Του Δ. Μάρδα
Αν. καθηγητή Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ


Σαράντα περίπου δις ευρώ ante portas για το 2010 και εκατόν δέκα δις συνολικά για το άμεσο μέλλον!. Παρά τις θέσεις, ότι όλα αυτά τα χρήματα θα εισρεύσουν στα ταμεία μας στους προβλεπόμενους χρόνους, δεν πρέπει να αποκλείεται η οποιαδήποτε έκπληξη. Διάφορα σενάρια μπορεί να δουν το φως της δημοσιότητας στο θολό αυτό περιβάλλον της ευρωπαϊκής ‘αλληλεγγύης’:
1ο σενάριο. Οι εταίροι μας ομόφωνα και χωρίς πολλές κουβέντες, περί ‘έσχατης λύσης’ κ.λπ, θα μας δώσουν γρήγορα τα πρώτα δισεκατομμύρια, σύμφωνα με την εισήγηση της Επιτροπής-ΕΚΤ-ΔΝΤ, μετά την 9η Μαΐου. Η λύση αυτή προϋποθέτει την πειθάρχηση της Ελλάδας στα όσα μέτρα προταθούν για την οικονομία της, έως το 2013. Η κυρία Μέρκελ όμως κατά τη Σύνοδο Κορυφής της τρέχουσας εβδομάδας, εκτιμάται ότι θα ζητήσει μια δεύτερη εισήγηση εκ μέρους της Επιτροπής, για να εξειδικευτεί το δεύτερο σκέλος της απόφασης της 25ης Μαρτίου –που συνδέεται με την πρόταση για Οικονομική Διακυβέρνηση και όλως τυχαίως μας διαφεύγει– το σχετικό με τον αυστηρότερο μηχανισμό εποπτείας των κρατών της Ευρωζώνης με υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα. Και εδώ όμως απαιτείται ομόφωνη απόφαση.
2ο σενάριο. Αν όμως καταγραφεί έστω και μια διαφωνία, στο άμεσο μέλλον, στα όσα θα προτείνει ο νέος μηχανισμός εποπτείας –καθ’ υπαγόρευση της Μέρκελ– τότε λόγω μη ομόφωνης απόφασης, θα…χαλάσει η μαγιονέζα!. Στην περίπτωση αυτή, εφόσον η απόφαση των πρώτων δισεκατομμυρίων ευρώ προηγηθεί της δεύτερης, η κα Μέρκελ θα δεχθεί βέβαια να βάλει βαθιά το χέρι στην τσέπη, για πρώτη όμως και τελευταία φορά ίσως! Η μη έγκριση του νέου μηχανισμού εποπτείας, εύλογα θα προκαλέσει το veto της Γερμανίας στο αμέσως επόμενο αίτημα για βοήθεια απ’ οπουδήποτε. Οπότε η Γερμανία θα τη γλιτώσει μόνο με 8,4 δις ευρώ! Υπενθυμίζεται ότι η εκταμίευση των υπολοίπων δόσεων της βοήθειας εκ μέρους της Γερμανίας υπέρ της Ελλάδας για τα επόμενα έτη, απαιτεί την εκ νέου έγκριση του Γερμανικού Κοινοβουλίου.
3ο σενάριο. Θα μπορούσε η κα Μέρκελ –κάτι βέβαια που αποφεύχθηκε– να απαιτήσει την ταυτόχρονη συζήτηση και συμφωνία και για τα δύο παραπάνω θέματα (βοήθεια και εποπτεία) μαζί, κατά τη Σύνοδο Κορυφής του Μαΐου. Έτσι λοιπόν θα χρειαζόταν μια μόνο ομόφωνη απόφαση στους κόλπους της Ευρωζώνης καλύπτοντας όλο το φάσμα των προβλημάτων. Η υπόθεση αυτή, ερμηνεύεται από το γεγονός ότι η απόφαση της 25 Μαρτίου, μπορούσε να εκληφθεί ότι καλύπτει ταυτόχρονα δύο θέματα.
4ο σενάριο. Ο ‘μηχανισμός στήριξης’ των 110 δις ευρώ περίπου δεν φαίνεται να προσκρούει στη Συνθήκη του Μάαστριχτ του 1993, παρά τις όποιες αντίθετες απόψεις. Αν επικρατήσει όμως η άποψη, ότι ο προτεινόμενος νέος ‘μηχανισμός της εποπτείας’ αλλάζει εν μέρει ή εκ βάθρων του άρθρο 104 Γ της Συνθήκης του Μάαστριχτ, ορίζοντας με σαφήνεια κάτι διαφορετικό από τα ισχύοντα εδώ και δεκαεπτά χρόνια, τότε οδηγούμαστε στην αναθεώρησή της. Εδώ απαιτείται, πλην των ομόφωνων αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου –και όχι μόνο των κρατών της Ευρωζώνης– η σύμφωνη γνώμη του Ευρ. Κοινοβουλίου και η επικύρωση των εν λόγω προτάσεων από τα εθνικά Κοινοβούλια.
Αν κάτω από οποιαδήποτε σενάριο κωλυσιεργήσει αυτή η διαδικασία ή δεν ευοδώσει, τότε ‘νομιμοποιείται’ η κα Μέρκελ να απέχει στο μέλλον από το ‘μηχανισμό της στήριξης’ προς τα μέλη της Ευρωζώνης, ακόμη και αν ένα υπερχρεωμένο μέλος της τηρεί με ευλάβεια τα όσα συμφωνήθηκαν (για μείωση δαπανών κλπ) με σκοπό τη συνέχιση της όποιας οικονομικής βοήθειας προς αυτό.
Η όλη παρουσίαση που προηγήθηκε υποθέτει βέβαια ότι εμείς, ως χώρα, δεν πρόκειται να διαφωνήσουμε σ’ ένα νέο αυστηρότερο μηχανισμό εποπτείας(!!!).
Μην απορήσουμε τέλος αν στο νέο μηχανισμό εποπτείας των χωρών της Ευρωζώνης με υψηλά ελλείμματα της κας Μέρκελ, προταθεί ένα νέο ανώτατο πλαφόν: Αυτό του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων ως ποσοστό του συνολικού πληθυσμού της χώρας, που εκ των πραγμάτων θα είναι κάτι σκάλες –πολλές σκάλες– χαμηλότερο του δικού μας! Έτσι στο πλαφόν του ελλείμματος του προϋπολογισμού του 3% και εκείνου του χρέους του 60%, ως ποσοστών του Ακαθαρίστου Εγχωρίου Προϊόντος, όπως ορίζει η Συνθήκη του Μάαστριχτ, θα προστεθεί και το παραπάνω νέο ποσοστό του 6-7% (κατά τη δική μας αισιόδοξη εκτίμηση). Στην χώρα μας ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων (του Δημόσιου και ευρύτερα Δημόσιου τομέα της οικονομίας), στο σύνολο του πληθυσμού, ως το ποσοστό, εκτιμάται ότι ανέρχεται στο 11% σήμερα!