύ απλό, αλλά στην πραγματικότητα είναι και το δυσκολότερο, αν σκεφτεί κανείς ότι το γλυκόπικρο συναίσθημα του νόστου στην πατρίδα δε θα εξαλειφθεί ποτέ.

         Συνοψίζοντας, είναι γεγονός ότι σήμερα η μετανάστευση αποτελεί μία συνήθη επιλογή πολλών συμπολιτών μας, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τα παρεπόμενα της οικονομικής ύφεσης. Όπως κάθε μεγάλη απόφαση, έτσι και αυτή έχει τα θετικά και τα αρνητικά της. Το μόνο που μπορεί με βεβαιότητα να ειπωθεί, είναι ότι συνιστά μία εντελώς προσωπική υπόθεση, την οποία έκαστος ενδιαφερόμενος οφείλει να αντιμετωπίσει με τη δέουσα προσοχή, με συγκρατημένο ενθουσιασμό και με πλήρη συνείδηση, προκειμένου να καρπωθεί των ωφελειών και κυρίως να εξομαλύνει τις όποιες δυσχέρειες.