του ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΚΟΥΤΡΟΥΚΗ*

Η ανακοίνωση των πολλαπλών υποψηφιοτήτων στην περιφέρεια Αττικής και η άβολη συνύπαρξη του Αλέξη, του Αλέκου και του άλλου Αλέξη εντός του πολιτικού τοπίου που θα μπορούσε να ονομαστεί «ανανεωτική αριστερά» επανέφερε στο προσκήνιο με τον πιο ανάγλυφο τρόπο μία από τις παιδικές ασθένειες της μεταπολιτευτικής ιστορίας αυτού του χώρου.
Και εξηγούμαι: στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’70 το χρονικό της εξόν του ΚΚΕ αριστεράς είχε σημαδευτεί από αλλεπάλληλες διασπάσεις και ομαδοποιήσεις, οι οποίες ενίοτε οδήγησαν σε κωμικά φαινόμενα, όπως η εμφάνιση κατά την ίδια εκλογική αναμέτρηση πλήθους κομματικών σχηματισμών, οι οποίοι επέδειξαν περισσή εφευρετικότητα στην ενσωμάτωση του ονόματος του ΚΚΕ στο διακριτικό τους τίτλο (ΟΑΚΚΕ, ΚΚΕ εσ, ΚΚΕ μ-λ αλλά και Μ-Λ ΚΚΕ κ.ο.κ). Κοινός παρανομαστής όλων των παραπάνω τάσεων ήταν η επιδίωξη ιδεολογικής καθαρότητας.
Από τότε όμως έχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι. Ο εν λόγω πολιτικός χώρος αφού βίωσε τάσεις περαιτέρω κατακερματισμού κατά τη δεκαετία του 1980 (Β΄ πανελλαδική του Ρήγα Φεραίου, ΕΑΡ, ΚΚΕ εσ. Α-Α) άρχισε πλέον να προσβλέπει στη συμμετοχή του στο σύστημα άσκησης της εξουσίας. Αυτό εκφράστηκε με τη δημιουργία του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου -με τη συμμετοχή και του ΚΚΕ- ο οποίος την περίοδο 1989-1990 συγκυβέρνησε (αναλαμβάνοντας και ορισμένα υπουργεία) με το ένα ή και με τα δύο μεγάλα κόμματα. Η πρώτη αυτή προσπάθεια μάλλον δεν είχε καλό τέλος για τον πολιτικό αυτό χώρο, καθώς αμέσως μετά είδε τα εκλογικά ποσοστά του να συρρικνώνονται, ενώ ο λεόντειος εταίρος του σχήματος -το ΚΚΕ- αποχώρησε λίγο αργότερα. Σύντομα ο ακρωτηριασμένος Συνασπισμός απώλεσε την κοινοβουλευτική του παρουσία, ενώ η πολιτική του επιρροή συρρικνώθηκε περαιτέρω, καίτοι εμπλουτίστηκε με ολιγη από οικολογία και κοινωνικά κινήματα.
Η δεύτερη προσπάθεια ακολούθησε με την ίδρυση του ΣΥΡΙΖΑ ως εγχείρημα εκλογικής συγκόλλησης της πλην ΚΚΕ αριστεράς. Το εκλογικό κατώφλι του 3% για την είσοδο στο κοινοβούλιο πειθανάγκασε πολλούς μοναχικούς καβαλάρηδες του πολιτικού αυτού χώρου προς μια συνάθροιση δυνάμεων: το αποτέλεσμα προσωρινά τους δικαίωσε, κρατώντας τους στη Βουλή για αρκετά χρόνια. Μάλιστα η εκλογή Τσίπρα στην ηγεσία του ΣΥΝ και η εκτίναξη των δημοσκοπικών ποσοστών του κόμματος, αναπτέρωσαν τις ελπίδες για επάνοδο του συμπαθούς αυτού σχηματισμού στο επίκεντρο της πολιτικής ζωής. Οι ελπίδες όμως σύντομα αποδείχτηκαν φρούδες, ενώ οι εμβρόντητοι αριστεροί πολίτες αντιλαμβάνονται πλέον με πικρό τρόπο πως το έργο «Αλεξιάδα» της Άννας Κομνηνής αρχίζει να γίνεται και πάλι επίκαιρο.
Οι τελευταίες εξελίξεις επαναφέρουν στο προσκήνιο μια χρόνια πλέον νόσο της ελληνικής αριστεράς: την πολυδιάσπαση, η οποία τείνει ολοταχώς στην κονιορτοποίηση του χώρου. Με πρόσχημα και πάλι τις πολιτικές διαφορές, οι ισορροπίες γύρω από την κομματική εξουσία διασαλεύτηκαν για να κυριαρχήσουν καιροσκοπικά ατομικές στρατηγικές: μικροσυμφέροντα, προσωπικές επιδιώξεις, διασφάλιση της πρόσβασης στην εξουσία, προσπάθεια απαξίωσης του αντιπάλου με δήθεν ιδεολογικά επιχειρήματα. Έτσι, η ανανεωτική πτέρυγα του ΣΥΝ αποχώρησε και δημιούργησε ένα νέο κόμμα, ενώ τα ηγετικά στελέχη του ΣΥΝ δυσκολεύονται να βρουν κοινή γλώσσα επικοινωνίας.
Το δυστύχημα για τη λεγόμενη ανανεωτική αριστερά είναι ότι κατά τη δεκαετία του 1970 δεν προσφέρονταν αξιόλογες εναλλακτικές επιλογές σε κέντρα λήψης αποφάσεων για τα στελέχη της, παρά μόνο ως επικεφαλής μικροκομματικών οργανισμών, σφραγίδων ή μη.
Ευτυχώς όμως: σήμερα κανείς δεν κινδυνεύει να πάει χαμένος, καθώς εκτός από τα πόστα των ηγητόρων ποικιλώνυμων γκρουπούσκουλων, προσφέρονται και διάφορες επίζηλες θέσεις σε Ποδοσφαιρικές Ανώνυμες Εταιρίες και αλλού, οι οποίες δε φείδονται κινήτρων προκειμένου να προσελκύσουν τους επιγόνους του Γιάννη Κορδάτου και του Νίκου Μπελογιάννη.

* ο κ. Θ. Κουτρούκης είναι Επικ. Καθηγητής Πανεπιστημίου Αιγαίου