Το διαστημικό τηλεσκόπιο «Κέπλερ» της NASA ανακάλυψε πέντε νέους εξωπλανήτες, ανεβάζοντας πλέον σε πάνω από 400 τους πλανήτες που έχουν βρεθεί έξω από το ηλιακό μας σύστημα - και κανένας από αυτούς μέχρι στιγμής δεν φαίνεται κατάλληλος να φιλοξενεί ζωή (τουλάχιστον όπως την ξέρουμε στη Γη). Ένας από τους πέντε νέους εξωπλανήτες έχει εκπλήξει τους αστρονόμους, επειδή είναι ελαφρύς όσο το αφρώδες πολυστυρένιο (Styrofoam).
Το «Κέπλερ», που τέθηκε σε τροχιά γύρω από τον ήλιο πέρυσι το Μάρτιο και είναι εφοδιασμένο με τη μεγαλύτερη και πιο ευαίσθητη κάμερα (95 megapixel) που έχει ποτέ εκτοξευτεί στο διάστημα, έχει εστιαστεί σε ένα μικρό μόνο κομμάτι του ουρανού, με στόχο την αναζήτηση εξωπλανητών στο μέγεθος της Γης. Για τα επόμενα τέσσερα έως έξι χρόνια θα μελετήσει πάνω από 100.000 ήλιους και τα αστρικά συστήματά τους. Η νέα ανακάλυψη, που ανακοινώθηκε κατά την έναρξη συνεδρίου της Αμερικανικής Αστρονομικής Εταιρίας στην Ουάσιγκτον, είναι η πρώτη που έκανε το τροχιακό τηλεσκόπιο και επιβεβαιώθηκε από επίγεια τηλεσκόπια στη Χαβάη, σύμφωνα με το BBC, το Γαλλικό Πρακτορείο και το «Science». Τέσσερις από τους νέους εξωπλανήτες είναι απρόσμενα ελαφριοί σε σχέση με το μέγεθός τους. Ένας εξωπλανήτης έχει διάμετρο τετραπλάσια της Γης, αλλά οι άλλοι, ενώ είναι περίπου 40% μεγαλύτεροι από τον Δία, τον αέριο γίγαντα του ηλιακού μας συστήματος, είναι πολύ λιγότερο πυκνοί σε σχέση με αυτόν (έχουν μέση πυκνότητα 0,166 έως 0,894 γραμμαρίων ανά κυβικό εκατοστό έναντι 1,326 γρ. του Δία, ο οποίος έχει βραχώδη πυρήνα). Μάλιστα ένας από τους εξωπλανήτες είναι τόσο ελαφρύς που -με βάση την πολύ μικρή αναλογία της μάζας του σε σχέση με το μέγεθος του- έχει την ίδια πυκνότητα με το αφρώδες πολυστυρένιο (Styrofoam), το πολυμερές που χρησιμοποιείται ευρέως στην εποχή μας ως θερμομονωτικό στα κτίρια και ως υλικό συσκευασίας. Σύμφωνα με τους αστροφυσικούς, η ανακάλυψη δείχνει ότι η χαμηλή πυκνότητα είναι ένα πολύ πιο κοινό χαρακτηριστικό των εξωπλανητών απ' ό,τι πιστευόταν μέχρι σήμερα. Και οι τέσσερις εξωπλανήτες βρίσκονται σε πολύ κοντινή τροχιά γύρω από το άστρο τους, με συνέπεια να «ψήνονται» από υψηλές θερμοκρασίες, που εκτιμώνται από 1.200 έως 1.650 βαθμούς Κελσίου, είναι δηλαδή πιο καυτοί και από λιωμένη λάβα. Αντίθετα, ο πέμπτος εξωπλανήτης, που μόλις ανακαλύφθηκε, φαίνεται να είναι ένας παγωμένος γίγαντας σαν τον «δικό μας» Ποσειδώνα.

Μια περίεργη ανακάλυψη
Παράλληλα το «Κέπλερ», όπως ανακοινώθηκε στο ίδιο αστρονομικό συνέδριο, έκανε μια ακόμα παράξενη ανακάλυψη: δύο αντικείμενα σε τροχιά γύρω από άστρα, που δεν είναι σαφές τι είναι ακριβώς, καθώς είναι πολύ καυτά για να είναι εξωπλανήτες, αλλά και πολύ μικρά για να είναι άστρα. Η ιδιαιτερότητά τους έγκειται στο ότι αντί να μειώνεται η ακτινοβολία των μητρικών τους άστρων, όταν η τροχιά των ουράνιων σωμάτων περνά μπροστά από αυτά (όπως συμβαίνει με τους εξωπλανήτες όταν παρεμβάλλονται μεταξύ της Γης και του μητρικού άστρου τους), στη συγκεκριμένη περίπτωση η ακτινοβολία του άστρου τους γίνεται πιο αδύναμη (μειώνεται), όταν τα περίεργα αντικείμενα βρίσκονται πίσω από το άστρο τους, στη φάση δηλαδή που αυτό παρεμβάλλεται μεταξύ της Γης και των άγνωστων ουράνιων αντικειμένων. Το γεγονός αυτό, κατά τους αστρονόμους, σημαίνει ότι, κατά περίεργο τρόπο, τα σώματα αυτά πρέπει να είναι πολύ πιο φωτεινά και καυτά από τα μητρικά άστρα-ήλιους τους. Οι πρώτες μετρήσεις δείχνουν ότι τα δύο σώματα -που πήραν τις ονομασίες ΚΟΙ 81 και ΚΟΙ 74- έχουν ακτίνα 90% και 40% μεγαλύτερη από το Δία και οι θερμοκρασίες τους υπολογίζονται αντίστοιχα σε 13.500 και 12.000 βαθμούς Κελσίου, ενώ των άστρων τους δεν ξεπερνά τους 10.000 βαθμούς.
Αυτός ο συνδυασμός μεγέθους και θερμοκρασίας δεν ταιριάζει με οτιδήποτε άλλο έχει παρατηρηθεί μέχρι τώρα στο σύμπαν και οι αστρονόμοι «ξύνουν το κεφάλι τους» να καταλάβουν με τι έχουν να κάνουν. «Το σύμπαν εξακολουθεί να κάνει τα παράξενα πράγματα ακόμα πιο παράξενα απ' ό,τι μπορούσαμε να φανταστούμε», δήλωσε ο Γιον Μόρσε, επικεφαλής αστροφυσικός της NASA. Μια πιθανή θεωρία, σύμφωνα με τον ερευνητή της NASA Τζέισον Ρόου, ο οποίος έκανε την ανακάλυψη, είναι ότι τα δύο ουράνια σώματα είναι νέοι πλανήτες ηλικίας μόλις 200 εκατ. ετών, καθώς οι «νεογέννητοι» πλανήτες είναι ακόμα καυτοί.