Σκληρός στις.. .προτιμήσεις του δηλώνει ο Κ. Γιάνναρης. Ο γνωστός σκηνοθέτης, μέλος της κριτικής επιτροπής του 52ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε η κριτική επιτροπή του Διεθνούς Διαγωνιστικού, στην Αποθήκη Γ’, όταν ρωτήθηκε αν του έτυχε, ποτέ, να αλλάξει γνώμη για μία ταινία, δήλωσε: >>>
"Δεν μπορείς να μάθεις νέα κόλπα σε... γέρικο σκυλί".
Φέτος, η κριτική επιτροπή, με πρόεδρο τον Λόρενς Κάρντις(Ανώτερος Επιμελητής Κινηματογράφου του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης της Νέας Υόρκης), απαρτίζεται από τους Χισάμι Κουρόιβα(παραγωγός και αντιπρόσωπος πωλήσεων), Φρέντερικ Μπουαγιέ (Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Ευρωπαϊκού Κινηματογραφικού Φεστιβάλ του Les Arcs), Σιτόρα Αλίεβα (ηθοποιός,σκηνοθέτιδα, μοντέρ) και Κωνσταντίνο Γιάνναρη, στο έργο του οποίου πραγματοποιεί πλήρες αφιέρωμα η φετινή διοργάνωση.
Ο κ. Κάρντις εξήγησε ότι τον συναρπάζει το αίσθημα της ανακάλυψης, κατά την προσπάθεια του εντοπισμού και ανάδειξης των νέων ταλέντων. 
Με τη σειρά της, η κ. Κουρόιβα, ξεχώρισε τις πολλές νέες γυναίκες δημιουργούς που συμμετέχουν στο φετινό πρόγραμμα, χαρακτηρίζοντάς το ως «ένα νέο και πολύ συναρπαστικό όραμα», ενώ η ίδια αποκάλυψε πως είδε για πρώτη φορά με μεγάλη χαρά, ταινία του Κωνσταντίνου Γιάνναρη. 
Από τη μεριά του, ο κ. Μπουαγιέ, έχοντας ήδη ξεχωρίσει κάποιες ταινίες που φέρνουν μια φρέσκια πνοή, παρατήρησε ότι στο 52ο ΦΚΘ «δεν βρίσκει κανείς ενδιαφέρον μονάχα στο διαγωνιστικό τμήμα, όπως συνηθίζεται σε άλλα φεστιβάλ, αλλά και στο γενικότερο πρόγραμμα, όπως για παράδειγμα το αφιέρωμα στον Ούλριχ Ζάιντλ». 
Η κ. Αλίεβα δήλωσε πως «κάθε ταινία για μένα είναι σαν ένα νέο βιβλίο».
Αναφορικά με το εάν αντιμετωπίζουν με διαφορετική ή πιο επιεική ματιά τις ταινίες του Διαγωνιστικού τμήματος, δεδομένου ότι σε αυτό περιλαμβάνονται τις πρώτες ή δεύτερες ταινίες των δημιουργών, τα μέλη της κριτικής επιτροπής εξέφρασαν ποικίλες απόψεις. Ο κ. Κάρντις αρνήθηκε ότι συντρέχει λόγος για κάποιου είδους ειδική αντιμετώπιση των νέων δημιουργών, συμπληρώνοντας: «Συχνά οι πρώτες ταινίες αποδεικνύονται και οι καλύτερες. Πάρτε για παράδειγμα τον Πολίτη Κέιν του Όρσον Γουέλς. Επομένως, δε θεωρώ ότι οι πρώτες δουλειές απαραίτητα πάσχουν, εν συγκρίσει με τις επόμενες». 
Προχωρώντας το συλλογισμό του προέδρου της επιτροπής ένα βήμα παραπέρα, η κ. Κουρόιβα αποκάλυψε ότι την ενδιαφέρει ιδιαίτερα η πρώτη ταινία ενός δημιουργού, η οποία είναι αρκετά πιθανό να της αρέσει περισσότερο από τη δεύτερη, που συχνά προκύπτει να προδίδει τις αρχικές της προσδοκίες. «Προσωπικά, πάντως, προσεγγίζω όλες τις ταινίες με την καρδιά μου», κατέληξε. 
Παίρνοντας αποστάσεις από τη συλλογιστική των προηγουμένων, ο κ. Μπουαγιέ δήλωσε: «Συχνά λέγεται πως οι πρώτες ταινίες ενός σκηνοθέτη δεν χρειάζεται να είναι τέλειες. Από τη μεριά μας, αρκεί να ανακαλύψουμε κάποιον ταλαντούχο και να τον βραβεύσουμε. Απώτερος σκοπός μας, άλλωστε, είναι να δούμε τους νέους δημιουργούς να εξελίσσονται και να προοδεύουν στο μέλλον». 
Από την πλευρά της, η κ. Αλίεβα υπογράμμισε πως «οι ταινίες που συμμετέχουν στο φεστιβάλ περιλαμβάνουν δημιουργούς που δε νιώθουν καμία πίεση από τους παραγωγούς και μπορούν να εκφραστούν ελεύθερα», όπως υπογράμμισε σχετικά. 
Με τη σειρά του, ο Κων/νος Γιάνναρης τόνισε ότι κάθε ταινία την αντιμετωπίζει ως οποιαδήποτε άλλη, χωρίς να εντάσσεται σε ιδιαίτερες λογικές αναφορικά με το momentum κάθε σκηνοθέτη.
Σχολιάζοντας τον τρόπο με τον οποίο παρακολουθεί μια ταινία, ο κ. Μπουαγιέ ήταν κάθετος: «Όταν αισθανθώ επαγγελματίας θεατής, θα παραιτηθώ. Δεν θέλω σε καμία περίπτωση να γίνω επαγγελματίας σινεφίλ, γι’ αυτό άλλωστε και με ενδιαφέρουν ιδιαιτέρως τα Q&A, όπου συχνά τίθενται ερωτήματα που σε κάνουν να προβληματίζεσαι και να αναθεωρείς. Θεωρώ θετικό να μπορείς να αλλάζεις με τα χρόνια οπτική γωνία και απόψεις. Έτσι, πιστεύω ότι όλη αυτή η κουβέντα περί “καλών” και “κακών” ταινιών δεν έχει σημασία. Βλέπουμε συχνά ταινίες που κάποτε θεωρούνταν αριστουργήματα να απομυθοποιούνται και το αντίστροφο». 
Ο κ. Κάρντις επεσήμανε ότι παρότι δε μπορεί να χαρακτηρίσει τον εαυτό του ερασιτέχνη, θέλει να βλέπει κάθε νέα ταινία ως μια καινούργια εμπειρία, ενώ πρόσθεσε ότι ως τώρα ξεχώρισε τις μικρού μήκους ταινίες του Κ. Γιάνναρη, τις οποίες χαρακτήρισε ως «κάτι φρέσκο και πολύ καινούργιο». 
Η κ. Κουρόιβα, από την πλευρά της, ευχήθηκε «αυτή η ιδέα του καινούργιου να παραμείνει, έτσι ώστε να είμαστε πάντα σε θέση να το διακρίνουμε. Είναι σημαντικό, ωστόσο, ότι το συγκεκριμένο φεστιβάλ δίνει την ίδια σημασία τόσο στο αρχειακό υλικό όσο και στο νέο κινηματογράφο». Αντίθετα, η κ. Αλίεβα επικεντρώθηκε στο ρόλο που κατά τη γνώμη της πρέπει να διαδραματίζουν πλέον τα φεστιβάλ ανά τον κόσμο: «Νομίζω ότι όλα τα φεστιβάλ μπορούν να προωθήσουν το καλλιτεχνικό σινεμά. Για παράδειγμα, είναι σχεδόν αδύνατο να δει κανείς σήμερα μια ευρωπαϊκή ταινία στη Ρωσία, παρά μόνο μέσω ενός φεστιβάλ. Επομένως, όλα τα φεστιβάλ ανά τον κόσμο μπορούν να αποτελέσουν κάτι σαν εταιρείες διανομής του παγκόσμιου κινηματογράφου. Είναι πολύ σημαντικό που εδώ στη Θεσσαλονίκη είδα, π.χ., νέες ρωσικές ταινίες όπως οι Φάουστ, Έλενα και Πορτραίτο στο λυκόφως». 
Ο κ. Γιάνναρης, τέλος, αποκάλυψε πως όταν βλέπει μια ταινία δεν τη μελετά σαν να πρόκειται για κάποιου είδους καλλιτεχνική άσκηση, αλλά σαν απλός θεατής που περιμένει να δει τι θέλει να του πει ο σκηνοθέτης.
«Επιθυμία μου είναι η ταινία να με πάει σε έναν άγνωστο τόπο όπου στο τέλος να κρύβεται μια έκπληξη. Δε θέλω απλά να παρακολουθώ ένα φιλμ, αυτό που ζητάω είναι να με πηγαίνει κάπου ψηλότερα ως άνθρωπο», δήλωσε ο κ. Μπουαγιέ.
Στην ερώτηση αν άλλαξαν ποτέ γνώμη για κάποια ταινία ύστερα από συζήτηση με άλλα μέλη επιτροπών, οι Κάρντις και Κορόιβα παραδέχτηκαν πως τους έχει συμβεί, ο κ. Μπουαγιέ υπογράμμισε πως «είναι θετικό όταν συμβαίνει, αλλά δεν είναι απαραίτητο να συμφωνούμε όλοι», ενώ η κ. Αλίεβα προσέθεσε: «ακούω με προσοχή τα επιχειρήματα των συναδέλφων, καθώς καλούμαι να αντιληφθώ όλες αυτές τις πολύπλοκες σχέσεις τόσο της κινηματογραφικής όσο και της αληθινής ζωής». 
Από την πλευρά του, ο κ. Γιάνναρης διαχώρισε με χιούμορ τη θέση του από τα υπόλοιπα μέλη: «Ο καθένας ακούει, όμως επειδή δε μου αρέσουν οι διπλωματικές απαντήσεις, αυτό που έχω να πω είναι ότι “δε μπορείς να μάθεις σε ένα γέρικο σκυλί καινούργια κόλπα!”».