Με... τροποποίηση στον Τελωνειακό Κώδικα υποσχέθηκε ότι θα λύσει το πρόβλημα των οδηγών ταξί, να χάνουν το όχημά τους όταν μεταφέρουν, εν αγνοία τους, λαθρομετανάστες, έως ότου εκδικαστεί η υπόθεση και αθωωθούν, η υφυπουργός Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης κ. Θεοδώρα Τζάκρη, με την οποία συναντήθηκαν στο γραφείο της εκπρόσωποι της Ομοσπονδίας Ιδιοκτητών Ταξί Ελλάδος και του Περιφερειακού Συμβουλίου Κεντρικής Μακεδονίας.
Όπως είπε η Υφυπουργός στους οδηγούς ταξί, είναι προφανές ότι αφενός δεν μπορεί κανείς να περιμένει από τους οδηγούς των δημοσίας χρήσης επιβατηγών αυτοκινήτων να προβαίνουν σε έλεγχο των στοιχείων ταυτότητας των επιβατών τους, με αποτέλεσμα συχνά οι τελευταίοι να καταλαμβάνονται να μεταφέρουν εν αγνοία τους λαθρομετανάστες, ενώ αφετέρου το νομοθετικό πλαίσιο για την μεταφορά λαθρομεταναστών έχει διαμορφωθεί με τέτοιο τρόπο στο ποινικό μας σύστημα ώστε το όχημα που χρησιμοποιείται για την διενέργεια της μεταφοράς να κατάσχεται άμεσα με την διαπίστωση της πράξης και να παραδίδεται τελικά στον ΟΔΔΥ, όπου και εκποιείται, ενώ τις περισσότερες φορές ο καταληφθείς για προώθηση λαθρομεταναστών στο εσωτερικό της χώρας οδηγός του οχήματος αυτού αθωώνεται στη συνέχεια στο δικαστήριο.
Το πρόβλημα αυτό, που ως το 2005 αντιμετωπιζόταν με τη δυνατότητα του Εισαγγελέα και των δικαστικών συμβουλίων να αποδίδουν άμεσα το ως άνω κατασχεθέν όχημα στον ιδιοκτήτη του, ορίζοντάς τον ως μεσεγγυούχο, εντάθηκε από τον Δεκέμβριο του 2005 και εξής, καθώς με το αρ. 41 παρ.9 Ν. 3427/2005 προστέθηκε η παρ. 14 στο αρ. 177 Ν. 2960/2001 σύμφωνα με την οποία στις περιπτώσεις που κατάσχονται μεταφορικά μέσα που χρησιμοποιήθηκαν μεταξύ άλλων και για μεταφορά λαθρομεταναστών ορίζεται ως αποκλειστικός μεσεγγυούχος ο ΟΔΔΥ. Έτσι δεν είναι πια δυνατή η απόδοση του οχήματος στον ιδιοκτήτη του ούτε με τον ορισμό του ως μεσεγγυούχου.
Όσο δε το αδίκημα της παράνομης προώθησης λαθρομεταναστών στη χώρα προέβλεπε και πλημμεληματικές μορφές, το πρόβλημα αντιμετωπιζόταν με την άμεση κίνηση της αυτόφωρης διαδικασίας, οπότε το δικαστήριο έκρινε άμεσα και για την ενοχή του οδηγού του οχήματος, αλλά και για την απόδοση του οχήματος στον ιδιοκτήτη του αυτοκινήτου (που συχνά δεν ήταν το ίδιο πρόσωπο).
Από τον Ιούλιο όμως του 2009, οπότε και με το αρ. 48 παρ. 4 Ν. 3772/2009 όλες οι μορφές παράνομης μεταφοράς λαθρομεταναστών προσέλαβαν κακουργηματικό χαρακτήρα, είναι αδύνατη η άμεση απόδοση των κατασχεθέντων οχημάτων στους ιδιοκτήτες τους, ακόμη και αν αυτοί τελικά κριθούν αθώοι ή και αν δεν υπάρχουν παρά ελάχιστες ενδείξεις ενοχής σε βάρος τους, και τούτο διότι μετά την παραπομπή των καταληφθέντων οδηγών στον Εισαγγελέα παραγγέλλεται υποχρεωτικά κυρία ανάκριση και ο ιδιοκτήτης του ταξί οφείλει να υποβάλει αίτηση στο δικαστικό συμβούλιο για την απόδοση του οχήματός του, που ακόμη και αν γίνει δεκτή (πράγμα σπάνιο γιατί στην νομολογία κρατεί η άποψη ότι για την απόδοση του οχήματος αποφαίνεται μόνο το δικαστήριο και το συμβούλιο δεν μπορεί να προκαταβάλει το Δικαστήριο εκφέροντας κρίση ενόσω ακόμη διαρκεί η κυρία ανάκριση), θα υποχρεωθεί να περιμένει την τουλάχιστον δύο μήνες για την έκδοση βουλεύματος που θα διατάσσει την απόδοση του οχήματός του.
Ενόψει των ανωτέρω η Υφυπουργός δεσμεύτηκε να συνδράμει στην αντιμετώπιση του προβλήματος των ιδιοκτητών ταξί προτείνοντας σχετικές τροποποιήσεις στον Τελωνειακό Κώδικα δυνάμει των οποίων να επιτρέπεται -τουλάχιστον στις περιπτώσεις μεταφοράς λαθρομεταναστών- να ορίζονται οι ιδιοκτήτες των κατασχεθέντων οχημάτων ως μεσεγγυούχοι του οχήματος έως την εκδίκαση της υπόθεσής τους, ώστε και ο σκοπός του νόμου να εξυπηρετείται, αλλά και οι ανυπαίτιοι ιδιοκτήτες των ταξί να μην στερούνται του μοναδικού βιοποριστικού τους μέσου μέχρι να κριθεί η υπαιτιότητά τους από το Δικαστήριο.