aspropoulis_02Του Δ.Ι.ΑΣΠΡΟΠΟΥΛΗ

Αυτό το κείμενο είναι γραμμένο εν βρασμώ ψυχικής ορμής. Βγαίνει από μέσα μου σαν κραυγή κατά όλων αυτών που κρύβονται πίσω από τα φουστάνια τους και μιλούν για τον έναν και τον άλλον λες και …>>>

τον έχουν ζήσει. Λασπώνοντας, μόνον και μόνον για να επιβεβαιώσουν ότι ζουν. Γιατί η άθλια διαβίωσή τους, περιορίζεται αποκλειστικά και μόνον στο να απομυζούν, παρασιτικά, ύπαρξη από άλλους.

Βαρέθηκα! Βαρέθηκα να πέφτω στο στόμα όλων αυτών που, μπροστά σου, σε χαϊδεύουν, σου χτυπούν την πλάτη, ζητούν την άποψή σου, ενώ στην πραγματικότητα θα προτιμούσαν να βρεθεί κάποιος –γιατί οι ίδιοι δεν έχουν τα guts- να σου μπήξει ένα μαχαίρι στην πλάτη. Χέστηδες, με άλλα λόγια. Που θέλουν να πουν κάποια πράγματα, αλλά δεν τολμούν, φοβούμενοι ότι η μίζερη ύπαρξη τους θα σβήσει στο λεπτό αν πουν το αυτονόητο –αυτό που πιστεύουν. Βολεψάκηδες. Που από την πρώτη στιγμή της ύπαρξής τους, δέθηκαν στο άρμα κάποιου, μη τολμώντας να ορθώσουν ανάστημα.

Βαρέθηκα, όμως, και τους άλλους. Τους μύωπες. Που έχουν, μπροστά στα μάτια τους, τα πάντα ανοιχτά κι αυτοί προτιμούν να ψάχνουν από πίσω. Συνωμοσιολόγοι. Σϊγουροι πως αυτό που βλέπουν δεν είναι η πραγματικότητα. Πως αυτό που τους λέει κάποιος μπροστά τους, δεν είναι καν ήχος. Και στήνουν ευήκοον ους στα κουτσομπολιά και τη ρουφιανιά των πρώτων.

“Μου είπε κάποιος πως είπε κάποιος”… Ο πιο απλός τρόπος να κρυφτείς πίσω από τις λέξεις. Κανείς, πλέον, στις μέρες μας, δε λέει “λέω πως”, “πιστεύω πως”, “έχω την άποψη πως”… Κι όταν έρθει η ώρα των αποφάσεων δεν υπάρχει ΕΝΑΣ να πάρει την απόφαση. Όλοι αυτοί κρύβονται πίσω από συμβούλια, επιτροπές και συσκέψεις. Βάζουν άλλους να αποφασίζουν γι αυτούς. Έτσι η ευθύνη της απόφασης βαραίνει όλους τους υπόλοιπους.