Οι επί συμβάσει εργαζόμενοι στο Δήμο Θεσσαλονίκης υπέβαλαν χθες το αίτημα να συναινέσει ο δήμος, προκειμένου να εκδικαστεί στην Αθήνα η προσφυγή, που προτίθενται να καταθέσουν, για να αναγνωριστεί ότι καλύπτουν «πάγιες και διαρκείς ανάγκες». 
Λίγες ημέρες πριν από τη λήξη των συμβάσεων το αίτημα τους «μη μας πετάξετε στον Καιάδα της ανεργίας» ακούγεται εύλογο από τη στιγμή που:
το ίδιο αίτημα είχε γίνει δεκτό για προσφυγές προηγούμενων συμβασιούχων
οι συμβασιούχοι των οποίων η σύμβαση έληξε το Μάρτιο 2011 και προσέφυγαν σε δικαστήρια της Αθήνας δικαιώθηκαν στη μεγάλη τους πλειοψηφία. 
Όμως, για τους κατοίκους της Θεσσαλονίκης οι απαντήσεις δεν είναι εύλογες, διότι η διοίκηση του δήμου εξακολουθεί να μη γνωρίζει ακόμη και σήμερα πόσες είναι οι «πάγιες και διαρκείς ανάγκες» για να είναι η πόλη καθαρή. 
Η κατάσταση γίνεται πιο «δυσανάγνωστη» διότι:
ο Δήμαρχος είπε ότι τις αποφάσεις που δικαιώνουν τους συμβασιούχους βγάζουν μόνο ένας δικηγόρος και δύο δικαστές στην Αθήνα
το κόστος κατάθεσης της προσφυγής στην Αθήνα αποτιμάται σε περισσότερα από 600 ευρώ ανά συμβασιούχο, δηλαδή όσο περίπου ένας μισθός, δηλαδή δημιουργείται δικηγορική ύλη που υπερβαίνει τις 500.000 ευρώ. Το θέμα δεν αφορά απλώς τους συμβασιούχους. Αφορά την ίδια τη διαδικασία απονομής της δικαιοσύνης, καθώς εκπέμπεται ένα μήνυμα ότι δεν ισχύουν σε όλη την Ελλάδα τα ίδια κριτήρια για την εφαρμογή των ίδιων νόμων. Πρέπει όλοι οι εμπλεκόμενοι να πάρουν θέση αμέσως.
Η διοίκηση του Δήμου Θεσσαλονίκης να καθορίσει τις ανάγκες του και να σταματήσει από εδώ και πέρα τη βάρβαρη διαδικασία της πρόσληψης συμβασιούχων
Η μείζων αντιπολίτευση να εξηγήσει γιατί πρόσφατα προσέφυγε και κέρδισε την ακύρωση μιας ανάθεσης του Δήμου σε δικηγορικό γραφείο των Αθηνών, ύψους 13.000 ευρώ, ενώ τώρα δέχεται την ανάθεση μισού εκατομμυρίου
Ο Δικηγορικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης να τοποθετηθεί όπως είχε κάνει και για την ανάθεση
Και κυρίως η Δικαιοσύνη να νομολογήσει για το θέμα οριστικά 
Δεν μπορεί να αφήνονται δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι στο έλεος της χειρότερης δυνατής εκμετάλλευσης της ανάγκης τους για δουλειά.