Άφοβα μπορούν να καταναλώνονται τα μύδια από τις καλλιέργειες του Θερμαϊκού κόλπου, καθώς με τις μετρήσεις που γίνονται συστηματικά τα τελευταία 10 χρόνια παρακολουθείται το φαινόμενο των τοξικών μικροφυκών και των βιοτοξινών που συσσωρεύονται στα μύδια.
"Το σύστημα παρακολούθησης των δυνητικά τοξικών μικροφυκών στο Θερμαϊκό κόλπο λειτουργεί ικανοποιητικά τα τελευταία 10 χρόνια", ανέφερε η βιολόγος στο Τμήμα Βιολογίας ΑΠΘ, Κατερίνα Αλιγιζάκη, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ με αφορμή την ημερίδα με θέμα "Περιβάλλον-πρωτογενής ανάπτυξη και δημόσια υγεία", που διοργανώνει το βράδυ η αντινομαρχία κτηνιατρικής και αλιείας της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης.
Όπως εξήγησε, η παρουσία τοξικών μικροφυκών σε μια παράκτια ημίκλειστη περιοχή αποτελεί κοινό, φυσικό φαινόμενο, το οποίο συχνά έχει ως αποτέλεσμα τη συσσώρευση τοξινών στους ιστούς των μυδιών. Σε τέτοιες περιόδους η κατανάλωσή τους από τον άνθρωπο καθίσταται απαγορευτική.
"Με τους συστηματικούς ελέγχους έχουμε καταφέρει να παρακολουθούμε στενά πλέον το φαινόμενο της εμφάνισης των δυνητικά τοξικών μικροφυκών, που συγκεκριμένα για τους πληθυσμούς του γένους Dinophysis στο Θερμαϊκό κόλπο παρουσιάζεται δύο φορές ετησίως κατά τα τελευταία χρόνια", τόνισε η κ. Αλιγιζάκη. Διαχώρισε ωστόσο τα συγκεκριμένα μικροφύκη που εμφανίζονται στον Θερμαϊκό κόλπο (και όχι μόνο) από αυτά που εμφανίζονται κατά μήκος των ακτών του Βορείου Αιγαίου (Αλεξανδρούπολη-Καβάλα-Σρυμονικός-Χαλκιδική-Θερμαϊκός) και καταστρέφουν και τα δίχτυα των ψαράδων, σημειώνοντας ότι πρόκειται για φύκη διαφορετικά που δεν είναι τοξικά, αλλά παράγουν βλέννες όπου μπορούν να "προσκολληθούν" χώμα, πέτρες ακόμα και μικρά ζωάκια (ζωοπλαγκτό), ενώ δημιουργούν τεράστια προβλήματα στην αλιεία.

από το ΑΠΕ-ΜΠΕ