Σημαντικά τμήματα του τείχους της αρχαίας πόλης, τα οποία αποτελούν την καλύτερη σωζόμενη οχύρωση της Μακεδονίας, έφερε στο φως ομάδα φοιτητών του Α.Π.Θ. υπό τον Αν. Καθηγητή Kλασικής αρχαιολογίας Παναγιώτη Φάκλαρη. Τα εντυπωσιακά αυτά ευρήματα βρέθηκαν κατά τη φετινή ανασκαφική περίοδο η οποία ολοκληρώθηκε την Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 2009. Πρόκειται για ένα από τα πλέον αξιόλογα σε κατάσταση διατήρησης τμήματα του τείχους, της αρχαίας πόλης που το Α.Π.Θ. ερευνά στη Βεργίνα.
Στο ΒΑ τμήμα του οχυρωματικού περιβόλου, που βρίσκεται στον ιδιόκτητο αγρό Μπέλα, όπου επικεντρώνονται οι εργασίες της ομάδας του Αν. Καθηγητή Π. Φάκλαρη τα τελευταία χρόνια, το τείχος αποκαλύπτεται διατηρημένο σε εξαιρετική κατάσταση και σημαντικό ύψος έως 1,90 μ. Στο σημείο αυτό, η ανασκαφική ομάδα δίνει αγώνα με τις επιχώσεις, καθώς το βάθος στο οποίο αποκαλύπτεται το τείχος, συχνά υπερβαίνει τα 4,5 μ., λόγω του όγκου των φερτών υλών που σώρευσε πάνω του ένας χείμαρρος που έδρασε καταστροφικά κατά την αρχαιότητα. Στο γεγονός αυτό ωστόσο, οφείλεται η καλή κατάσταση του μνημείου, καθώς οι τεράστιες αυτές επιχώσεις το προστάτευσαν από τη φυσική και την ανθρώπινη φθορά.
Ο υπεύθυνος της ανασκαφής στο τοίχος της Βεργίνας και Καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας του Α.Π.Θ., Π. Φάκλαρης μίλησε στον ΤΘ για την συγκεκριμένη ανακάλυψη τονίζοντας ότι: «Είναι ένα πολύ σημαντικό μνημείο για την Βεργίνα, που ερευνάται τα τελευταία χρόνια, γιατί πέρα από τα στοιχεία που μας δίνει για την οχυρωματική και πολεμική τέχνη των Μακεδόνων, είναι το καλύτερα διατηρημένο τοίχος της πόλης στο σημείο αυτό, γιατί στα άλλα σημεία έχει καταστραφεί εντελώς η υψώνεται σε μικρό ύψος».

Τεχνικά χαρακτηριστικά του τείχους
Με τα μεταπύργια να φθάνουν το εντυπωσιακό πάχος των 2,80 μ. και ενίσχυση κατά διαστήματα από στιβαρούς ορθογώνιους και ημικυκλικούς πύργους, το τείχος αυτό ήταν σαφώς κατασκευασμένο με πρόνοια για την αντιμετώπιση, αλλά και την εγκατάσταση πολεμικών μηχανών. Η άνοδος στους πύργους και τις επάλξεις γινόταν με χτιστές κλίμακες, πέντε από τις οποίες έχουν ήδη ερευνηθεί. Δίπλα σε πύργους, καλυμμένες από την ημικυκλική προβολή τους, βρέθηκαν πυλίδες που χρησίμευαν για εξόδους αιφνιδιασμού του εχθρού. Σε όλο το αποκαλυφθέν τμήμα του τείχους, διαπιστώθηκε η ενσωμάτωση στην κατασκευή του, οικοδομικού υλικού σε δεύτερη χρήση, προερχόμενου από άγνωστα, κατεστραμμένα δημόσια κτίρια της πόλης.
Από το πλίνθινο αυτό τείχος, σώζεται η λίθινη υποδομή του, δομημένη κατά το έμπλεκτον σύστημα, με μέτωπα από αδρά δουλεμένους ασβεστόλιθους ή πώρινους γωνιόλιθους και γέμισμα με αδούλευτες ντόπιες πέτρες. Στα μέτωπα έχει χρησιμοποιηθεί ακανόνιστο σύστημα τοιχοδομίας, με ευρύτερη χρήση μεγάλων εγγώνιων πωρολίθων στο εξωτερικό μέτωπο και κυρίως στους πύργους και τις πύλες, ενώ στο εσωτερικό κυριαρχούν οι μικρότερες ντόπιες πέτρες.
Όλα τα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά του τείχους, αλλά και τα ανασκαφικά στοιχεία, με στρωματογραφημένο το σύνολο του αποκαλυφθέντος τμήματος του περιβόλου, ομόφωνα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η κατασκευή του ανάγεται στα χρόνια της βασιλείας του Κασσάνδρου, και συγκεκριμένα μετά τις αρχές του 3ου αι. π.Χ., εποχή κατά την οποία η Μακεδονία γνωρίζει μια ταραχώδη περίοδο, εμφύλιων συγκρούσεων και εξωγενών επεμβάσεων. Η γεωγραφική θέση της πιερικής αυτής πόλης, πάνω στον αμαξιτό δρόμο που οδηγούσε από τα λιμάνια της Πύδνας και της Μεθώνης προς την Άνω Μακεδονία, καθιστούσε απαραίτητη την οχύρωσή της για την εξασφάλιση και τον έλεγχο της σημαντικής αυτής διάβασης.
Ο κ. Φάκλαρης σημείωσε επίσης ότι «με τα ευρήματα αυτά έχουμε στοιχεία για την πολεμική τέχνη των Μακεδόνων, που φυσικά μοιάζει φυσικά με την υπόλοιπη Ελλάδα, απλώς εδώ τα βρίσκουμε όλα αυτά σε καλή κατάσταση. Το τοίχος υπολογίζεται περίπου πως καταλαμβάνει έκταση 3’ χιλιομέτρων».

Άλλα ευρήματα
Πέρα από την αποκάλυψη του σπουδαίου αυτού μνημείου, ένα πλήθος, ποικίλων κινητών ευρημάτων συμπληρώνει την εικόνα της ζωής του οικισμού, κυρίως κατά το 2ο και 1ο αι. π.Χ. Ιδιαιτέρως αξιόλογο εύρημα της φετινής ανασκαφικής περιόδου αποτελεί μεγάλο σύνολο απανθρακωμένων σπόρων από όσπρια, δημητριακά και κουκούτσια ελιάς, από τροφικά κατάλοιπα της εποχής αυτής.
Η επιστημονική ομάδα, που εργάστηκε στην Βεργίνα εκτός από τον κ. Φάκλαρη, αποτελείται επίσης από τις αρχαιολόγους δρ. Β. Σταματοπούλου, Ι. Ανδροβιτσανέα, Δ. Ισαακίδου και Τ. Κουτούκου, τους αρχιτέκτονες δρ Α. και Ά. Νακάση και την τοπογραφική ομάδα του Ι. Γκάτζιου, τους ασκούμενους φοιτητές και κυρίως τους καθαυτούς σκαπανείς κατοίκους της Βεργίνας, με την ενεργό υλική υποστήριξη του Α.Π.Θ.